ψυχιατρικη - BHTA Ιατρικές Εκδόσεις

Hellenic Psychiatric Association
11, Papadiamantopoulou str., 115 28 Athens, Greece
Τel.: 210-72 14 148, Fax: 210-72 42 032 • e-mail: psych@psych.gr
Quarterly journal published by the Hellenic Psychiatric Association, Volume 22, No 2, April-June 2011
Ελληνική Ψυχιατρική Εταιρεία
Παπαδιαμαντοπούλου 11, 115 28 Αθήνα
Τηλ.: 210-72 14 148, Fax: 210-72 42 032 • e-mail: psych@psych.gr
H επικινδυνότητα της σχιζοφρένειας
Λ. Λύκουρας, Α. Δουζένης
•••
Επίπτωση της οικονομικής κρίσης
στην ψυχική υγεία στην Ελλάδα
Ο. Γιωτάκος και συν
•••
Ογκομετρική μελέτη εγκεφαλικών
σχηματισμών στη μελαγχολική
και ψυχωτική κατάθλιψη
Κ. Βασιλοπούλου και συν
•••
Η ανάπτυξη της κλίμακας εκτίμησης
του κινδύνου αυτοκτονικότητας:
Μια μελέτη σε γενικό πληθυσμό
Κ.Ν. Φουντουλάκης και συν
•••
Ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις
στις στερεοτυπίες
Ε. Καλούδη και συν
•••
Η κλινική έκπτωση
της λειτουργικότητας των παιδιών
με ΔΕΠΥ:
Προβληματική διαγνωστικών
κριτηρίων
Μ. Σκουντή, Α. Μπιτζαράκη
Καταχωρείται και περιλαμβάνεται
στο MEDLINE/PubMed
Indexed and included
in MEDLINE/PubMed
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
Ôñéìçíéáßá έêäïóç ôçò Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας, Τόμος 22, Τεύχος 2, Απρίλιος-Ιούνιος 2011
The Journal “Psychiatriki”
17, Dionisiou Eginitou str., 3rd floor, 115 28 Athens, Greece
Τel.: 210-77 58 410 • Fax: 210-77 58 405 • e-mail: editor@psych.gr
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ Τόμος 22 (2) 93–178, Απρίλιος-Ιούνιος 2011
Περιοδικό “Ψυχιατρική”
Διονυσίου Αιγινήτου 17, 3ος όροφος, 115 28 Αθήνα
Τηλ.: 210-77 58 410 • Fax: 210-77 58 405 • e-mail: editor@psych.gr
PSYCHIATRIKI
GR ISSN 1105-2333
Καταχωρείται και περιλαμβάνεται
στο MEDLINE/PubMed
Indexed and included
in MEDLINE/PubMed
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
PSYCHIATRIKI
Τριμηνιαία έκδοση
της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας
Διονυσίου Αιγινήτου 17, 3oς όροφος, 115 28 Αθήνα
Τηλ.: 210-77 58 410, Fax: 210-77 58 405
Quarterly journal published
by the Hellenic Psychiatric Association
17 Dionisiou Eginitou str., 3rd floor, 115 28 Athens
Tel.: +30-210-77 58 410, Fax: +30-210-77 58 405
Εκδότης:
ασίλης Κονταξάκης
Β
E-mail: editor@psych.gr
Publisher:
Vassilis Kontaxakis
E-mail: editor@psych.gr
Ιδιοκτήτης:
Ελληνική Ψυχιατρική Εταιρεία
Παπαδιαμαντοπούλου 11, 115 28 Αθήνα
Τηλ.: 210-72 14 148
Owner:
Hellenic Psychiatric Association
11, Papadiamantopoulou str., 115 28 Athens
Tel.: +30-210-72 14 148
ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
EDITORIAL BOARD
Επίτιμος πρόεδρος:
Γ.Ν. Χριστοδούλου
Πρόεδρος:
Β. Κονταξάκης
Αναπληρωτής προέδρου:
Δ. Πλουμπίδης
Μέλη:
Ι. Ζέρβας, Μ. Μαργαρίτη, Π. Φερεντίνος
Emeritus editor:
G.N. Christodoulou
Editor:
V. Kontaxakis
Associate editor:
D. Ploumpidis
Members:
Ι. Zervas, M. Margariti, P. Ferentinos
International Advisory Board
M. Abou-Saleh (UK)
H. Akiskal (USA)
G. Alexopoulos (USA)
N. Andreasen (USA)
S. Bloch (Australia)
N. Bouras (UK)
H. Ghodse (UK)
G. Ikkos (UK)
M. Kastrup (Denmark)
K. Kirby (Australia)
D. Lecic-Tosevski (Serbia)
C. Lyketsos (USA)
M. Maj (Italy)
A. Marneros (Germany)
J. Mezzich (USA)
H.J. Möller (Germany)
R. Montenegro (Argentina)
C. Pantelis (Australia)
G. Papakostas (USA)
G. Petrides (USA)
R. Salokangas (Finland)
O. Steenfeld-Foss (Norway)
A. Tasman (USA)
P. Tyrer (UK)
Γραμματεία ΕΨΕ:
Υπεύθυνη: Ε. Γκρέτσα
Τηλ.: 210-72 14 148, Fax: 210-72 42 032
E-mail: psych@psych.gr, Ιστοσελίδα: www.psych.gr
Secretariat:
Head: H. Gretsa
Tel.: +30-210-72 14 148, Fax: +30-210-72 42 032
E-mail: psych@psych.gr, Web-site: www.psych.gr
Εργασίες για δημοσίευση, επιστολές,
βιβλία για παρουσίαση να απευθύνονται
στον Πρόεδρο της Συντακτικής Επιτροπής:
Διονυσίου Αιγινήτου 17, 3oς όροφος, 115 28 Αθήνα
Manuscripts, letters, books for review
should be addressed to the Editor:
17 Dionisiou Eginitou str., 3rd floor, 115 28 Athens,
Greece
Ετήσιες συνδρομές:
Eσωτερικού € 40,00
Eξωτερικού $ 80,00 + ταχυδρομικά
Καταβάλλονται με επιταγή στον ταμία της ΕΨΕ:
Παπαδιαμαντοπούλου 11, 115 28 Αθήνα
Τα μέλη της Εταιρείας δεν υποχρεούνται
σε καταβολή συνδρομής
Annual subscriptions:
(€ 40.00 or $ 80.00 + postage) are payable by
check to the treasurer of the Hellenic Psychiatric
Association:
11, Papadiamantopoulou str., 115 28 Athens
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ
ΕΝ ISO 9001:2000
EDITING
ΕΝ ISO 9001:2000
Αδριανείου 3 και Κατεχάκη, 115 25 Αθήνα (Ν. Ψυχικό)
Τηλ.: 210-67 14 371 – 210-67 14 340, Fax: 210-67 15 015
E-mail: BetaMedArts@hol.gr
Ε-shop: www.betamedarts.gr
EN ISO 9001:2000
3, Adrianiou str., GR-115 25 Αthens-Greece
Τel.: +30210-67 14 371 – +30210-67 14 340,
Fax: +30210-67 15 015
