Ο ΠΑΣΑΤΕΜΠΟΣ 41 design: Fotini KAPARELOU - info@fotinikaparelou.com Πασατέμπος Ο πασατέμπος είναι ξηρός καρπός σε μορφή ανοιχτόχρωμων ψημένων κολοκυθόσπορων. Η ονομασία του είναι ιδιωματική εκ των ιταλικών λέξεων passo + tempo (= διέλευση χρόνου), δηλαδή «περνώ το χρόνο μου». Λόγω της πολύ χαμηλής του τιμής, αποτέλεσε το πλέον προσφιλές μικρογεύμα του μεγαλύτερου ποσοστού του λαού με χαμηλά εισοδήματα στις ώρες της σχόλης, όπως απογευματινές περατζάδες στη δημοσιά και θερινά σινεμά, κι ακόμα και στα πρώτα χρόνια της τηλεθέασης στην Ελλάδα, κι αυτό το γεγονός έχει προσδώσει στη λέξη αρκετές μεταφορικές έννοιες, με κύρια την έννοια της εύκολης φθηνής καθημερινής συνεχούς χρήσης, καθώς και τη συχνή αναφορά της σε καθημερινές εκφράσεις και λαϊκά τραγούδια. (πηγή wikipedia) 3 ΠΑΣΑΤΕΜΠΟΣ Τον Πασατέμπο έγραψαν συλλογικά μεταξύ Οκτωβρίου και Δεκεμβρίου 2010 οι: Αναστασία Αγγελινούδη, Θέμις Βίδου-Σολομόγκα, Κώστας Γιαννακούρης, Νίκος Γκουβάτσος, Κατερίνα Μπαγουλή, Γιώργος Ξενέλλης, Κώστας Παναγόπουλος, Αλεξάνδρα Παπαναστασίου, Λιάνα Περάκη, Σπύρος Πηλός, Γιώργος Πράντζος, Νίκος Τσίπης. Παίζουν Μαρίκα Ευτέρπη Λόλα Σταυρούλα Αγάθωνας Σοφούλα Φαίδωνας Ντένης Άλεξ Σούλης Θανάσης Νανά Αρίστος Αρτέμης Αλέκος Θέμος Δέσπω Μένιος Λαλάς Τζάκυ Κύριος Ζωίτσας Αναστασία Αγγελινούδη Θέμις Βίδου-Σολομόγκα Ελένη Ευταξιάδου Ρούλα Ζάννια Κώστας Ζάννιας Χαρά Ζώγα Ζήσης Κλαπανάρης Νίκος Κυλώνης Ευστρατία Λεμονή Μάριος Λιάμης Νίκος Λιβαθηνός Κατερίνα Μπαγουλή Γιάννης Νάνος Κώστας Παναγόπουλος Παντελής Παντελούκας Γιώργος Πράντζος Γεωργία Reinke-Μουρατίδου Μιχαήλης Σπυριδάκις Γιάννης Συναχείρης Έφη Τριγκίδου Νίκος Τσίπης Μουσικοί Μπουζούκι Κιθάρα Ακορντεόν Μιχαήλης Σπυριδάκις Νίκος Καλιούρας Τάσος Γιαννοπλίδης Σκηνοθετική επιμέλεια: Σπύρος Πηλός, Όλγα Ποζέλη, Κάτια Φώσκολου 4 Κατασκευή σκηνικών: Νίκος Βερβερίδης, Κώστας Γιαννακούρης, Νίκος Γκουβάτσος, Αρετή Παντελούκα Στα παρασκήνια : Κώστας Γιαννακούρης, Νίκος Γκουβάτσος, Κατερίνα Καρβέλα, Αρετή Παντελούκα, Λιάνα Περάκη, Αλεξάνδρα Τέφου-Hansen. Ενδυματολογική επιμέλεια: Μόνικα Βεσδρεβάνη Μακιγιάζ: Ευστρατία Λεμονή Διδασκαλία χορών: Ξανθή Μπιτζέκα, Γιώργος Φλώρος Πρόγραμμα-Αφίσα: Φωτεινή Καπαρέλου Φωτογραφίες: Νίκος Βερβερίδης, Φωτεινή Καπαρέλου Κινηματογράφηση: Στέλλα Παρασχά, Νίκος Βερβερίδης Σχεδιασμός φωτισμών: Σπύρος Πηλός Φώτα: Φωτεινή Καπαρέλου Ήχος: Γιώργος Ζώγας Ευχαριστούμε θερμά όλους όσοι μας βοήθησαν για να ανέβει αυτή η παράσταση. 5 Πασατέμποσ: το χρονικό τησ παράστασησ Η ιδέα ήταν να κάνουμε μια θεατρική ταινία με αφορμή τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο. Τη συζητήσαμε πριν από μια δεκαετία τουλάχιστον σε ένα καφέ, ενώ προετοιμάζαμε μια από τις προηγούμενες παραστάσεις μας: θα στήναμε μια θεατρική παράσταση σαν ταινία, με γνωστές ατάκες και σκηνές από παλιές αγαπημένες ελληνικές κωμωδίες. Δεν θέλαμε όμως απλά μια παράθεση αποσπασμάτων από ταινίες αλλά κάτι πρωτότυπο. Έπρεπε λοιπόν να αρχίσουμε με το κείμενο. Τα χρόνια πέρασαν και το 2009 το ξανασυζητήσαμε με μια εντελώς διαφορετική ομάδα μελών της Θεατρικής Εταιρείας. Η συγκυρία κατάλληλη. Αρχίσαμε λοιπόν να μαζεύουμε ατάκες από ελληνικές ταινίες. Μετά την παράσταση του Οδυσσεβάχ το 2010, είπαμε ότι αυτή η ιδέα ήταν ιδανική για να δοκιμάσουμε τη συλλογική συγγραφή θεατρικού έργου. Κι αρχίσαμε να μαζευόμαστε σε διάφορα σπίτια. Δεκαπέντε άτομα πάνω κάτω συναντιόμασταν σχεδόν μια φορά την εβδομάδα από τον Οκτώβριο μέχρι το Δεκέμβριο του 2010. Αποφασίσαμε πρώτα το σκελετό: η υπόθεση θα εκτυλισσόταν σε ένα «κοσμικόν κέντρον διασκεδάσεως» με ζωντανή μουσική, με εμπλεκόμενους τον ιδιοκτήτη, τους εργαζόμενους και τους πελάτες του κέντρου. Μετά έπεσαν στο τραπέζι διάφορες ιδέες για την ιστορία. Είπαμε τελικά το βασικό στοιχείο να είναι μια διαθήκη που δεν είχε ανοιχτεί ακόμη. Ο μακαρίτης θα ήταν ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού. Αλλά ποιοι θα ήταν οι κληρονόμοι; Ποιοι θα έπρεπε να είναι οι άλλοι πελάτες ώστε να στηρίζουν και να προωθούν τη δράση; Ποια θα ήταν η δράση; Δεκάδες πιθανοί και απίθανοι χαρακτήρες παρέλασαν στις συναντήσεις μας ενταγμένοι πάντα σε μια σκηνή με γνωστές ατάκες. Στη συνέχεια τους ξεδιαλέξαμε, ξεδιαλέξαμε και τις βασικές σκηνές που θα κρατούσαμε και δουλέψαμε για να τις δέσουμε μαζί σε μια ιστορία με πλοκή... Ώσπου αποφασίσαμε ότι είχαμε το έργο μας. Το είπαμε «Πασατέμπο», μια λέξη που φέρνει αυτόματα στο μυαλό το σινεμά στην Ελλάδα για τους περισσότερους από εμάς. Έμενε πια να το ανεβάσουμε... Δύσκολο εγχείρημα. Η ιδέα ήταν να διαδραματίζεται το έργο ανάμεσα στους θεατές σαν να είναι κι αυτοί θαμώνες του κέντρου και να συμμετέχουν ζωντανά στα γυρίσματα. Μεγαλεπίβολο σχέδιο.... Το καλοκαίρι του 2012 συναντήθηκαν οι δρόμοι μας με την Όλγα Ποζέλη και το θέατρο της επινόησης σε ένα εργαστήριο που οργάνωσε η Θεατρική Εταιρεία. Αποφασίσαμε λοιπόν να συνεργαστούμε για να δοκιμάσουμε μετά από τη συλλογική συγγραφή και τη συλλογική προετοιμασία της παράστασης αφού αυτή είναι η βάση του θεάτρου της επινόησης. Ξεκινήσαμε το Οκτώβριο του 2012 με στόχο να παρουσιάσουμε την παράσταση το Μάιο Η ιδέα ήταν να κάνουμε μια θεατρική ταινία με αφορμή τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο. Το 2013. είπαμε του Πρωτόγνωρη διαδικασία... Τριμελής σκηνοθετική ομάδα και με τους ηθοποιούς να παίζουν πρώτη φορά μαζί μας και να πρέπει να «Πασα- μισούς είναι παρόντες στη σκηνή και ενεργοί σε όλη τη διάρκεια της παράσχεδόν, ανεξαρτήτως ρόλου. Μια μεγάλη ομάδα «παρασκητέμπο», στασης νιακών» για σκηνικά, αξεσουάρ, κοστούμια κ.