E-mail: BetaMedArts@hol.gr, E-shop: www.betamedarts.com
EN ISO 9001:2000
Υπεύθυνος τυπογραφείου
Α. Βασιλάκου, Αδριανείου 3 – 115 25 Αθήνα
Τηλ. 210-67 14 340
Printing supervision
A. Vassilakou 3, Adrianiou str. – GR-115 25 Athens
Tel. +30-210-67 14 340
For the members of the Association
subscription is free
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
ΕΤΑΙΡΕΙΑ
HELLENIC PSYCHIATRIC
ASSOCIATION
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
EXECUTIVE COUNCIL
Πρόεδρος:
Αντιπρόεδρος:
Γεν. Γραμματέας:
Ταμίας:
Μέλη:
Chairman:
Vice-Chairman:
Secretary General:
Treasurer:
Members:
Ι. Γκιουζέπας
Δ. Πλουμπίδης
Κ. Κόντης
Α. Ζαχαριάδης
Λ. Μαρκάκη
Ε. Σουμάκη
Χ. Τσόπελας
J. Giouzepas
D. Ploumpidis
C. Kontis
A. Zachariadis
L. Markaki
E. Soumaki
C. Tsopelas
ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
DISCIPLINARY COUNCIL
Μέλη:
Members:
Α. Παράσχος
Α. Δουζένης
Γ. Γιαννιός
A. Paraschos
Α. Douzenis
G. Giannios
ΕΞΕΛΕΓΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
FINANCIAL CONTROL COMMITTΕE
Μέλη:
Members:
N. Τζαβάρας
Ν. Ζαχαριάδης
Σ. Κρασανάκης
Ν. Tzavaras
N. Zachariadis
S. Krasanakis
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΑ ΤΜΗΜΑΤΑ
DIVISIONS
ΑΘΗΝΩΝ
Πρόεδρος:
Γραμματέας:
Ταμίας:
B. Κονταξάκης
Δ. Αναγνωστόπουλος
Χ. Χριστοδούλου
ATHENS
Chairman:
Secretary:
Treasurer:
V. Kontaxakis
D. Anagnostopoulos
C. Christodoulou
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
Πρόεδρος:
Γραμματέας:
Ταμίας:
Γ. Καπρίνης
K. Φωκάς
Λ. Αθανασιάδης
MACEDONIA
Chairman:
Secretary:
Treasurer:
G. Kaprinis
C. Fokas
L. Athanasiadis
ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Πρόεδρος:
O. Μουζάς
Γραμματέας:
Π. Στοφόρος
Ταμίας:
A. Ξηρομερίτης
CENTRAL GREECE
Chairman:
Secretary:
Treasurer:
O. Mouzas
P. Stoforos
A. Xiromeritis
ΒΟΡΕΙΟΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ & ΔΥΤΙΚΗΣ ΣΤΕΡΕΑΣ
Πρόεδρος:
Β. Μαυρέας
Γραμματέας:
Α. Μαρτίνος
Ταμίας:
Ε. Λαυρέντζου
NORTHWESTERN GREECE
Chairman:
V. Mavreas
Secretary:
A. Martinos
Treasurer:
E. Lavrentzou
ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ
Πρόεδρος:
Γραμματέας:
Ταμίας:
PELOPONNESUS
Chairman:
Secretary:
Treasurer:
Φ. Γουρζής
Α. Κατριβάνου
Ι. Βλάχος
P. Gourzis
A. Katrivanou
J. Vlachos
ΚΛΑΔΟΙ
SECTIONS
ΒΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ
Πρόεδρος:
Ε. Λύκουρας
Γραμματείς:
Ι. Χατζημανώλης, Π. Σακκάς
BIOLOGICAL PSYCHIATRY
Chairman:
E. Lykouras
Secretaries:
J. Hatzimanolis, P. Sakkas
ΠΑΙΔΟΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ
Πρόεδρος:
Ν. Ζηλίκης
Γραμματείς:
E. Σουμάκη, Δ. Αναστασόπουλος
CHILD PSYCHIATRY
Chairman:
N. Zilikis
Secretaries:
Ε. Soumaki, D. Anastasopoulos
ΨΥΧΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑΣ
Πρόεδρος:
Ν. Τζαβάρας
Γραμματείς:
Γ. Καπρίνης, Μ. Διαλλινά
PSYCHOPATHOLOGY
Chairman:
N. Tzavaras
Secretaries:
G. Kaprinis, M. Diallina
ΨΥΧΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ
Πρόεδρος:
Ι. Λιάππας
Γραμματείς:
Ι. Νηματούδης, Χ. Παπαγεωργίου
PSYCHOPHYSIOLOGY
Chairman:
J. Liappas
Secretaries:
J. Nimatoudis, Ch. Papageorgiou
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ
Πρόεδρος:
Δ. Πλουμπίδης
Γραμματείς:
Γ. Γαρύφαλλος, Σ. Θεοδωροπούλου
SOCIAL PSYCHIATRY
Chairman:
D. Ploumpidis
Secretaries:
G. Garyfallos, S. Theodoropoulou
ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ
Πρόεδρος:
Χ. Καραμανωλάκη
Γραμματείς:
Κ. Χαραλαμπάκη, Γ. Μιχόπουλος
PSYCHOTHERAPY
Chairman:
Ch. Karamanolaki
Secretaries:
Κ. Charalambaki, J. Michopoulos
ΨΥΧΟΓΗΡΙΑΤΡΙΚΗΣ
Πρόεδρος:
A. Φόρτος
Γραμματείς:
Ν. Δέγλερης, Ρ. Γουρνέλλης
PSYCHOGERIATRICS
Chairman:
Α. Fortos
Secretaries:
N. Degleris, R. Gournellis
ΨΥΧΟΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΑΣ
Πρόεδρος:
Β. Αλεβίζος
Γραμματείς:
Ι. Χατζημανώλης, Θ. Μουγιάκος
PSYCHOPHARMACOLOGY
Chairman:
B. Alevizos
Secretaries:
J. Chatzimanolis, Th. Mougiakos
ΟΥΣΙΟΕΞΑΡΤΗΣΕΩΝ
Πρόεδρος:
Ι. Λιάππας
Γραμματείς:
Ι. Διακογιάννης, Θ. Παπαρρηγόπουλος
SUBSTANCE ABUSE
Chairman:
J. Liappas
Secretaries:
J. Diakoyiannis, Th. Paparrigopoulos
ΨΥΧΟΜΕΤΡΙΚΩΝ & ΝΕΥΡΟΨΥΧΟΛΟΓΙΚΩΝ
ΜΕΤΡΗΣΕΩΝ
Πρόεδρος:
Κ. Φουντουλάκης
Γραμματείς:
Ι. Νηματούδης, Ι. Ζέρβας
PSYCHOMETRIC & NEUROPSYCHOLOGIC
MEASUREMENTS
Chairman:
K. Fountoulakis
Secretaries:
J. Nimatoudis, I. Zervas
ΨΥΧΙΑΤΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ
Πρόεδρος:
Α. Δουζένης
Γραμματείς:
I. Γιαννοπούλου, Γ. Τζεφεράκος
FORENSIC PSYCHIATRY
Chairman:
A. Douzenis
Secretaries:
J. Giannopoulou, G. Tzeferakos
ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ
Πρόεδρος:
Λ. Μαρκάκη
Γραμματείς:
Β. Τσιπάς, Δ. Λέννας
PRIVATE PSYCHIATRY
Chairman:
L. Markaki
Secretaries:
V. Tsipas, D. Lennas
ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ
Πρόεδρος:
Ι. Παπακώστας
Γραμματείς:
Ν. Βαϊδάκης, Β. Αλεβίζος
HISTORY OF PSYCHIATRY
Chairman:
I. Papakostas
Secretaries:
N. Vaidakis, B. Alevizos
TEXNΗΣ & ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ
Πρόεδρος:
Γ. Μποτονάκης
Γραμματείς:
Π. Βασιλειάδης, Μ. Διαλλινά
ART & PSYCHIATRY
Chairman:
G. Botonakis
Secretaries:
P. Vasileiadis, M. Diallina
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ ΗΘΙΚΗΣ & ΔΕΟΝΤΟΛΟΠΑΣ
Πρόεδρος:
Α. Παράσχος
Γραμματείς:
Β. Αλεβίζος, Α. Δουζένης
PSYCHIATRY & ETHICS
Chairman:
A. Paraschos
Secretaries:
B. Alevizos, A. Douzenis
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ & ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ
Πρόεδρος:
Ι. Γκιουζέπας
Γραμματείς:
Α. Αυγουστίδης, Δ. Κυριαζής
PSYCHIATRY & RELIGION
Chairman:
J. Giouzepas
Secretaries:
A. Augoustides, D. Kyriazis
ΑΥΤΟΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΩΝ & ΒΙΑΙΩΝ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΩΝ
Πρόεδρος:
Μπ. Χαβάκη-Κονταξάκη
Γραμματείς:
Δ. Παππά, Κ. Παπλός
SELF-DESTRUCTIVE BEHAVIOR & VIOLENCE
Chairman:
B. Havaki-Kontaxaki
Secretaries:
D. Pappa, K. Paplos
ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ
Πρόεδρος:
Β. Κονταξάκης
Γραμματείς:
Κ. Κόντης, Η. Τζαβέλλας
PREVENTIVE PSYCHIATRY
Chairman:
V. Kontaxakis
Secretaries:
C. Kontis, E. Tzavellas
ΤΗΛΕΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ
Πρόεδρος:
Κ. Κατσαδώρος
Γραμματείς:
Χ. Ζαχαροπούλου, Ι. Μαλογιάννης
TELEPSYCHIATRY
Chairman:
K. Katsadoros
Secretaries:
C. Zacharopoulou, J. Malogiannis
ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ - ΔΙΑΣΥΝΔΕΤΙΚΗΣ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ & ΨΥΧΟΣΩΜΑΤΙΚΗΣ
Πρόεδρος:
Μ. Συγγελάκης
Γραμματείς:
Α. Βιδάλης, Γ. Μουσσάς
CONSULTATION-LIAISON PSYCHIATRY
& PSYCHOSOMATICS
Chairman:
M. Syngelakis
Secretaries:
A. Vidalis, G. Moussas
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
Τριμηνιαία έκδοση της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Άρθρο σύνταξης
H επικινδυνότητα της σχιζοφρένειας
E. Λύκουρας, Α. Δουζένης...................................................................................................................................................................... 105
Ερευνητικές εργασίες
Επίπτωση της οικονομικής κρίσης στην ψυχική υγεία στην Ελλάδα
Ο. Γιωτάκος, Δ. Καράμπελας, Α. Καυκάς............................................................................................................................................. 109
Ογκομετρική μελέτη εγκεφαλικών σχηματισμών στη μελαγχολική και ψυχωτική κατάθλιψη
Κ. Βασιλοπούλου, Μ. Παπαθανασίου, Ι. Μιχόπουλος, Φ. Μπουφίδου, Π. Ουλής, Χ. Νικολάου, C. Pantelis,
D. Velakoulis, Λ. Λύκουρας.................................................................................................................................................................... 120
Η ανάπτυξη της κλίμακας εκτίμησης του κινδύνου αυτοκτονικότητας:
Μια μελέτη σε γενικό πληθυσμό
Κ.Ν. Φουντουλάκης, Ε. Παντούλα, Μ. Σιαμούλη, Κ. Μούτου, Χ. Gonda, Z. Rihmer, Α. Ιακωβίδης, Η. Akiskal.....................132
Ειδικά άρθρα
Ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις στις στερεοτυπίες
Ε. Καλούδη, Χ. Χριστοδούλου, B. Κονταξάκης, Λ. Λύκουρας, Μ. Λειβαδίτης............................................................................148
Η κλινική έκπτωση της λειτουργικότητας των παιδιών με Διαταραχή Ελλειματικής Προσοχής
και Υπερκινητικότητας: Προβληματική διαγνωστικών κριτηρίων
Μ. Σκουντή, Α. Μπιτζαράκη................................................................................................................................................................... 158
Βιβλιοκριτική. .................................................................................................................................................................................... 164
Προσεχείς επιστημονικές εκδηλώσεις.............................................................................................................................. 169
Οδηγίες για τους συγγραφείς................................................................................................................................................... 171
PSYCHIATRIKI
Quarterly journal published by the Hellenic Psychiatric Association
CONTENTS
Editorial
The dangerousness of schizophrenia
L. Lykouras, A. Douzenis..........................................................................................................................................................................107
Research article
Financial crisis and mental health in Greece
O. Giotakos, D. Karabelas, A. Kafkas................................................................................................................................................... 109