λπ., με τα περισότερα μια λέξη μέλη της να συμμετέχουν για πρώτη φορά σε παράσταση, αλλά και με επαγγελματική υποστήριξη στην ενδυματολογική επιμέλεια από που τη Μόνικα Βεσδρεβάνη που έκανε και το styling μαζί με την ΕυστραΛεμονή που έκανε το μακιγιάζ και τις κομμώσεις. Ένας κατάλοφέρνει τία γος τραγουδιών που αναδιαμορφωνόταν στη διάρκεια των προβών, και η ένταξή τους στη δράση και η σύνθεση της ορχήστρας αυτόματα όπως που θα πλαισίωνε τον Μιχαήλη Σπυριδάκι στο μπουζούκι.... Πολλές δοκιμές... Πολλές γνώμες... Πολλές αλλαγές... στο Ώσπου καταλήξαμε στην (σχεδόν) τελική μορφή του κειμένου στο μυαλό το τέλος Ιανουαρίου και στο (σχεδόν) τελικό στήσιμο μόλις στα μέσα Απριλίου. σινεμά Για μας πάντως άξιζε τον κόπο: διασκεδάσαμε, μάθαμε πολλά, αναμετρηθήκαμε με προκλήσεις - χωρίς πάντα να επικρατούμε. Ελπίστην ζουμε να καταφέραμε να περάσουμε μέσα στον «Πασατέμπο» και παράστασή του κατιτίς από τον παλιό αγαπημένο ελληνικό κιΕλλάδα... στην νηματογράφο και να τιμήσουμε τους εργάτες του... Τώρα, για το αν θα μας αντέξει και η σκηνή, αυτό θα φανεί στο χειροκρότημα. Σπύρος Πηλός 7 Σκέψεισ των συντελεστών τησ παράστασησ Ελληνικός κινηματόγραφος κι ελληνικό λαϊκό τραγούδι στη δεκαετία του ‘60 βρίσκονται σε απόλυτη συμβίωση. Δεν υπάρχει ελληνική ταινία του ‘60 χωρίς τις μελωδίες των Ζαμπέτα, Χιώτη, Πλέσσα, Σπανού χωρίς τη χροιά φωνών όπως της Μοσχολιού, Λίντας, Μαρινέλλας, χωρίς τους στίχους των Δημόπουλου, Δασκαλόπουλου, Τηλιακού, Σακελλάριου... Ποιος δεν έχει σιγοψιθυρίσει τραγούδια όπως τα: «λαός και κολωνάκι», «σ’ έβλεπα στα μάτια», «εσύ ’σαι η αιτία που υποφέρω», «πάει πάει πάει» με το που ακούει τις πρώτες νότες να πέφτουν... όλοι ξέρουν τουλάχιστον το ρεφρέν. Έτσι κι εγώ παίρνοντας το ρόλο της Μαρίκας βρέθηκα μπροστά στην πρόκληση η ακαλλιέργητη φωνή μου να συναντήσει όλες αυτές τις μελωδίες που αρχικά ακούγονται πολύ απλές και εύκολες. Εδώ βρίσκεται όμως και η μεγαλειότητα της μουσικής αυτής... δεν είναι καθόλου απλή και καθόλου εύκολη η πρόκληση να παίξεις Χιώτη στο μπουζούκι, και είναι ακόμα μεγαλύτερη η πρόκληση να τραγουδήσεις Χιώτη, Λίντα, Μαρινέλλα, Μοσχολιού όπου εκεί συνειδητοποιείς πόσο μικρός είσαι. Συγχορδίες κι οκτάβες που δε χωράει ο νους σου... εγώ έφτασα στα όρια μου! Κάθε φορά που τραγουδάω λοιπόν, αποτίνω και φόρο τιμής στο μεγαλείο αυτής της μουσικής, δεν μπορείς να τη μιμηθείς, μπορείς μόνο να τη νιώσεις. Αναστασία Αγγελινούδη Μα ό,τι Ο παλιός ελληνικός κινηματογράφος, παρά τα λιγοστά μέσα παραγωγής εκείνης της εποχής, γέννησε αριστουργήματα. Ανέδειξε σημαντικούς σκηείδαμε νοθέτες, σεναριογράφους, συνθέτες, εκπληκτικούς ηθοποιούς και αξεπέραερμηνείες. Η ελληνική κωμωδία συγκεκριμένα, έχει χαρίσει αμέτρητες στο στες στιγμές γέλιου στους περισσότερους από εμάς και δεκάδες ατάκες βρίσκοστα χείλη μας μέχρι σήμερα. Δε διστάζω να παραδεχθώ, πως βλέπω δρόμο, νται και ξαναβλέπω και σήμερα με αξόδευτο κέφι, τις ίδιες ταινίες που έβλεπα είχε μια παιδί, στο βελούδινο καναπέ με τα κρόσσια, στο σπίτι των γονιών μου. Αχόρταγα! Η συμμετοχή μου στη συγγραφική ομάδα, καθώς και όλη η διαομορφιά δικασία μέχρι σήμερα που το έργο μας ανεβαίνει στη «σκηνή», υπήρξε μια που θα μου μείνει αξέχαστη. αλλιώτικη. εμπειρία Ευχαριστώ θερμά όλη την ομάδα, Θέμις Βίδου-Σολομόγκα Την ομορφιά της λαχτάρας. 8 ...βλέπω και ξαναβλέπω Κάπου εκεί γύρω στις αρχές του ‘70, μια ογκώδης, ασπρόμαυρη – τι άλλο και σήμερα – τηλεόραση ενθρονίστηκε στο σαλόνι μας, όπως και σε πολλά άλλα ελληνικά σπίτια εκείνη την εποχή. Δυο κανάλια όλα κι όλα και βραδινές εκμε πομπές περιορισμένης χρονικής διάρκειας. Αναπόσπαστο μέρος των εκπομπών το σήμα με το εφιαλτικό μήνυμα «Μας συγχωρείτε για τη διακοπή» αξόδευτο και οι μοναδικές ταινίες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου – τα μεκέφι, σημέρια της Κυριακής – που για πολλά χρόνια μετά αγαπάω και συνεχίζω να ξαναβλέπω και να ξαναβλέπω. Μοναδική μορφή διαχρονικής ελληνικής τις ίδιες κουλτούρας. ταινίες Ήξερα τους διαλόγους σχεδόν απέξω, ήξερα τι θα γίνει μετά, όπως και τα περισσότερα τραγούδια αλλά κάθε φορά ήταν μοναδική, το γέλιο ήταν που πάντα αυθόρμητο. Όσο για τις ατάκες, αυτές και αν έγιναν διαχρονικές, κλασικές, ανεκτίμητες – «πολλά τα λεφτά Άρη». Η υποκριτική ικανότηέβλεπα τα των ηθοποιών απογείωνε τους ρόλους, τα πηγαία ταλέντα που αναδείκνυαν κάθε σενάριο, οι χαρακτήρες που έγιναν μοναδικοί, κλασικοί και παιδί... αμίμητοι. Τι να πρωτοθυμηθώ; Η Καρέζη το πρωί γινόταν «η δεσποινίς Διευθυντής» και το βράδυ ήταν στα «Κόκκινα φανάρια». Ο Γκιωνάκης επέμενε ότι οι άνθρωποι κάθονται στις καρέκλες και όχι στα τραπέζια, όταν ο Σταυρίδης έψαχνε «Τα κίτρινα γάντια». Ο Βέγγος ήταν πολύ φτωχός - μάλλον αλήθεια – «Πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης». Ο Χατζηχρήστος ήταν ο Ζήκος και γινόταν της «Κακομοίρας». Η Μελίνα «Στέλλα» εξηγούσε πως τα πουλιά δεν διαβάζουν νότες και όμως τραγουδάνε. Ο Δημήτρης Χορν ήταν υπάλληλος τράπεζας που πήγε φυλακή για υπεξαίρεση, γιατί «Μια ζωή την έχουμε». Ο Αυλωνίτης ήταν λατερνατζής στη «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο» μαζί με το Φωτόπουλο - όταν δεν σωφάριζε στο «Σωφεράκι». Και η Αλίκη έφαγε «Το ξύλο (που) βγήκε απ’ τον παράδεισο». Όσο για τον Φέρμα, («ψυχή βαθιά»), το χασάπικο του Σάκαινα στη «Λόλα», πέρα από τη χορογραφία του Μανώλη Καστρινού, πρέπει να «τό ’χεις» για να το χορέψεις δίπλα στον Κούρκουλο και την Καρέζη. Αυτοί, και δεκάδες άλλοι, ήταν όλοι υπέροχοι, τι άλλο να πω: «ένα εκατομμύριο εκατόν μία χιλιάδες εκατόν ένα και δέκα» ευχαριστώ! Κώστας Γιαννακούρης, Cineργός στον «Πασατέμπο» 9 Αφιερωμένο για τον «Πασατέμπο», πάει τραγουδιστά όπως το πετραδάκι, πετραδάκι. Άσε πια τον πασατέμπο Πασατέμπο, πασατέμπο, γιατί ξεκινάει η σκηνή Τα σποράκια σου μετρώ, κράτσα κρούτσα όλη την ώρα το μικρό αυτό εργάκι πώς τραγούδι ν’ ακουστεί. περιμένοντας να δω. Στην θεατρική ομάδα, σκάρωσαν όλοι μαζί, ένα έργο για να φτιάξουν με υπόθεση τρελλή. Σαν ελληνική ταινία σε ασπρόμαυρο πανί. Μέσα σ΄ένα μόνο έργο, ζωντανεύουνε μαζί, Αυλωνίτης, Χατζηχρήστος και όλοι οι ηθοποιοί, της ασπρόμαυρης οθόνης. Τι αξέχαστη εποχή. Όταν σηκωθεί η αυλαία και φανούν οι ηθοποιοί, έλα κάτσε στην παρέα και τραγούδησε κι εσύ. Πασατέμπο, πασατέμπο για τα σένα κίνησα τα καλά εκείνα χρόνια θυμισέ μου τα παλιά. Ευστρατία Λεμονή Πριν απο περίπου δυο χρόνια, το θέατρο μπήκε στη ζωή μου. Έπειτα από την προτροπή ενός φίλου, αποφάσισα να ασχοληθώ ερασιτεχνικά. Δεν ήξερα τι θα βρω και τι θα αντιμετωπίσω, ήξερα όμως ότι θα ανακαλύψω κάτι καινούριο που ίσως και να μου άρεσε. Στην πρώτη συνάντηση γνώρισα όλα τα παιδιά της ομάδας και τον «Πασατέμπο», το θεατρικό τους παιδί. Σε πρώτη ανάγνωση το έργο μου φάνηκε γνωστό και άγνωστο μαζί. Όμως