A volumetric study of brain structures in subtypes of depression
K. Vasilopoulou, M. Papathanasiou, J. Michopoulos, F. Boufidou, P. Oulis, C. Nikolaou, C. Pantelis,
D. Velakoulis, L. Lykouras.....................................................................................................................................................................120
Development of the Risk Assessment Suicidality Scale (RASS): Α population-based study
K.N. Fountoulakis, E. Pantoula, M. Siamouli, K. Moutou, X. Gonda, Z. Rihmer, A. Iacovides, H. Akiskal........................... 132
Special article
Psychotherapeutic interventions in stereotypies
E. Kaloudi, C. Christodoulou, V. Kontaxakis, L. Lykouras, M. Livaditis . ...................................................................................... 148
The clinical impairment of children with Attention Deficit Hyperactivity Disorder:
Problematic of diagnostic criteria
M. Skounti, A. Bitzaraki........................................................................................................................................................................... 158
Books review. ..................................................................................................................................................................................... 164
Future scientific meetings......................................................................................................................................................... 169
Instructions to contributors......................................................................................................................................................173
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
105
Άρθρο Σύνταξης
Editorial
Η επικινδυνότητα της σχιζοφρένειας
Η σχιζοφρένεια έχει συνδεθεί στα μάτια της κοινής γνώμης με την απρόκλητη βία και την επιθετικότητα. Αυτή η
αντίληψη αυξάνει τον στιγματισμό και την περιθωριοποίηση όχι μόνο των ατόμων με σχιζοφρένεια αλλά συνολικά
των ψυχιατρικά πασχόντων.
Η γνώση μας για την επικινδυνότητα των ατόμων με σχιζοφρένεια έχει περάσει από πολλά στάδια. Αρχικά ήταν
αποδεκτό ότι όλοι οι σχιζοφρενείς ήταν επικίνδυνοι. Η άποψη αυτή στηριζόταν σε ανακοινώσεις μεμονωμένων περιστατικών. Με βάση τα αποτελέσματα μεθοδολογικά άρτιων επιδημιολογικών μελετών, η άποψη αυτή αμφισβητήθηκε και το «εκκρεμές» κινήθηκε προς την αντίθετη πλευρά. Ο Haffner π.χ. το 19731 ανέφερε: «Οι πάσχοντες από
σχιζοφρένεια δεν έχουν περισσότερες πιθανότητες από τον γενικό πληθυσμό να εμπλακούν σε βίαιες παραπτωματικές πράξεις». Η άποψη αυτή είχε σημαντική συνεισφορά στις προσπάθειες για μείωση του στιγματισμού και της
περιθωριοποίησης των ατόμων με σχιζοφρένεια και είναι εν μέρει ορθή.
Νεότερα δεδομένα κατέρριψαν την παραπάνω θέση και είναι πλέον αποδεκτό ότι: «άτομα πάσχοντα από σχιζοφρένεια είναι πιθανότερο να επιτελέσουν βίαιες πράξεις σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό». Πρέπει όμως να
τονισθεί ότι αυτή η παραπτωματική συμπεριφορά ελάχιστα επηρεάζει τη συνολική εικόνα της βίας και παραπτωματικότητας στην κοινωνία μας γενικά. 2
Οι προσπάθειες των ψυχιάτρων να μειώσουν τον στιγματισμό των ατόμων με σχιζοφρένεια θα πρέπει ταυτόχρονα
να λαμβάνουν υπόψη τα επιστημονικά δεδομένα, τα οποία σαφώς ομιλούν για συσχέτιση μεταξύ της σχιζοφρένειας
και της βίαιης συμπεριφοράς. Η συσχέτιση αυτή δεν είναι μόνο στατιστική αλλά κλινικά και κοινωνικά σημαντική. 3
Πώς όμως τεκμηριώνεται η παραπάνω άποψη και ποια είναι τα ειδικά χαρακτηριστικά της μικρής αυτής υπο-ομάδας των ατόμων με σχιζοφρένεια που ευθύνονται για το μεγαλύτερο ποσοστό της βίας που σχετίζεται με αυτή την
ασθένεια;
Από 4 μελέτες στις φυλακές χωρών του Δυτικού κόσμου συνάγεται ότι 5–10 από αυτούς που πρόκειται να οδηγηθούν στο δικαστήριο με την κατηγορία του φόνου, θα έχουν σχιζοφρενική διαταραχή.4
Επίσης, 9% από αυτούς που κρίθηκαν ένοχοι μη θανατηφόρου βίας ήταν άτομα με σχιζοφρένεια. Μελέτες παρακολούθησης μεγάλου αριθμού σχιζοφρενών επιβεβαιώνουν υψηλά ποσοστά καταδικασθέντων σχιζοφρενών για
βίαιη συμπεριφορά. 5–8
Τα ευρήματα αυτά δείχνουν ανησυχητικά, όμως οι Wallace et al6 μετά από στατιστική ανάλυση έδειξαν αυτό που
οι κλινικοί ήδη γνωρίζουν: Είναι πολύ πιθανό οι ψυχίατροι να μην έχουν ποτέ την ευκαιρία να «δουν» ασθενή με
σχιζοφρένεια που να είναι δράστης ανθρωποκτονίας ή σοβαρής βιαιοπραγίας. Ενώ το 10% περίπου των καταδικασθέντων για ανθρωποκτονία μπορεί να νοσούν από σχιζοφρένεια, ο ετήσιος κίνδυνος να διαπράξει ένα άτομο
με σχιζοφρένεια ανθρωποκτονία είναι 1:10.000, ενώ ο κίνδυνος να καταδικασθεί για βίαιη συμπεριφορά είναι 1:150.