κατάλαβα και ένιωσα ότι αποτελεί μια αναφορά στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο, σ’ εκείνες τις ταινίες που αγαπάμε να τις βλέπουμε ξανά και ξανά. Στις ταινίες που χαρακτηρίζονται από την απλότητα και την αυθεντικότητα των χαρακτήρων. Αυτό το κομμάτι, η αυθεντικότητα και η απλότητα μ’ έκανε να ενδιαφερθώ για το έργο και συγκεκριμένα για το ρόλο του Αρίστου, του οικοδόμου, τον τύπο του ανθρώπου που αντιπροσωπεύει μια ολόκληρη γενιά και κοινωνική τάξη. Ο «Πασατέμπος» αποτελεί για μένα, το θεατρικό ζωντάνεμα του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, της απλότητας και της αυθεντικότητας. Γιάννης Νάνος 10 Απ’ όλα τα ταξίδια, προτιμώ αυτά του μυαλού και της ψυχής. Σχεδόν πάντα, βέβαια, είναι μοναχικά. Αυτό όμως, ήταν ένα υπέροχο ταξίδι, που το έκανα με μια μεγάλη παρέα. Φτιάξαμε μια τεράστια βαλίτσα, θερμός με ζεστό καφέ, σαντουϊτσάκια, κουλουράκια, νοικιάσαμε ένα πουλμανάκι και τραγουδώντας στη διαδρομή, φτάσαμε ΕΔΩ! Εδώ είναι η παραλία. Κι είναι ζεστή... και δροσερή... κι απλώσαμε τη συντροφιά μας... κι αγαλλιάσαμε. Μα ό,τι είδαμε στο δρόμο, είχε μια ομορφιά αλλιώτικη. Την ομορφιά της λαχτάρας. Με χαρά θα έμπλεκα και πάλι τα ρούχα μου, σε μια κοινή βαλίτσα, για ένα ακόμα ταξίδι. Ας αρχίσω να τ’ ονειρεύομαι. Κατερίνα Μπαγουλή Ο Γκιωνάκης επέμενε ότι οι άνθρωποι κάθονται στις καρέκλες και όχι στα τραπέζια, όταν ο Σταυρίδης έψαχνε «Τα κίτρινα γάντια». Για να πω την αλήθεια, ποτέ δε μ’ άρεσε ο πασατέμπος, ούτε κι ακόμη μ’ αρέσει... Πέραν του ότι τον θεωρώ πολύ βαρετό σαν γεύση για να περνώ την ώρα μου - ακόμη πιο βαρετό κι απ’ τα στραγάλια - είναι κι όλες αυτές οι τεχνικές δυσκολίες που τον συνοδεύουν: συχνά φτύνεις αίμα για να τον τοποθετήσεις ακριβώς κάθετα μεταξύ της πάνω και κάτω σιαγόνας ώστε να ‘χεις περισσότερες ελπίδες να τον ανοίξεις πιο γρήγορα, ενώ συχνά επίσης είναι τόσο αλατισμένος που στο τέλος η γλώσσα σου γίνεται σαν τσαρούχι μέχρι να φτάσεις στο ανάλατο ζουμί του. Άσε που μετά έχεις να βγάλεις και τα ενοχλητικά τσόφλια ανάμεσα απ’ τα δόντια - σ’ αυτή την κατηγορία εντάσσεται ασφαλώς και το αράπικο φιστίκι. Α πα πα, δεν είμαι εγώ για τέτοιες ταλαιπωρίες! Αν μ’ αρέσουν κάποια απ’ τα ξηροκάρπια, αυτά είναι τα cashew nuts και το καθαρισμένο φιστίκι Αιγίνης, το επονομαζόμενο και «πονηρό». Τώρα, γιατί αυτό το παραλλήρημα; Απλούστατα, για να πω ότι για μένα ο πασατέμπος δεν συνδέεται σε καμία περίπτωση με το παλιό ελληνικό σινεμά. Στην τελική, αν πρέπει να βρω κάποια σύνδεση, αυτή θα ‘ταν η ελληνική μετάφραση του όρου «nuts», που, μεταξύ άλλων, σημαίνει και «τρελός», «αλαφροΐσκιωτος» ή όπως αλλιώς θα λέγαμε σήμερα, «κούκου»! Σαν να λέμε δηλαδή, «Πάστα Φλώρα»... Αυτά. Κι όποιος δεν έπιασε το υπονοούμενο, καλά να πάθει. Γιώργος Πράντζος Πίσω στα χρόνια της νιότης μας, τότε που τα μεσημέρια της Κυριακής γίνονταν σημείο αναφοράς για την παρέα, με ασπρόμαυρο - κυρίως - γέλιο, με τις ατάκες να τις λέμε πριν ακουστούν, τότε που το γκρίζο δεν είχε μπει στη ζωή μας όπως τώρα, τότε που τα πράγματα φάνταζαν ακόμη απλά. Κι ακόμη πιο πίσω… ουρές στους χειμερινούς (συχνά 2 τα έργα), χαλίκι και πάνινες καρέκλες στο καλοκαιρινό «ΑΘΗΝΑΙ». Τώρα πολυκατοικία; Πάρκινγκ; Σούπερ Μάρκετ; Σάμαλι, Τam-Tam, τσιπς, κωκ… Νίκος Τσίπης 11 Μερικέσ από τισ ατάκεσ του Πασατέμπου (Ο Κωσταντάρας διατηρεί σχολή μανεκέν) Λάμπρος Κωσταντάρας: Ίσιο το κορμί, ψηλά το κεφάλι, κίνησις αρμονική, βήμα ανάλαφρο, ύφος αρχοντικόν. Και κυρίως σοβαρότης. Όχι τσαχπινιές, όχι νάζια και καμώματα. Το μανεκέν δεν είναι μπαλαρίνα του μουσικού θεάτρου. Το μανεκέν είναι ένα πλάσμα που φορώντας μια ξένη τουαλέτα ενσαρκώνει μια ξένη προσωπικότητα. Όταν θα βρίσκεστε επάνω στην πασαρέλα των επιδείξεων, εσείς δε θα είσαστε εσείς. Εσείς θα είσαστε μια άλλη κυρία που θα φορά το φουστάνι που φοράτε αυτή τη στιγμή εσείς... Μαθήτρια #1: Τι λέει; Μαθήτρια #2: Δεν ξέρω, αλλά είναι σπουδαίος δάσκαλος... Ένας τρελός γλεντζές Κοιμάσαι; Όχι. Δεν μπορώ να κοιμηθώ... Δημήτρης Παπαμιχαήλ: Σκέφτεσαι το κορίτσι σου; Γιώργος Τσιτσόπουλος: Όχι! Έφαγα πολύ πεπόνι... Δημήτρης Παπαμιχαήλ: Γιώργος Τσιτσόπουλος: Η Αλίκη στο ναυτικό Βρε μυστήριο πράγμα αυτό με τα λεφτά... Αυτοί που ξέρουν να τα βγάλουν δεν ξέρουν να τα χαρούν κι αυτοί που ξέρουν να τα φάνε δεν μπορούν να τα μαζέψουν... Δημήτρης Νικολαίδης: Θα σε κάνω βασίλισσα Ίλυα Λιβυκού: Αχ! Τι είναι αγάπη μου; Ένα ρίγος... ... Ίλυα Λιβυκού: Αχ, αχ! Βασίλης Λογοθετίδης: Δύο ρίγη... Λάμπρος Κωσταντάρας: Ίλυα Λιβυκού: Νίκος Σταυρίδης: Ποιος είναι εδώ; Εμείς οι δύο! Γιάννης Γκιωνάκης: Ούτε γάτα ούτε ζημιά Τα κίτρινα γάντια Τι θέτε; Θέτε τίποτα; Έχεις μια πορτοκαλάδα ρε; Γιάννης Γκιωνάκης: Πορτοκαλάδα θέτε; Νίκος Σταυρίδης: Ναι. Γιάννης Γκιωνάκης: Από πορτοκάλια; Νίκος Σταυρίδης: Όχι, από μούσμουλα! Γιάννης Γκιωνάκης: Νίκος Σταυρίδης: 12 Τα κίτρινα γάντια Πιάσε μια πορτοκαλάδα ρε! Πορτοκαλάδα θέτε; Νίκος Σταυρίδης: Πορτοκαλάδα, λεμονάδα... Γιάννης Γκιωνάκης: Λεμονάδα θέτε; Νίκος Σταυρίδης: Άιντε, λεμονάδα! Γιάννης Γκιωνάκης: Από λεμόνια; Νίκος Σταυρίδης: Ώρε τι θα γίνω εγώ με δαύτον... Ρε, έχεις μια γκαζόζα; Γιάννης Γκιωνάκης: Γκαζόζα θέτε; Ε, μα τι θέτε; Μια μου λέτε πορτοκαλάδα, μια λεμονάδα, μια γκαζόζα... Νίκος Σταυρίδης: Άκου ΄δω! Μια κι όξω! Πορτοκαλάδα; Γιάννης Γκιωνάκης: Πορτοκαλάδα θέτε; Νίκος Σταυρίδης: Ναι! Γιάννης Γκιωνάκης: Από πορτοκάλια; Νίκος Σταυρίδης: Ααα, μην το ξαναπάμε πάλι από την αρχή. Γιάννης Γκιωνάκης: Πορτοκαλάδα θέτε; Να σας δώκω. Νίκος Σταυρίδης: Άιντε, δώκε μου, να ξεμπερδεύουμε... Νίκος Σταυρίδης: Γιάννης Γκιωνάκης: Τα κίτρινα γάντια [Χτυπάει παλαμάκια να έρθει ο Ζήκος] Εσύ όχι παλαμάκια! Να παλαμοκροτάν αυτοί που πληρώνουν! Όχι εσύ που θέλουμε τρεις κιμωλίες στο γράψε-σβήσε τη βδομάδα για σένα, έτσι; Κώστας Μεντής: Κώστας Χατζηχρήστος: Της κακομοίρας Ντίνος Ηλιόπουλος: Ο έρωτας είναι σαν τις αμοιβάδες. Γι’ αυτό πρέπει να είναι... αμοιβαίος! Τρεις κούκλες κι εγώ Αυτά τα ψάρια είναι φρεσκότατα. Ξέρω εγώ από αυτά. Ο πατέρας μου πάστωνε ψάρια. Ήτανε, που λέμε, πάστωρ... Αλίκη Βουγιουκλάκη: Το δόλωμα Λοιπόν δεν ξέρω αν το προσέξατε, αλλά σήμερα είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα, είμαστε! Ντίνος Ηλιόπουλος: Ο ατσίδας Δ. Παπαγιαννόπουλος: Τι θα το κάνουμε εδώ μέσα, Αμέρικαν μπαρ; Η βίλα των οργίων Γιώργος Τζιφός (ως ταξιτζής): Παθώς και μαθώς Η παροιμιώδης αυτή φράση προέκυψε από την ταινία. Δεν προϋπήρχε. (Προϋπήρχε όμως η παροιμία «το πάθημα-μάθημα» και το «πάθει μάθος» του Αισχύλου.) Η γυνή να φοβήται τον άνδρα 13 Σαπφώ Νοταρά: Εδώ μέσα γίνονται Σόδομα και Γόμορρα! Αχ αυτή η γυναίκα μου Όλα είναι ατμός Ορίστε; Θρασύβουλας: ...εκτός από τον έρωτα και διαλύονται. Το χρήμα είναι ατμός και φεύγει. Η δόξα είναι ατμός και πάει. Ζεις για λίγα χρόνια τη ζωή σου και ύστερα από λίγο, «Άμωμοι εν οδώ αλληλούια». Αλέκος: Χαρούμενο θέμα βρήκες. Έχεις κάνει ψάλτης; Θρασύβουλας: Όχι, άλλα έχω παρακολουθήσει καμιά εκατοστή κηδείες. Αλέκος: Πολύ ωραία ψυχαγωγία διάλεξες. Και τι θέλεις τώρα, να παρακολουθήσεις και τη δική μου; Θρασύβουλας: Όχι αλλά θα πεθάνεις και συ μια μέρα, δε θα πεθάνεις; Αλέκος: Μπα, Χριστός και Παναγία. Χτύπα ξύλο χριστιανέ μου. Κουνήσου από τη θέση σου. Θρασύβουλας: Χτυπήσεις - δε χτυπήσεις, κουνηθείς - δεν κουνηθείς, ουδείς γλιτώνει το μοιραίο. «Η ζωή εισερχομένη από την πόρτα, ο θάνατος παραμονεύει στο παράθυρο». Θρασύβουλας. Αλέκος: Γιατί Θρασύβουλας; Θρασύβουλας: Εγώ το είπα αυτό. Αλέκος: Α, σκέψεις μεγάλων ανδρών... Θρασύβουλας: Έτσι είναι. Διότι ό,τι και να κάνεις στη ζωή, όσο και να ζήσεις, θα ‘ρθει μια μέρα ο καπετάν Μιχάλης και θα σου πει: «Μουσιού, για γκελ μπουρντά». Αλέκος: Ποιος είναι ο καπετάν Μιχάλης; Θρασύβουλας: Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ. Αλέκος: Α, ωραία. Και μιλάει γαλλικά ή τούρκικα; Θρασύβουλας: Μωρέ ό,τι του γουστάρει μιλάει. Αλέκος: Σωστά! Αρχάγγελος είναι, ό,τι θέλει κάνει. Θρασύβουλας: «Το μόνο σίγουρο πράγμα στη ζωή είναι ο θάνατος!» Θρασύβουλας. Αλέκος: Μέλι στάζει η γλώσσα σου. Θρασύβουλας: «Αχ, ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης» Αλέκος: Θρασύβουλας! Θρασύβουλας: Όχι, αυτό δεν είναι δικό μου. Αλέκος: Α, βλέπω δεν κάνεις λογοκλοπή. Θρασύβουλας: Όχι, λέω μόνο τα δικά μου εγώ. Αλέκος: Δε μου λες, εξοχικό κέντρο είναι εδώ ή γραφείο κηδειών; Θρασύβουλας (Βέγγος): Αλέκος (Ηλιόπουλος): Ο ατσίδας Στέφανος Στρατηγός: Δεν ξέρετε την μέθοδο του «στρίβειν διά του αρραβώνος»; Ο ατσίδας 14 Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΑΝΩΛΗ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΕΣΠΩΣ Η ΙΔΕΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΝΩΛΗ Η ιστορία του Μανώλη βασίζεται σε πραγματικό πρόσωπο. Συγκεκριμένα, όταν φοιτητής κατέβαινα Ελλάδα κάποια Χριστούγεννα με το τρένο από το Μόναχο, στο Γκρατς της Αυστρίας ανέβηκε ένας ηλικιωμένος κύριος. Στη συζήτηση που πιάσαμε μου είπε ότι ξαναγυρνούσε στην Ελλάδα μετά από σαράντα περίπου χρόνια. Στην κατοχή τον συνέλαβαν οι Γερμανοί. Νεαρός. Κατέληξε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, νομίζω στο Νταχάου. Μετά την απελευθέρωση του στρατοπέδου, οι κρατούμενοι δεν αφέθηκαν να φύγουν αλλά παρέμειναν για μήνες (αυτό έγινε σε όλα τα στρατόπεδα). Όταν πια άφησε το στρατόπεδο είχε άλλα να αντιμετωπίσει. Δεν είχε παπίρε, δεν είχε χρήματα, δεν είχε τίποτε. Άλλωστε, την εποχή εκείνη δεν ήταν και εύκολο να ταξιδέψεις, ακόμη κι αν είχες παπίρε και χρήματα. Περιφερόταν στην κατεστραμμένη κεντρική Ευρώπη, κάνοντας κανένα μεροκάματο όπου έβρισκε (συνήθως για ένα πιάτο φαγητό), έως ότου κατέληξε στην Αυστρία. Στο μεταξύ, στην Ελλάδα μάθαινε ότι υπάρχει εμφύλιος, μάχες, στρατοδικεία, εκτελέσεις, εκτοπίσεις, φτώχεια και καταστροφή. Η απόφαση να μείνει στην Αυστρία δεν ήταν δύσκολη. Κάποια στιγμή μπόρεσε να επικοινωνήσει με κάτι φίλους που τον ενημέρωσαν ότι οι γονείς είχαν πεθάνει. Συγγενείς άλλους δεν είχε, ούτε αδέρφια. Στο μεταξύ είχε παντρευτεί (ή παντρεύτηκε μετά), έριξε άγκυρα στο Γκρατς και μαύρη πέτρα στην Ελλάδα. Μέχρι εκείνο το ταξίδι που τον γνώρισα. Κι έτσι στήσαμε την ιστορία του Μανώλη. Νίκος Γκουβάτσος Η ιστορία του Μανώλη βασίζεται σε πραγματικό πρόσωπο. Ο ΜΑΝΩΛΗΣ, Η ΔΕΣΠΩ ΚΑΙ «Η ΚΟΛΑΣΙΣ» Κατερίνα Μπαγουλή Ο έρωτας! Ο υπέροχος έρωτας! Σαν αεράκι η πρώτη ματιά, εκείνο το απόγευμα του Δεκέμβρη του ‘43, που ο Μανώλης, παιδί ακόμα στα 20, συνάντησε τη 17χρονη Δέσπω. Σαν αεράκι δροσερό, που λίγο κράτησε. Γιατί, μόλις βαθιά βυθίστηκε το βλέμμα στην καρδιά, θύελλα ξεσηκώθηκε και τους συνεπήρε! Χέρι-χέρι βάδιζαν κι αντάλλασαν φιλιά και λόγια αγάπης, μέχρι εκείνο το βράδυ του Φλεβάρη του ’44, που όλα έμελλε ν’ αλλάξουν. Το χιόνι έπεφτε πυκνό και το κρύο εκδικείτο όποιον είχε το θάρρος να το αψηφίσει. Η Δεσπούλα ήταν σπίτι με το πλεκτό στο χέρι και το μυαλό στον αγαπημένο της. Μια γλυκειά ανατριχίλα διαπέρασε το κορμί της στην ανάμνηση των όμορφων στιγμών που πέρασαν μαζί όταν εκείνη έγινε δική του. Τον αγαπούσε μ’ όλη τη δύναμη της νεανικής της καρδιάς και μ’ όλη της τη δύναμη του δόθηκε. Ο Μανώλης ήταν στο δρόμο, μέσα στο χιόνι και την παγωνιά κι έσκαγε λάστιχα σε γερμανικά καμιόνια. Έπεσε σε μπλόκο όμως μαζί με τους φίλους του και τους συνέλα15 οι Γερμανοί. Πριν Και ήταν βαν τους πιάσουν, πάνω πράγματι στη φούρια και τον πανικό, κατόρθωσε η δική του να ψιθυρίσει δυο λόστον φίλο του τον η Δέσπω. για Θανάση. «Θανάση, αδελφέ μου, αν τα καταφέρεις κι εγώ όχι, να μου προσέχεις τη Δεσπούλα μου. Ξέρεις πως είναι ορφανή και πως χρειάζεται συμπαράσταση. Μου το υπόσχεσαι;» Και ο Θανάσης το υποσχέθηκε. Τον Μανώλη τον συνέλαβαν οι Γερμανοί και τον έστειλαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Μακριά από την πατρίδα, μακριά από την οικογένεια, μακριά από την αγαπημένη του, που δεν πρόλαβε ούτε ν’ αποχαιρετήσει, σπάραζε η καρδιά του. Η μόνη του παρηγοριά, η υπόσχεση του Θανάση, ότι θα προσέχει τη Δεσπούλα του. Αχ, η Δεσπούλα! Μόλις έμαθε από τον Θανάση, που γλύτωσε τη σύλληψη, τι έγινε, στράγγιξε το αίμα από το προσωπάκι της και μια λιγοθυμιά την έριξε στην αγκαλιά του. Μόλις συνήλθε έκλαιγε χωρίς σταματημό για 3 μέρες. Ο Θανάσης, εκεί δίπλα της, να την παρηγορεί. Ούτε 2 μήνες δεν πέρασαν και σκάει σαν βόμβα το νέο. Η Δεσπούλα είναι έγκυος. Και από τον Μανώλη ούτε ένα νέο. Που είναι, τι κάνει, αν ζει, αν πέθανε. Τι θα κάνει η μικρή ορφανή; Με