Χρειάζεται λοιπόν ένας ψυχίατρος να εξετάσει περί τους 10.000 σχιζοφρενείς για να συναντήσει έναν σχιζοφρενή
δολοφόνο.
Τα χαρακτηριστικά των ατόμων με σχιζοφρένεια που εμπλέκονται σε βίαια εγκλήματα συμπίπτουν με τα χαρακτηριστικά των ατόμων που διαπράττουν βίαια εγκλήματα χωρίς να πάσχουν από σχιζοφρένεια. Τα χαρακτηριστικά
αυτά είναι: Άρρεν φύλο, νεαρή ηλικία, ιστορικό προηγούμενης βίαιης συμπεριφοράς, κατάχρηση/εξάρτηση από αλκοόλ/ναρκωτικά, χαμηλό κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο, μέλος μειονότητας, αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας. Τα χαρακτηριστικά της σχιζοφρένειας που αυξάνουν την επικινδυνότητα αλλά σε μικρότερο βαθμό, είναι:
Οξεία φάση, παρανοειδής τύπος, κακή συμμόρφωση με την αγωγή, αποϊδρυματοποίηση.9
Ειδικότερα: Σημαντικός αριθμός ασθενών με συννοσηρότητα σχιζοφρένειας και αντικοινωνικής διαταραχής προσωπικότητας επιτέθηκαν σε άτομα που δεν ανήκαν στο περιβάλλον τους. 60% των ασθενών που καταδικάσθηκαν
106
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
για ανθρωποκτονία είχαν ψευδαισθήσεις ή/και παραληρητικές ιδέες άμεσα σχετιζόμενες με την πράξη αυτή. Οι
περισσότεροι από τους έχοντες διπλή διάγνωση είχαν στο ιστορικό τους μια σύγκρουση στην οποία άσκησαν σωματική βία που δεν σχετιζόταν με ψυχωσικά συμπτώματα. Σημαντικά περισσότεροι ασθενείς ήταν πιθανότερο να
έχουν καταναλώσει αλκοόλ ή να βρίσκονται υπό την επήρεια ουσιών και να έχουν εμπλακεί σε φιλονικία με το θύμα
πριν από την τέλεση του εγκλήματος.10
Η πρόληψη της παραβατικότητας στην πορεία της διαταραχής είναι ένα περίπλοκο θέμα που αφορά κύρια σε
συγγενείς, φροντιστές και θεράποντες. Κατά τη διάρκεια της πορείας της νόσου θα πρέπει οι δυνητικά παραβατικοί πάσχοντες να αναγνωρίζονται πρώιμα και η θεραπευτική προσπάθεια να είναι συνεχής. Πρωταρχικό βήμα
στην πρόληψη της βίαιης παραβατικής συμπεριφοράς στη σχιζοφρένεια αποτελεί η αποδοχή της αποδεδειγμένης
σχέσης τους. Όσο η βίαιη συμπεριφορά, στην πορεία της διαταραχής, θεωρείται ανεξάρτητη της νόσου και παραγνωρίζεται, δεν θα υπάρχει πρόοδος. Η πρόληψη λοιπόν θα πρέπει αρχικά να έχει στόχο την ίδια τη σχιζοφρένεια.
Η γενετική συμβουλευτική, η αποφυγή ιογενών λοιμώξεων κατά τη διάρκεια της κύησης και η αποφυγή περιγεννητικών επιπλοκών είναι δυνατό να μετριάσουν την επίπτωση της σχιζοφρένειας (πρωτογενής πρόληψη). Η έγκαιρη
διάγνωση και εφαρμογή της κατάλληλης θεραπείας, η αποφυγή υποτροπών (δευτερογενής πρόληψη), καθώς και ο
περιορισμός των φαινομένων έκπτωσης (τριτογενής πρόληψη), αποτελούν τα βασικά σημεία. Η διαχείριση, δηλαδή
η αντιμετώπιση της εξάρτησης/κατάχρησης ναρκωτικών (ιδίως κάνναβης) και αλκοόλ, αποτελεί βασικό στόχο, καθώς οποιαδήποτε άλλη μορφή πρόληψης και θεραπείας φαίνεται δυσχερής εφόσον η κατάχρηση συνεχίζεται.
Οι παραβατικοί ασθενείς, μετά το εξιτήριο από την κλινική ή το σωφρονιστικό κατάστημα, προτείνεται να βρίσκονται σε τακτική παρακολούθηση από εξειδικευμένα τμήματα, με ιδιαίτερη προσοχή στη συμμόρφωση με την
αγωγή και πιθανή χρήση παρεντερικής αγωγής με σκευάσματα βραδείας αποδέσμευσης. Η δυνατότητα δικαστικής
εντολής για υποχρεωτική θεραπευτική αγωγή-παρακολούθηση θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και να μην απορρίπτεται a priori για «λόγους αρχής».
Είναι πάρα πολύ σημαντικό, ιδιαίτερα μετά από εγκληματικές πράξεις βίας που διαπράχθηκαν από πάσχοντες και
προβάλλονται από τα μέσα πληροφόρησης, οι ψυχίατροι να καθίστανται συνήγοροι της λογικής που στηρίζονται
σε πραγματικά στοιχεία.
Η αναγνώριση των πραγματικών κινδύνων και η λήψη των κατάλληλων παρεμβατικών μέτρων είναι εξαιρετικά
σημαντικές, καθώς έτσι αποκαλύπτονται διαστρεβλωμένες πεποιθήσεις της κοινής γνώμης και αποθαρρύνονται πολιτικές στιγματισμού.