μια μικρή σύνταξη του πατέρα της, δεν έχει κλείσει ούτε τα 18 και σε μια κοινωνία που θα την κατατρέξει! Τι θα κάνει; Ο Θανάσης όμως, δεν ξεχνάει την υπόσχεση που έδωσε στον φίλο του. Όταν η Δεσπούλα του εξομολογείται την κατάσταση, της προτείνει αμέσως να την παντρευτεί εκείνος. Έτσι θα την αποκαταστήσει στην κοινωνία και το παιδί της θα έχει όνομα και πατέρα. Όταν τη βλέπει να διστάζει, γιατί ξέρει την αγάπη της για τον Μανώλη, της εξηγεί ότι ο γάμος θα είναι λευκός κι αν, και όταν ο Μανώλης γυρίσει, θα την απελευθερώσει για να ζήσει μαζί του. Με δάκρυα στα μάτια κι ευγνωμοσύνη στην καρδιά η Δεσπούλα δέχεται την πρόταση του Θανάση, ο οποίος είχε αρχίσει να τρέφει αισθήματα γι’ αυτήν. Όμως, άσχετα απ’ αυτό, θα κάνει πραγματικά ότι πρέπει για να την προστατέψει και να κρατήσει την υπόσχεσή του. Ο πόλεμος τελειώνει. Ο Μανώλης, αφού περνάει αρκετό καιρό στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, επιθυμεί να επιστρέψει. Με δυσκολία πολύ καταφέρνει να τηλεφωνήσει στο παντοπωλείο του κυρ-Θωμά δίπλα απ’ το σπίτι του στην Καισαριανή. Ο κυρ-Θωμάς χαίρεται πολύ που τον ακούει. Του λέει πως η κατάσταση στην πατρίδα είναι πολύ δύσκολη. Ο Μανώλης του ζητά να φωνάξει την αδελφή του την Ασπασία για να της μιλήσει, αλλά πρώτα τον ρωτάει αν ξέρει τι κάνει η Δεσπούλα. Ο κυρ-Θωμάς, που ήξερε τον έρωτά του, με δισταγμό του λέει πως η Δεσπούλα έχει παντρευτεί λίγο καιρό αφότου έφυγε και έχει και παιδί. Με την καρδιά του μαύρη ο Μανώλης, μίλησε μετά και με την αδελφή του την Ασπασία. Εκείνη του την έκανε ακόμα πιο μαύρη. Του είπε πως έχουν μεγάλο πρόβλημα οικονομικό, ο πατέρας δεν είναι καλά και δεν τα βγάζουν πέρα. Πρέπει να δει τι θα κάνει για να τους βοηθήσει. Και τότε ο Μανώλης παίρνει την απόφαση να μην γυρίσει. Η μοίρα τον φέρνει στο Λουξεμβούργο, που έμαθε πως ψάχνουν για εργάτες. Δούλεψε σκληρά για χρόνια πολλά κι έστελνε λεφτά στις αδελφές του, κάνοντας κι εκείνος ένα γερό κομπόδεμα. Ακόμα κι Ο έρωτας! Ο υπέροχος έρωτας! 16 Τον αγάπησα τον Θανάση, αλλά ο έρωτας μου ήσουν μόνο εσύ Μανώλη. όταν οι αδελφές του παντρεύτηκαν δεν σταμάτησαν να του ζητούν, μια και του έλεγαν πως έχει υποχρέωση να συνεισφέρει για τ’ ανήψια του. Έτσι πέρασαν τα χρόνια, μέχρι που το 1962 ο Μανώλης αποφασίζει πως ήρθε η ώρα να γυρίσει στην πατρίδα. Με μια βαλίτσα στο χέρι, φτάνει στην Καισαριανή, στη γειτονιά του, και το πρώτο πράγμα που βλέπει μπροστά του είναι, εκεί, πάνω σε μια κολώνα, ένα κηδειόσημο. Σαν το χέρι της μοίρας να τον σταμάτησε για να διαβάσει, ότι αυτός που έφυγε για το μεγάλο ταξίδι, ήταν ο φίλος του ο Θανάσης, και, αν δεν τον γελούσαν τα κουρασμένα του μάτια από κάτω έγραφε, «η σύζυγος: Δέσπω» Ποια Δέσπω; Η δική του Δέσπω; Η Δεσπούλα; Αποφάσισε να πάει στην κηδεία, που ήταν την επομένη, για να αποχαιρετήσει τον φίλο του και για να λυθεί και το μυστήριο. Και ήταν πράγματι η δική του η Δέσπω που έκλαιγε τον Θανάση και ένα παλληκάρι μέχρι εκεί πάνω που στεκόταν δίπλα της, έκλαιγε κι αυτό τον πατέρα του. Η Δέσπω, αρκετά αλλαγμένη μετά από τόσα χρόνια, δεν πίστευε στα μάτια της. Τρόμαξε κι αυτή να τον γνωρίσει. Λίγα είπαν εκείνη τη μέρα. Μετά τα σαράντα, ο Μανώλης τη συνάντησε και μίλησαν. Και τότε η Δέσπω του είπε όλη την ιστορία. Του διηγήθηκε τα χρόνια που πέρασαν χωρίς να κρύψει τίποτα. Του είπε πως ο Θανάσης κράτησε στο ακέραιο την υπόσχεση που του είχε δώσει. Την παντρεύτηκε για να σώσει την τιμή της και την τιμή του αγέννητου παιδιού τους (ναι Μανώλη, του παιδιού μας, του δικού μας παιδιού!). Για πολύ καιρό ο γάμος ήταν λευκός, αλλά επειδή αυτό ήταν άδικο για τον Θανάση και επειδή κι εκείνη τον αγάπησε όπως κι εκείνος την αγαπούσε, παρόλο που ποτέ δεν την πίεσε, ο γάμος τους έγινε ένας κανονικός, ωραίος γάμος. Ήταν ένας υπέροχος σύζυγος κι ένας εξαιρετικός πατέρας. «Τον αγάπησα τον Θανάση, αλλά ο έρωτας μου ήσουν μόνο εσύ Μανώλη». Εμβρόντητος ο Μανώλης, άκουσε την ιστορία. Έτσι σιγάσιγά, άρχισαν να έρχονται πάλι κοντά με τη Δέσπω. Να πιάνουν την ιστορία εκεί που την άφησαν 18 χρόνια πριν. Μ’ έναν ήρεμο έρωτα αυτή τη φορά, αποφάσισαν να βαδίσουν μαζί. Κι όταν ο Μανώλης άνοιξε το μαγαζί, τη Δέσπω πήρε να το φροντίζει και τον Αρτέμη, το γιο του (που ακόμη δεν είχε μάθει ποιος ήταν ο βιολογικός του πατέρας). Ο Μανώλης θα ήθελε ο γιος του να μάθει την αλήθεια, αλλά η Δέσπω, πάντα είχε τις αμφιβολίες και τους δισταγμούς της κι έτσι πέρναγαν τα χρόνια και ο Αρτέμης ήξερε βέβαια την αδυναμία που είχε ο κυρ-Μανώλης στη μητέρα του και το πατρικό ενδιαφέρον που έδειχνε για κείνον, αλλά το μυαλό του δεν μπορούσε ποτέ να φτάσει σε μια τέτοια αλήθεια. 17 Η Θεατρική Εταιρεία Λουξεμβούργου (ΘΕΛ) ιδρύθηκε στα τέλη του 1987 και είναι τμήμα του Πολιτιστικού Ομίλου των Ευρωπαϊκών Οργάνων στο Λουξεμβούργο. Προηγουμένως, ο Θίασος Ελλήνων Λουξεμβούργου, ένωση υπό άτυπη μορφή, ανέβασε την άνοιξη του 1987 το έργο του Ηλία Καπετανάκη «Η Βεγγέρα», σε σκηνοθεσία Γιώργου Αρβανίτη (δύο παραστάσεις στο Λουξεμβούργο και μία στις Βρυξέλλες). Η Εταιρεία Σκοπός της ΘΕΛ είναι, σύμφωνα με το καταστατικό της, «η διοργάνωση θεατρικών δραστηριοτήτων σε ελληνική γλώσσα και η έρευνα και η εκπαίδευση στις τέχνες και τεχνικές του θεάματος». Βασικές της δραστηριότητες είναι οι θεατρικές παραστάσεις και τα θεατρικά εργαστήρια και σεμινάρια. Επειδή μια ερασιτεχνική ομάδα γερνάει και πεθαίνει αν δεν ανανεώνεται, οργανώνουμε ένα με δύο «θεατρικά εργαστήρια» το χρόνο (συνήθως στη διάρκεια κάποιου Σαββατοκύριακου) με διάφορους «δασκάλους». Τα θέματα ποικίλλουν από εισαγωγικά εργαστήρια μύησης στη θεατρική πράξη μέχρι εργαστήρια μύησης σε συγκεκριμένες μορφές (π.χ. παντομίμα, μαριονέτες). Βασικός σκοπός αυτών των εργαστηρίων είναι να προσελκύουν άτομα που ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν σε θεατρική δράση υπό την καθοδήγηση ειδικών. Κάποια από τα άτομα αυτά ενδέχεται να αισθάνονται ότι είναι έτοιμα να κάνουν το βήμα και να εκτεθούν επί σκηνής. Με αυτόν τον τρόπο έρχεται νέο αίμα στη ΘΕΛ. Το ζητούμενο για τη ΘΕΛ είναι να αξιοποιηθεί και να αναδειχθεί το δυναμικό των ανθρώπων που βρίσκονται στο Λουξεμβούργο. Σκοπός της είναι η δημιουργία και παρουσίαση θεατρικών παραστάσεων για τους Έλληνες του Λουξεμβούργου. Γι’ αυτό και η μετάκληση θιάσων δεν αποτελεί σημαντικό μέρος της δραστηριότητας της εταιρείας. Οι θεατρικές μας παραστάσεις Μετά τη σύσταση της ΘΕΛ ανέβηκαν τα εξής έργα: 1988 Η Τελετή, του Παύλου Μάτεσι και Η πόλη, της Λούλας Αναγνωστάκη σε σκηνοθεσία Γιώργου Αρβανίτη (δύο παραστάσεις στο Λουξεμβούργο και μία στις Βρυξέλλες). 1989 Οι Παλαιστές, του Σταύρου Καρρά σε σκηνοθεσία Χρήστου Μακρυγιώργου (δύο παραστάσεις στο Λουξεμβούργο, μία στις Βρυξέλλες και μία στην Κολωνία). 18 1990 Ένα θέαμα με μαριονέτες, βασισμένο στους μύθους του Αισώπου και του La Fontaine (πέντε παραστάσεις στο Λουξεμβούργο). 1993 Αχαρνής, μουσική παράσταση του Διονύση Σαββόπουλου (μία μοναδική παράσταση στο Λουξεμβούργο). 1998 Μήδεια του Μποστ, σε σκηνοθεσία Γιάννη Γαβρά (δύο παραστάσεις στο Λουξεμβούργο και δύο στις Βρυξέλλες). 1999 Ο Βυσσινόκηπος, του Αντόν Τσέχωφ, σε σκηνοθεσία Γιάννη Γαβρά (δύο παραστάσεις στο Λουξεμβούργο και δύο στις Βρυξέλλες). 2000 Πάθη Πολέμου — Ειρήνης Πάθος, σύνθεση αποσπασμάτων από τους Αχαρνής και τη Λυσιστράτη του Αριστοφάνη και τις Τρωάδες του Ευρυπίδη διασκευασμένα από τη Ματίνα Μόσχοβη σε σκηνοθεσία Κάτιας Λυτρίδου (μία παράσταση στο Λουξεμβούργο). 2001 Χαμογελάστε κύριε Τσέχωφ, τέσσερα μονόπρακτα του Αντόν Τσέχωφ (Κύκνειο άσμα, Πρόταση γάμου, Η αρκούδα και Η επέτειος) σε σκηνοθεσία Ματίνας Μόσχοβη (3 παραστάσεις στο Λουξεμβούργο). 2003 Βικτόρ ή τα παιδιά στην εξουσία, του Ροζέ Βιτράκ, σε σκηνοθεσία Γιάννη Γαβρά (τρεις παραστάσεις στο Λουξεμβούργο και μία στις Βρυξέλλες). 2005 Ταρτούφος, του Μολιέρου, σε σκηνοθεσία Γιάννη Γαβρά (τρεις παραστάσεις στο Λουξεμβούργο και μία στις Βρυξέλλες). 2006 Μορμόλης, του Ράινερ Χάχφελντ, σε σκηνοθεσία Σπύρου Πηλού (τρεις παραστάσεις στο Λουξεμβούργο). 2007 La Nonna, του Roberto Cossa, σε σκηνοθεσία Γιάννη Γαβρά (τρεις παραστάσεις στο Λουξεμβούργο και μία στις Βρυξέλλες). 2008 Ο Καραγκιόζης στην ακροθαλασσιά, παράσταση θεάτρου σκιών με συνοδεία ζωντανής μουσικής (δύο παραστάσεις στο Λουξεμβούργο). 2009 Ξενοδοχείο ο Παράδεισος, του Ζορζ Φεϊντό, σε σκηνοθεσία Γιάννη Γαβρά (τρεις παραστάσεις στο Λουξεμβούργο). 2010 Οδυσσεβάχ, της Ξένιας Καλογεροπούλου, σε σκηνοθεσία Σπύρου Πηλού (δύο παραστάσεις στο Λουξεμβούργο). 2011 Οι αγροίκοι, του Κάρλο Γκολντόνι, σε σκηνοθεσία Γιάννη Γαβρά (τρεις παραστάσεις στο Λουξεμβούργο και μία στις Βρυξέλλες). 2013 Με δύναμη από την Κηφισιά, των Δημήτρη Κεχαΐδη – Ελένης Χαβιαρά, σε σκηνοθεσία Σπύρου Πηλού (τέσσερις παραστάσεις στο Λουξεμβούργο). Περισσότερες πληροφορίες στην ιστοσελίδα: http://theatrikolux.wordpress.com/ 19 Τα τραγούδια τησ παράστασησ Από την ταινία «Δημήτρη μου… Δημήτρη μου» (1967), με τους Δημήτρη Παπαμιχαήλ, Ξένια Καλογεροπούλου, Δέσποινα Στυλιανοπούλου, Σαπφώ Νοταρά, Χρήστο Τσαγανέα, Κώστα Πρέκα και άλλους ηθοποιούς. Σκηνοθεσία: Κώστας Καραγιάννης Παραγωγή: Καραγιάννης-Καρατζόπουλος Σενάριο: Λάκης Μιχαηλίδης Μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει Στίχοι: Δημήτρης Χριστοδούλου Μουσική: Γιώργος Ζαμπέτας Πρώτη εκτέλεση: Δημήτρης Παπαμιχαήλ Μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει κι η ζωή νερό περνάει κι όποιος δεν το ρίξει έξω αδικοχαμένος πάει στην παλιοζωή Νύχτα μπαίνει νύχτα βγαίνει κι η καρδιά μας που πονάει μέσα απ’ τους καημούς διαβαίνει και για άλλη αγάπη πάει στην παλιοζωή Δώσ’ της γέλιο και τραγούδι της καρδιάς σου που πονά τα ποτάμια που κυλάνε δεν γυρίζουν στα βουνά Δώσ’ της γέλιο και τραγούδι της καρδιάς σου που πονά τα ποτάμια που κυλάνε δεν γυρίζουν στα βουνά Ώρα μπαίνει ώρα βγαίνει κι απ’ τη μια στιγμή στην άλλη κει που φίλαγες εκείνη τώρα αγαπάς την άλλη στην παλιοζωή Δώσ’ της γέλιο και τραγούδι της καρδιάς σου που πονά τα ποτάμια που κυλάνε δεν γυρίζουν στα βουνά 20 Από την ταινία «Η παριζιάνα» (1969), με τους Ρένα Βλαχοπούλου, Έρρικα Μπρόγιερ, Κώστα Καρρά, Χρόνη Εξαρχάκο, Βαγγέλη Σειληνό, Γιώργο Τσιτσόπουλο, Γιώργο Γαβριηλίδη, Ρία Δελούτση, Δημήτρη Καλλιβωκά και άλλους ηθοποιούς. Σκηνοθεσία: Γιάννης Δαλιανίδης Παραγωγή: ΦΙΝΟΣ φιλμ Σενάριο: Γιάννης Δαλιανίδης Ζωγραφισμένα στο χαρτί Στίχοι: Άκος Δασκαλόπουλος Μουσική: Μίμης Πλέσσας Πρώτη εκτέλεση: Μαρινέλλα Ζωγραφισμένα στο χαρτί τα λόγια σου κρατάω, ζωγραφισμένα στην καρδιά τα μάτια π’ αγαπάω. Σαν βασιλικός θ’ανθίσει το λουλούδι μου, έλα, νύχτα, για ν’ ακούσεις το τραγούδι μου. Ζωγραφισμένα στο χαρτί παράπονα θα στείλω και της αγάπης τον καημό σε κεντημένο φύλλο. Σαν βασιλικός θ’ανθίσει το λουλούδι μου, έλα, νύχτα, για ν’ ακούσεις το τραγούδι μου. 21 Από την ταινία «Λαός και Κολωνάκι» (1959) με τους Κώστα Χατζηχρήστο, Κάκια Αναλυτή, Κώστα Κακκαβά, Ξένια Καλογεροπούλου, Σταύρο Ξενίδη, Ρίκα Διαλυνά, Νίτσα Τσαγανέα, Εύη Μαράντη, Άγγελο Μαυρόπουλο και άλλους ηθοποιούς. Σκηνοθεσία: Γιάννης Δαλιανίδης Παραγωγή: Αφοι Ρουσόπουλοι, Παραγωγός: Γιώργος Λαζαρίδης, Δημήτρης Σαρρής, Κώστας Ψαρράς Σενάριο: Γιάννης Δαλιανίδης Λαόσ και Κολωνάκι Στίχοι: Μανώλης Χιώτης Μουσική: Μανώλης Χιώτης Εκτέλεση: Μαίρη Λίντα, Μανώλης Χιώτης Μεταγενέστερες ερμηνείες: Τόλης Βοσκόπουλος Τι σημασία έχει αυτό αν είμαι φτωχαδάκι κι εσύ αν είσαι πλούσια από το Κολωνάκι Όλοι το ίδιο είμαστε σε τούτο το κοσμάκη και όλοι έχουμε καρδιά λαός και Κολωνάκι Φτώχεια και πλούτη δυστυχώς ποτέ τους δεν ταιριάζουν μα όταν θέλουν δυο καρδιές λεφτά δε λογαριάζουν Ο έρωτας αγάπη μου τίποτα δεν κοιτάει και όταν θα ‘ρθει η στιγμή την πόρτα σου χτυπάει 22 Από την ταινία «Ο τσαχπίνης» (1968) με τους Σταύρο Παράβα, Σωτήρη Μουστάκα, Ντίνα Τριάντη, Σάσα Καστούρα, Άινα Μάουερ, Δημήτρη Νικολαΐδη, Χρήστο Δοξαρά, Μήτσο Λυγίζο, Αθηνόδωρο Προύσαλη και άλλους ηθοποιούς. Σκηνοθεσία: Ορέστης Λάσκος Παραγωγή: ΑΘΗΝΑ φιλμ Παραγωγός: Αθανάσιος Σύλιας Σενάριο: Δημήτρης Γιαννουκάκης, Γιώργος Λαζαρίδης Η Βίκυ Μοσχολιού ερμήνευσε το ίδιο τραγούδι και στην ταινία «Ο άνθρωπος που γύρισε από τα πιάτα» (1969) με τους Κώστα Χατζηχρήστο, Διονύση Παπαγιαννόπουλο, Καίτη Παπανίκα, Νίτσα Μαρούδα, Μέλπω Ζαρόκωστα, Νίκο Τσούκα και άλλους ηθοποιούς. Σκηνοθεσία: Πάνος Γλυκοφρύδης Παραγωγός: Κλέαρχος Κονιτσιώτης Σενάριο: Γιώργος Λαζαρίδης Σενάριο αρχική πηγή: Πολύβιος Βασιλειάδης, Νίκος Τσιφόρος (θεατρικό έργο «Ο άνθρωπος που γύρισε από τα πιάτα») Σ’ έβλεπα στα μάτια Στίχοι: Νίκος Γκάτσος Μουσική: Δήμος Μούτσης Πρώτη εκτέλεση: Βίκυ Μοσχολιού Μεταγενέστερες εκτελέσεις: Ελένη Τσαλιγοπούλου, Μελίνα Κανά. Σ’ έβλεπα στα μάτια κι ήσουνα δικός μου, ταίρι μου παντοτινό. Μ’ άφησες μια μέρα κι έχασα το φως μου κι έχασα τον ουρανό. Στον Άγιο Σπυρίδωνα ένα δειλινό γύρισες, χαρά μου, κι ήρθα να σε βρω. Δάκρυσαν τα μάτια σου, δάκρυσα κι εγώ στον Άγιο Σπυρίδωνα ένα δειλινό. Πάλι την πόρτα μου θα χτυπάς μ’ αγαπάς, μ’ αγαπάς πάλι καρδούλα μου θα σ’ το πω σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ. 