Ελευθέριος Λύκουρας
Καθηγητής Ψυχιατρικής, Πανεπιστήμιο Αθηνών
Αθανάσιος Δουζένης
Επίκουρος Καθηγητής Ψυχιατρικής-Ψυχιατροδικαστικής,
Πανεπιστήμιο Αθηνών
Βιβλιογραφία
1. Bocker HW. Mentally disordered offenders. Soc Psychiatry Psychiatr Epidemiol 1973, 8:220–229
2. Swanson JW, Holtzer C, Gunju V et al. Violence and psychiatric disorder in the community: Evidence from the epidemiological catchment area surveys. Hosp Commun Psychiatry 1990, 41:761–770
3. Hodgins S, Müller-Isberver. Preventing crime by people with schizophrenic disorders: The role of psychiatric services. Br J Psych 2004,
185:245–250
4. Mullen PE. Schizophrenia and violence: From correlations to preventive strategies. Advanc in Psych Treatm 2006, 12:239–248
5. Soyka M, Morharrt-Klute V, Schoeh H. Delinquency and criminal offences in former schizophrenic inpatients 7–12 years following
discharge. Eur Arch Psychiatry Clin Neurosci 2004, 254:289–294
6. Wallace C, Mullen PE, Burgess P. Criminal offending in schizophrenia over a 25 year period marked by deinstitutionalization and
increasing prevalence of comorbid substance use disorders. Am J Psychiatry 2004, 161:716,727
7. Vevera J, Hubbart A, Vesely A, Papezova A. Violent behaviour in schizophrenia: A retrospective study of four independent samples
from Prague. Br J Psychiatry 2005, 187:426–430
8. Swanson JW et al. A national study of violent behaviour in persons with schizophrenia. Arch Gen Psychiatry 2006, 63:490–499
9. Μουρίκης H, Δουζένης A. Σχιζοφρένεια και έγκλημα/παραβατικότητα στην Ψυχιατροδικαστική. Α. Δουζένης, Λ. Λύκουρας. Εκδόσεις
Πασχαλίδη, Αθήνα, 2008:120,129
10.Joyal CC, Putkonen A, Paavola A. Tihonen J Characteristics and circumstances of homicidal acts committed by offenders with schizophrenia. Pyschol Med 2004, 34:433–442
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
107
Εditorial
Άρθρο Σύνταξης
The dangerousness of schizophrenia
Schizophrenia has been associated in the eyes of the public with unprovoked violence and aggression. This public
assumption increases the stigmatization and marginalisation not only for the individuals suffering from schizophrenia but also for all sufferers of mental illness. Our knowledge about the dangerousness of the patients suffering
from schizophrenia has evolved through various stages. Initially it was accepted that all schizophrenics are dangerous, belief which was based on solitary case reports. Based on epidemiological studies with more solid methodology, this assumption was challenged and the “pendulum” swung in the other direction. Haffner, for instance, stated
in 19731: “Schizophrenia sufferers have equal chances with the general population to engage in violent criminal
acts”. This belief had a substantial contribution in the fight to reduce stigma and marginalisation for schizophrenia
sufferers and is partly correct.
New data however have challenged this assumption and now it is accepted that: "Individuals suffering from
schizophrenia are more likely to commit violent acts in comparison with the general public”. One has to underline
though that this law-breaking behaviour has a very limited effect on violence and law breaking in our society. 2
The efforts of mental health professionals to reduce stigma should take into account the new research findings,
which clearly point towards an association between schizophrenia and violent behaviour. This association is not
only statistical but clinically and socially important. 3 How is that new point of view substantiated, and which are
the characteristics of this small subgroup of schizophrenia sufferers who are responsible for the violence associated
with this disease?
From four studies in Western countries it's deducted that 5–10% of the individuals accused of murder suffer from
schizophrenia.4 Additionally, 9% of those found guilty of non fatal violence were schizophrenic patients. Follow-up
studies with large samples of schizophrenia sufferers confirm the high percentage of convictions for violent beha­
vi­our.5–8
These findings seem alarming but Wallace et al,6 following statistical analysis, showed what clinicians are already
aware of the fact that practising psychiatrists may spend their whole career without ever “meeting” a patient with
schizophrenia who has committed murder or a serious violent act. Whilst 10% of individuals convicted of murder might be suffering from schizophrenia, the annual risk of a person with schizophrenia committing murder is
1:10.0000 and the risk of being convicted for violent behaviour is 1:150. In this respect, a psychiatrist needs to assess
about 10.000 patients with schizophrenia in order to meet a schizophrenic murderer.
The characteristics of the individuals suffering from schizophrenia that get involved in violent criminal acts are
the same with the characteristics of individuals involved in violent crime without suffering from this disorder. These
characteristics are: male sex, young age, history of previous violent behaviour, history of drugs or alcohol abuse/
addiction, lower socio-economic origin, belonging to a minority group, and antisocial personality disorder. The
characteristics of the schizophrenic disorder that increase dangerousness have a much smaller contribution in increasing the risk. These are: Acute phase of the illness, paranoid subtype, non compliance with treatment, de-institutionalisation.9
108
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
More specifically, patients with comorbid schizophrenia and antisocial personality disorder have attacked people
that did not belong to their environment to an extensive degree. 60% of the patients convicted of manslaughter
had hallucinations and/or delusions directly associated with this act. Most of the ones with dual diagnosis had in
their history a conflict during which they had been physically violent and this behaviour was not associated with
psychotic symptoms. Significantly, more patients were likely to have consumed alcohol or being under the influence of drugs before entering the argument that led to the attack and crime.10
Prevention of the breaking behaviour during the life of an individual suffering from schizophrenia is a complicated matter and involves relatives, carers and the psychiatric services. During the course of the illness, the potentially
dangerous patients should be identified by the psychiatric services and therapy should be intense and continuous. Of outmost importance in preventing the violent behaviour in schizophrenia is the acceptance of this established association. As long as the violent behaviour is not associated with the course of the illness, there will be no
progress. Prevention in this respect has to aim at schizophrenia per se. Genetic counselling and avoidance of the
viral infections during the pregnancy as well as delivery complications, can reduce the incidence of schizophrenia
(primary prevention). Early diagnosis and application of the appropriate treatment, relapse prevention (secondary
treatment), and prevention of negative symptoms and cognitive decline (tertiary prevention), are important points.
Management and treatment of drug addiction/abuse (especially cannabis and alcohol) is very important, since the
treatment of the disorder is difficult as long as the abuse/addiction persists.
Patients with a criminal history after discharge from the psychiatric unit or the prison should be followed up regularly by specialist teams, paying extra attention on issues of medication compliance and favouring the use of long
acting medication where appropriate. Discarding the possibility of legal enforcement of drug administration on the
basis of "principles" is not appropriate.