23 Από την ταινία «Ορατότης Μηδέν» (παραγωγή 1969, πρώτη προβολή 1970) με τους Νίκο Κούρκουλο, Μαίρη Χρονοπούλου, Νίκο Γαλανό, Μάνο Κατράκη, Σπύρο Καλογήρου, Άγγελο Αντωνόπουλο, Ζώρα Τσαπέλη, Γιάννη Αργύρη, Βαγγέλη Καζάν, Στέλιο Βόκοβιτς, Άννα Βαγενά και άλλους ηθοποιούς. Σκηνοθεσία: Νίκος Φώσκολος Παραγωγή: ΦΙΝΟΣ Φιλμ Σενάριο: Νίκος Φώσκολος Βρέχει φωτιά στη στράτα μου Στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος Μουσική: Μίμης Πλέσσας Πρώτη εκτέλεση: Στράτος Διονυσίου Άλλες ερμηνείες: Γιώργος Νταλάρας, Δημήτρης Μητροπάνος κ.ά. Βρέχει φωτιά στη στράτα μου φωτιά που μ’ έχει κάψει για τα φτωχά τα νιάτα μου κανένας δε θα κλάψει Η ζωή, η ζωή εδώ τελειώνει σβήνει το καντήλι μου κι η ψυχή, η ψυχή σαν χελιδόνι φεύγει απ’ τα χείλη μου Κύμα πικρό στην πλώρη μου και τα πανιά σκισμένα ούτε αδελφός αγόρι μου δε νοιάστηκε για σένα Η ζωή, η ζωή εδώ τελειώνει σβήνει το καντήλι μου κι η ψυχή, η ψυχή σαν χελιδόνι φεύγει απ’ τα χείλη μου 24 Από την ταινία «Οι θαλασσιές οι χάντρες» (1967) με τους Ζωή Λάσκαρη, Φαίδωνα Γεωργίτση, Κώστα Βουτσά, Μάρθα Καραγιάννη, Μαίρη Χρονοπούλου, Γιάννη Βογιατζή, Γιώργο Τσιτσόπουλο, Νίκο Φέρμα. Σκηνοθεσία: Γιάννης Δαλιανίδης Παραγωγή: ΦΙΝΟΣ Φιλμ Σενάριο: Γιάννης Δαλιανίδης Του αγοριού απέναντι Στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος Μουσική: Μίμης Πλέσσας Πρώτη εκτέλεση: Μαίρη Χρονοπούλου Άλλες ερμηνείες: Άντζελα Δημητρίου, Δέσποινα Βανδή, Μαριάννα Πολυχρονίδη Του αγοριού απέναντι πείτε του πως πεθαίνω για τα βαριά ματόκλαδα, ματόκλαδα και τα βαριά τα χέρια Πείτε του πως ξαγρύπνησα και με τον πόνο δείπνησα γυρεύοντας τα μάτια του, τα μάτια του και τα ζεστά, και τα ζεστά του χέρια Του αγοριού απέναντι πείτε του πως το θέλω να μου ‘ρθει τα μεσάνυχτα, μεσάνυχτα και δίπλα μου να πέσει Και ως τα ξημερώματα να καίνε τα πατώματα Μια θάλασσα τα χάδια του, τα χάδια του κι εγώ φωτιά, κι εγώ φωτιά στη μέση 25 Σταμάτησε του ρολογιού τουσ δείχτεσ Στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος Μουσική: Μίμης Πλέσσας Πρώτη εκτέλεση: Ρένα Κουμιώτη Άλλες ερμηνείες: Μελίνα Κανά, Ελευθερία Αρβανιτάκη, Μελίνα Ασλανίδου κ.ά. Σταμάτησε του ρολογιού τους δείχτες τώρα που είμαστε αγκαλιά. Πάρε τις πίκρες, τις πίκρες μου και ρίχ’ τες στο βράχο του καβο-Μαλιά, καλέ μου, στο βράχο του καβο-Μαλιά. Σταμάτησε του ρολογιού τους δείχτες τώρα που είμαστε αγκαλιά, και τις βαθιές λαβωματιές σου δείχ’ τες να στις γιατρέψω με φιλιά, καλέ μου, να στις γιατρέψω με φιλιά. Σταμάτησε του ρολογιού τους δείχτες και τίποτα να μη μου πεις. Πέρασα χίλιες, χίλιες άδειες νύχτες, νύχτες που πρόσμενα να ’ρθεις, καλέ μου, νύχτες που πρόσμενα να ’ρθεις. 26 Από την ταινία «Η αρχόντισσα κι ο αλήτης» (1968) με τους Αλίκη Βουγιουκλάκη, Δημήτρη Παπαμιχαήλ, Διονύση Παπαγιαννόπουλο, Νίκο Ρίζο, Ελένη Ζαφειρίου, Λαυρέντη Διανέλλο, Φλωρέτα Ζάννα, Τζόλη Γαρμπή, Πέτρο Λοχαΐτη, Γιώργο Τσιτσόπουλο, Νίτσα Μαρούδα, Έλσα Ρίζου, Γιώργο Γαβριηλίδη. Σκηνοθεσία: Ντίνος Δημόπουλος Παραγωγή: ΦΙΝΟΣ φιλμ Σενάριο: Λάκης Μιχαηλίδης Η αγάπη θέλει δύο Στίχοι: Ντίνος Δημόπουλος Μουσική: Νίκος Μαμαγκάκης Πρώτη εκτέλεση: Αλίκη Βουγιουκλάκη και Δημήτρης Παπαμιχαήλ Νταλκάς βαρύς με βάρεσε ένα κορίτσι μ’ άρεσε πώς να το ομολογήσω Το ντέρτι μου ξεχείλισε μ’ είδε και δε μου μίλησε πρώτη θα καθαρίσω Έλα μαζί μου αρχόντισσα Απόψε που τα βρόντησα κι εδώ θα την αράξω Λεβέντη μου κι αλήτη μου δεν πάω απόψε σπίτι μου μαζί σου θα το κάψω Η αγάπη θέλει δύο για να ζεσταθεί να παλέψει με το κρύο να στεριώσει να σταθεί 27 Από την ταινία «Κρίμα… το μπόι σου» (1970) με τους Λάμπρο Κωνσταντάρα, Μάρω Κοντού, Αντρέα Μπάρκουλη, Δήμο Σταρένιο, Άγγελο Μαυρόπουλο, Θόδωρο Κατσαδράμη, Μάκη Δεμίρη, Γιώργο Μοσχίδη, Μπάμπη Ανθόπουλο, Γρηγόρη Μασάλα, Κώστα Λυγίζο, Γιώργο Γρηγορίου και άλλους ηθοποιούς. Σκηνοθεσία: Κώστας Καραγιάννης Παραγωγή: Καραγιάννης - Καρατζόπουλος Σενάριο: Κώστας Πρετεντέρης Κρίμα το μπόϊ σου Στίχοι: Σέβη Τηλιακού Μουσική: Γιώργος Χατζηνάσιος Πρώτη εκτέλεση: Μαρινέλλα Κρίμα τα νιάτα κι η τσαχπινιά κρίμα το μπόι σου καλέ άντρας δυο μέτρα, σαν το κουκλί να ζητιανεύεις το φιλί Μια γυναίκα σε φέρνει βόλτα και σ’ έχει κάνει να κλαις Κάνε πέρα, γυναίκες θα ‘βρεις να σ’ αγαπήσουν πολλές Μια γυναίκα σε φέρνει βόλτα και δε σου ρίχνει ματιά και γελάνε μαζί σου όλοι οι άντρες στη γειτονιά Κράτα μια στάλα εγωισμό Μυαλό δε σου ’μεινε καλέ Κι αν δε σε θέλει, κάνε στροφή κι ο κόσμος πια δε θα χαθεί 28 Από την ταινία «Όλοι οι άντρες είναι ίδιοι» (1966) με τους Γιάννη Γκιωνάκη, Διονύση Παπαγιαννόπουλο, Γιάννη Βογιατζή, Άννα Φόνσου, Νίκη Λινάρδου, Μαρίκα Κρεβατά, Μέλπω Ζαρόκωστα. Σκηνοθεσία: Αλέκος Σακελλάριος Παραγωγή: Αφοί Κουρουνιώτη Σενάριο: Αλέκος Σακελλάριος Σενάριο αρχική πηγή: Γρηγόριος Ξενόπουλος, θεατρικό έργο “Πειρασμός” Θέλω τα ώπα μου Στίχοι: Αλέκος Σακελλάριος Μουσική: Γιάννης Σπανός Πρώτη εκτέλεση: Άννα Φόνσου Άλλες ερμηνείες: Δούκισσα, Γιώτα Νέγκα, Κατερίνα Κούκα κ.ά. Θέλω τα ώπα μου θέλω τις τρέλες μου θέλω τις τσάρκες μου με γιώτα χι Θέλω τις μάσες μου θέλω τις φούμες μου θέλω τις ξάπλες μου στην εξοχή Θέλω τα πείσματα θέλω τις ζήλιες μου και τις κορδέλες μου τις πονηρές Θέλω τα όμορφα θέλω τα ήσυχα θέλω τις τρέλες μου τις ζωηρές Θέλω τ’ αλλιώτικα θέλω τ’ απίθανα και τα παράξενα που ’χει η ζωή Θέλω τα γλέντια μου και τα ξενύχτια μου θέλω τα όργανα ως το πρωί Θέλω τα αστεία μου τα καλαμπούρια μου την σαχλαμάρα μου να τηνε πω Θέλω τα χάδια μου και την σφαλιάρα μου από τον άνθρωπο που αγαπώ 29 Από την ταινία «Χαμένοι άγγελοι» (1948) με τους Χρήστο Τσαγανέα, Μίμη Φωτόπουλο, Νίκο Καζή, Σμαρούλα Γιούλη, Ειρήνη Παπά, Άννα Χριστοφορίδου, Περικλή Χριστοφορίδη, Θόδωρο Μορίδη, Νίκο Φέρμα, Νίκο Ρίζο. Σκηνοθεσία: Νίκος Τσιφόρος Παραγωγή: Τζέλλα Φιλμ (συζύγου του Φ. Φίνου, Τζέλλας) Παραγωγός: Φιλοποίμην Φίνος Σενάριο: Νίκος Τσιφόρος Εσύ ’σαι η αιτία που υποφέρω Στίχοι: Μανώλης Χιώτης Μουσική: Μανώλης Χιώτης Πρώτη εκτέλεση: Ανδρέας Σπαγγαδώρος και Μανώλης Χιώτης Άλλες ερμηνείες: Μπέττυ Δασκαλάκη και Κώστας Γρυπάρης, Μαίρη Λίντα, Μαρινέλλα, Άλκηστις Πρωτοψάλτη Εσύ είσαι η αιτία που υποφέρω Γιατί με άφησες το δυστυχή Γιατί με κάνεις να πονώ να υποφέρω τόσο Πρόσεξε γιατί μπορεί να σε σκοτώσω Δεν αντέχω να σε βλέπω μ’ άλλους να γυρνάς Γιατί με κάνεις να πονώ να υποφέρω τόσο Πρόσεξε γιατί μπορεί να σε σκοτώσω Πάψε πλέον να με τυραννάς Η μόνη μου λαχτάρα κι ευτυχία Και τ’ όνειρο μου φως μου είσαι εσύ Σε αγαπώ πώς να στο πω καλέ μου πίσω έλα Μη με παρατάς και κάνω καμιά τρέλα Στο ‘χω πει χωρίς εσένανε να ζήσω δεν μπορώ Σε αγαπώ πώς να στο πω μωρό μου πίσω έλα Μη με παρατάς και κάνω καμιά τρέλα Γύρισε ξανά σε συγχωρώ 30 Από την ταινία «Ο ουρανοκατέβατος» (1965) με τους Μίμη Φωτόπουλο, Χρήστο Νέγκα, Σταύρο Παράβα, Χρήστο Πάρλα, Θόδωρο Δημητρίου, Πέτρο Πανταζή, Άρη Μαλιαγρό, Κλεώ Σκουλούδη, Παναγιώτη Καραβουσιάνο, Γιώργο Βελέντζα, Κώστα Μεντή, Μπεάτα Ασημακοπούλου, Μαρίκα Κρεβατά, Νίτσα Μαρούδα. Σκηνοθεσία: Ορέστης Λάσκος Παραγωγή: Αφοί Ρουσσόπουλοι Παραγωγοί: Γιώργος Λαζαρίδης, Δημήτρης. Σαρρής, Κώστας Ψαρράς Διασκευή σεναρίου: Δημήτρης Βασιλειάδης, Γιώργος Λαζαρίδης Σενάριο αρχική πηγή: Μίμης Τραϊφόρος - Δημήτρης Βασιλειάδης (θεατρικό έργο «Απ’ τον ουρανό στη γη») Πάει, πάει, πάει Στίχοι: Χαράλαμπος Βασιλειάδης, (Τσάντας) Μουσική: Γιώργος Ζαμπέτας Πρώτη εκτέλεση: Βίκυ Μοσχολιού Τα φώτα σβήσανε τα σπίτια κλείσανε η νύχτα έπεσε πολύ βαριά κάτι με πνίγει που έχεις φύγει σε άλλα μέρη σαν τα πουλιά Πάει πάει πάει, πάει πάει πάει, πάει πάει πάει και δε γυρίζει πια πάει πάει πάει, πάει πάει πάει, πάει πάει πάει και δε γυρίζει πια Καημοί με πλήγωσαν οι δρόμοι ερήμωσαν και δεν ακούγεται φωνή καμιά έμεινα μόνη και είμαι τώρα δεντρί χαμένο στην ερημιά Πάει πάει πάει, πάει πάει πάει, πάει πάει πάει και δε γυρίζει πια πάει πάει πάει, πάει πάει πάει, πάει πάει πάει και δε γυρίζει πια 31 Από την ταινία «Η αδικημένη» (1964) με τους Ορέστη Μακρή, Άλκη Γιαννακά, Γιώργο Βελέντζα, Νάσο Κεδράκα, Μαριάννα Κουράκου, Νίκη Λεμπέση κ.ά. Σκηνοθεσία: Γιώργος Παπακώστας Παραγωγή: Φάρος Φιλμ Σενάριο: Γιώργος Παπακώστας Χάθηκεσ (Δεν έχει δρόμο να διαβώ) Στίχοι: Δημήτρης Χριστοδούλου Μουσική: Γιώργος Ζαμπέτας Πρώτη εκτέλεση: Πάνος Τζανετής Άλλες ερμηνείες: Πέτρος Ευσταθίου, Τα παιδιά από την Πάτρα Δεν έχει δρόμο να διαβώ σοκάκι να περάσω γωνιά να μη σε θυμηθώ ημέρα να μη κλάψω Δεν έχει μέρα να μην πω βραδιά να μη μιλήσω νύκτα να μη σ’ αναζητώ βαθιά να σε φιλήσω Όλες οι ώρες γίνανε φωνή που σε φωνάζουν κι οι νύκτες γίναν δάκρυα που στη καρδιά μου στάζουν 32 Από την ταινία «Λατέρνα, φτώχεια και γαρύφαλλο» (1957) με τους Βασίλη Αυλωνίτη, Μίμη Φωτόπουλο, Τζένη Καρέζη, Αλέκο Αλεξανδράκη, Χάρι Καμίλη, Περικλή Χριστοφορίδη, Νίκο Φέρμα, Λαυρέντη Διανέλλο, Ζωή Φυτούση. Σκηνοθεσία: Αλέκος Σακελλάριος Παραγωγή: ΦΙΝΟΣ Φιλμ Σενάριο: Αλέκος Σακελλάριος Αχ! ρε παλιομισοφόρια Στίχοι: Αλέκος Σακελλάριος Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις Πρώτη εκτέλεση: Βασίλης Αυλωνίτης Άλλες ερμηνείες: Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Χρηστάκης κ.ά. Ένα βράδυ στη Καστέλα σε μια όμορφη κοπέλα που ‘παιρνε τ’ απεριτίφ της ρίχτηκε ένας τσίφτης απ’ την Κοκκινιά Δεν εγνώριζε όμως ότι τα ‘χε μ’ ένα Πειραιώτη Πειραιώτη ντερμπετέρη σίδερο στο χέρι άσσο στη μπουνιά Αχ ρε παλιομισοφόρια τι τραβάν για σας τ’ αγόρια Αλλά και ο Κοκκινιώτης ήταν παλληκάρι πρώτης και στο τέλος και οι δύο στο νοσοκομείο πήγαν σηκωτοί Και οι δυο σε αφασία μα εκείνη σημασία που τους έφαγε η μαρμάγκα και με άλλο μάγκα έκανε χαρτί 33 Από την ταινία «το Σωφεράκι» (1953) με τους Μίμη Φωτόπουλο, Σμαρούλα Γιούλη, Σπεράντζα Βρανά, Τζένη Σταυροπούλου, Λέλα Πατρικίου, Λόλα Φιλιππίδου, Έλσα Ρίζου-Λαμπροπούλου, Νίκο Ρίζο. Σκηνοθεσία: Γιώργος Τζαβέλλας Παραγωγή: ΦΙΝΟΣ Φιλμ Σενάριο: Γιώργος Τζαβέλλας Αργότερα το τραγούδι ερμήνευσαν ο Νίκος Γούναρης και το Τρίο Κιτάρα στην ταινία “Μια ζωή την έχουμε” (1958) με τους Δημήτρη Χορν, Βασίλη Αυλωνίτη, Χρήστο Τσαγανέα, Περικλή Χριστοφορίδη, Λαυρέντη Διανέλλο, Κούλη Στολίγκα, Διονύση Παπαγιαννόπουλο, Γιώργο Δαμασιώτη, Νίκο Φέρμα, Υβόν Σανσόν. Σκηνοθεσία: Γιώργος Τζαβέλλας Παραγωγή: ΦΙΝΟΣ Φιλμ Σενάριο: Γιώργος Τζαβέλλας Μια ζωή την έχουμε (Και ο μήνασ έχει εννιά) Στίχοι: Γιώργος Τζαβέλλας Μουσική: Μιχάλης Σουγιούλ Πρώτες εκτελέσεις: Μανώλης Χιώτης και Γιάννης Τατασόπουλος (στην ταινία «το Σωφεράκι», 1953) Νίκος Γούναρης (Κουρνάζος) και το Τρίο Κιτάρα (στην ταινία «Μια ζωή την έχουμε», 1958) Άλλες ερμηνείες: Τώνης Μαρούδας, Μαρίκα Νίνου, Βίκυ Μοσχολιού, Άλκηστις Πρωτοψάλτη, Μπάμπης Τσέρτος, Κώστας Μακεδόνας. Μια ζωή την έχουμε, κι αν δε την γλεντήσουμε τι θα καταλάβουμε, τι θα καζαντήσουμε τι θα καταλάβουμε, τι θα καζαντήσουμε Μες στον ψεύτικο ντουνιά παίξτε μου διπλοπενιά παίξτε μου διπλοπενιά και ο μήνας έχει εννιά και ο μήνας έχει εννιά 34 Πόσο ζει ο άνθρωπος, κοίτα, παρατήρησε μέχρι τα σαράντα του, κι ύστερα μπατίρισε μέχρι τα σαράντα του, κι ύστερα μπατίρισε Μες στον ψεύτικο ντουνιά παίξτε μου διπλοπενιά παίξτε μου διπλοπενιά και ο μήνας έχει εννιά και ο μήνας έχει εννιά Στου διαβόλου τα ‘γραψα όλα το κατάστιχο και γλεντώ τα νιάτα μου, πριν με πιάσει λάστιχο και γλεντώ τα νιάτα μου, πριν με πιάσει λάστιχο Μες στον ψεύτικο ντουνιά παίξτε μου διπλοπενιά παίξτε μου διπλοπενιά και ο μήνας έχει εννιά και ο μήνας έχει εννιά Τη ζωή σου γλέντησε, πριν να ‘ρθούν γεράματα και σου λένε άδικα, μάθε γέρο γράμματα και σου λένε άδικα, μάθε γέρο γράμματα Μες στον ψεύτικο ντουνιά παίξτε μου διπλοπενιά παίξτε μου διπλοπενιά και ο μήνας έχει εννιά και ο μήνας έχει εννιά 35 Φωτογραφίες από τις πρόβες: Νίκος Βερβερίδης - Φωτεινή Καπαρέλου cercle culturel des Institutions européennes à Luxembourg 40
© Copyright 2024 Paperzz