It is very important, especially after violent criminal acts by individuals suffering from schizophrenia that receive
wide media publicity, that psychiatrists remain advocates of logical thinking based on real facts. Recognising the
risks and taking the appropriate actions is of extreme importance, in order to highlight distorted social beliefs and
reduce stigmatisation of the mentally ill.
Lefteris Lykouras
Professor of Psychiatry, University of Athens
Athanassios Douzenis
Ast. Professor of Psychiatry-Forensic Psychiatry, University of Athens
References
1. Bocker HW. Mentally disordered offenders. Soc Psychiatry Psychiatr Epidemiol 1973, 8:220–229
2. Swanson JW, Holtzer C, Gunju V et al. Violence and psychiatric disorder in the community: Evidence from the epidemiological catchment area surveys. Hosp Commun Psychiatry 1990, 41:761–770
3. Hodgins S, Müller-Isberver. Preventing crime by people with schizophrenic disorders: The role of psychiatric services. Br J Psych 2004,
185:245–250
4. Mullen PE. Schizophrenia and violence: From correlations to preventive strategies. Advanc in Psych Treatm 2006, 12:239–248
5. Soyka M, Morharrt-Klute V, Schoeh H. Delinquency and criminal offences in former schizophrenic inpatients 7–12 years following
discharge. Eur Arch Psychiatry Clin Neurosci 2004, 254:289–294
6. Wallace C, Mullen PE, Burgess P. Criminal offending in schizophrenia over a 25 year period marked by deinstitutionalization and
increasing prevalence of comorbid substance use disorders. Am J Psychiatry 2004, 161:716,727
7. Vevera J, Hubbart A, Vesely A, Papezova A. Violent behaviour in schizophrenia: A retrospective study of four independent samples
from Prague. Br J Psychiatry 2005, 187:426–430
8. Swanson JW et al. A national study of violent behaviour in persons with schizophrenia. Arch Gen Psychiatry 2006, 63:490–499
9. Μουρίκης H, Δουζένης A. Σχιζοφρένεια και έγκλημα/παραβατικότητα στην Ψυχιατροδικαστική. Α. Δουζένης, Λ. Λύκουρας. Εκδόσεις
Πασχαλίδη, Αθήνα, 2008:120,129
10.Joyal CC, Putkonen A, Paavola A. Tihonen J Characteristics and circumstances of homicidal acts committed by offenders with schizophrenia. Pyschol Med 2004, 34:433–442
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
109
Ερευνητική εργασία
Research article
Επίπτωση της οικονομικής κρίσης
στην ψυχική υγεία στην Ελλάδα*
Ο. Γιωτάκος, Δ. Καράμπελας, Α. Καυκάς
Ψυχιατρική Κλινική, 414 Στρατιωτικό Νοσοκομείο, Αθήνα
Ψυχιατρική 2011, 22:109–119
Α
ρκετές έρευνες δείχνουν συσχέτιση μεταξύ οικονομικών κρίσεων και ψυχολογικής επιβάρυνσης των πολιτών. Με σκοπό τη διερεύνηση ενδεχόμενης επίπτωσης της τρέχουσας οικονομικής κρίσης στην ψυχική υγεία στην Ελλάδα, διερευνήθηκε η συσχέτιση
των οικονομικών δεικτών ανεργία και μέσο εισόδημα της τελευταίας 20ετίας και των
εξής δεικτών ψυχικής υγείας: εισαγωγές σε ψυχιατρική κλινική, επισκέψεις σε εξωτερικά ιατρεία
και επείγοντα ψυχιατρικών κλινικών, αυτοκτονίες, ανθρωποκτονίες, θνησιμότητα και διαζύγια,
την τελευταία 10ετία. Τα δεδομένα συγκεντρώθηκαν από την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία
και από τα Νοσοκομεία Αιγινήτειο, Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής, Γενικό Κρατικό Αθηνών και
Ευαγγελισμός. Έγινε στατιστική επεξεργασία των δεδομένων με τη χρήση απλής και πολλαπλής
παλινδρόμησης. Δεν βρέθηκε σημαντική συσχέτιση μεταξύ του ποσοστού ανεργίας, αλλά και του
μέσου εισοδήματος, και των νοσηλειών σε ψυχιατρική κλινική. Βρέθηκε σημαντική συσχέτιση μεταξύ του ποσοστού ανεργίας και των επισκέψεων τόσο στα Εξωτερικά Ιατρεία (R 2=0,40, p=0,001)
όσο και στο Τμήμα Επειγόντων (R 2=0,49, p=0,0002) του Αιγινητείου Νοσοκομείου. Το ποσοστό
ανεργίας βρέθηκε να σχετίζεται θετικά με τον αριθμό των ανθρωποκτονιών (R 2=0,16, β=0,000049,
p=0,03), όπως επίσης και με τον αριθμό των διαζυγίων (R2=0,20, β=0,005, p=0,02) κατά την ίδια
περίοδο. Το μέσο εισόδημα ως ανεξάρτητη μεταβλητή, έδειξε να σχετίζεται θετικά με τις επισκέψεις τόσο στα εξωτερικά ιατρεία (R2=0,55, p<0,001) όσο και στα επείγοντα (R2=0,37, p=0,004) του
Αιγινητείου. Όταν περιλήφθηκαν όμως τα δεδομένα και από τα 4 νοσοκομεία, βρέθηκε αρνητική συσχέτιση μεταξύ του μέσου εισοδήματος και των επισκέψεων στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία
(R2=0,70, p=0,02) και στα επείγοντα (R 2=0,90, p<0,001). Επίσης, βρέθηκε σημαντική αρνητική συσχέτιση μεταξύ του μέσου εισοδήματος και του ποσοστού των αυτοκτονιών (R 2=0,37, p=0,007),
ενώ θετική συσχέτιση προέκυψε μεταξύ του μέσου εισοδήματος και του ποσοστού δια­ζυγίων
*Η εργασία αυτή βραβεύθηκε στο 21ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ψυχιατρικής που πραγματοποιήθηκε
στην Αθήνα, 5–8 Μαΐου 2011.
110
Ο. ΓΙΩΤΑΚΟΣ και συν
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
(R2=0,73, p<0,001). Τα ευρήματα παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες με τα ευρήματα σε έρευνες
χωρών με αντίστοιχες οικονομικές κρίσεις, όπως σε χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, στην
Ασία και στις ΗΠΑ. Παρόμοιες έρευνες στο μέλλον, σε πιο όψιμο στάδιο της οικονομικής κρίσης
στην Ελλάδα, αναμένεται να διαπιστώσουν περισσότερο αξιόπιστες συσχετίσεις. Τέλος, οι έρευνες αυτές αναμένεται να είναι χρήσιμες σε ενδεχόμενη κατάρτιση προγραμμάτων αντιμετώπισης,
μετριασμού ή πρόληψης των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης στην ψυχική υγεία των πολιτών.
Λέξεις ευρετηρίου: Οικονομική κρίση, ψυχική υγεία, αυτοκτονίες, προγράμματα πρόληψης
Εισαγωγή
Οι σοβαρότερες οικονομικές κρίσεις του προηγούμενου αιώνα, το κραχ του ’29 στις ΗΠΑ, η οικονομική κατάρρευση των πρώην Σοβιετικών χωρών
στις αρχές του ’90 και η Ασιατική οικονομική κρίση
περί το τέλος του ’90, χαρακτηρίστηκαν από τη
δραματική αύξηση των αυτοκτονιών, των ανθρωποκτονιών και των θανάτων. Η τρέχουσα οικονομική
κρίση μπορεί να συγκριθεί με αυτές τις οικονομικές
κρίσεις του περασμένου αιώνα. Οι κύριες συνέπειες
μιας οικονομικής κρίσης είναι η ανεργία, η μείωση
του εισοδήματος, η γενικευμένη αβεβαιότητα και
η περικοπή των δημοσίων δαπανών, περιλαμβανομένων των δαπανών για την υγεία. Οι περισσότερες
από τις μελέτες που διερευνούν τις επιπτώσεις των
οικονομικών κρίσεων στην ποιότητα ζωής των πολιτών δείχνουν συσχέτιση ανάμεσα στην ανεργία ή
άλλους οικονομικούς δείκτες και τα επίπεδα γενικής
νοσηρότητας, θνητότητας, κατάθλιψης και αυτοκτονικότητας.1–3
Διεθνή δεδομένα
Αρκετές έρευνες έδειξαν συσχέτιση μεταξύ της οικονομικής ύφεσης και της κατάθλιψης.4 Το οικονομικό χρέος είναι ιδιαίτερα σημαντικός παράγοντας που
προδιαθέτει σε κατάθλιψη. Μια μελέτη σε Αγγλία,
Σκωτία και Ουαλία έδειξε σαφή σχέση χρέους και κακής ψυχικής υγείας.5 Άλλη μελέτη από τη Χιλή βρήκε
ισχυρή σχέση μεταξύ απότομης μείωσης του εισοδήματος και εμφάνισης ψυχιατρικών διαταραχών, με
τη μείωση του εισοδήματος να λαμβάνει χώρα σε
διάστημα 6 μηνών πριν από την εκδήλωση συμπτωμάτων.6 Πρόσφατη ανασκόπηση, επίσης, τεκμηριώνει τη συσχέτιση μεταξύ φτώχειας και ψυχικών διαταραχών. Η συσχέτιση μάλιστα αυτή προέκυψε με
όλους τους δείκτες φτώχειας που χρησιμοποιήθηκαν.
Παράμετροι όπως το χαμηλό εισόδημα, η ανασφάλεια, η απελπισία, η κοινωνική μεταβολή, το στίγμα,
ο κοινωνικός αποκλεισμός, η συννοσηρότητα με
σωματικά νοσήματα και κυρίως η περιορισμένη εκπαίδευση, εξηγούν τη μεγαλύτερη ευαλωτότητα των
φτωχών στα ψυχικά νοσήματα.7
Οι Stuckler et al, 8,9 μελέτησαν σε 26 χώρες της
Ευρώπης, για το διάστημα 1970–2006, τον τρόπο με
τον οποίο οι οικονομικές μεταβολές μπορεί να επηρέασαν τα ποσοστά θνησιμότητας στην Ευρώπη
κατά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, καθώς και τον
τρόπο που οι κυβερνήσεις θα μπορούσαν να περιστείλουν τις αντίξοες επιπτώσεις τους. Βρήκαν ότι
για κάθε αύξηση 1% στην ανεργία, υπήρχε αύξηση
0,8% στις αυτοκτονίες, στις ηλικίες κάτω των 65
ετών, καθώς και αύξηση 0,8% στις ανθρωποκτονίες.
Αντίθετα, τα τροχαία ατυχήματα ελαττώθηκαν κατά
1,4%. Αύξηση πάνω από 3% στην ανεργία είχε, αντίστοιχα, ακόμη μεγαλύτερη επίδραση στις αυτοκτονίες (αύξηση >4%), στις ηλικίες κάτω των 65 ετών,
καθώς και στους θανάτους από χρήση αλκοόλ. Τα
αυξανόμενα ποσοστά ανεργίας δεν είχαν καμία επίπτωση στο ποσοστό των αυτοκτονιών, όταν οι δαπάνες σε ενεργά προγράμματα στήριξης της αγοράς εργασίας, τα οποία αποσκοπούν στη διατήρηση
θέσεων εργασίας και την επανένταξη των απολυόμενων, ήταν πάνω από 190 $/άτομο/έτος. Επίσης,
μελέτη της σχέσης μεταξύ των δημόσιων κοινωνικών δαπανών και των αυτοκτονιών στις 27 χώρες
του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και
Ανάπτυξη (OECD) από το 1980 έως το 2003, έδειξε
ότι τα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας μπορούν
να αποτελέσουν ζωτικό παράγοντα για την πρόλη-
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
ΕΠΙΠΤΩΣΗ ΤΗς ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
ψη των αυτοκτονιών σε χώρες που βιώνουν οικονομική κρίση.10
Οι Chang et al11 μελέτησαν τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης κατά το διάστημα 1997–1998, σε
ανατολικές/νοτιοανατολικές ασιατικές χώρες, όπως
η Ιαπωνία, το Χονγκ Κονγκ, η Νότια Κορέα, η Ταϊβάν,
η Σιγκαπούρη και η Ταϊλάνδη. Χρησιμοποιήθηκαν
δεδομένα για τις αυτοκτονίες και τον πληθυσμό
για την περίοδο 1985–2006. Η θνησιμότητα από τις
αυτοκτονίες ελαττώθηκε στα τέλη της δεκαετίας
του ’80 και στις αρχές του ’90 αλλά στη συνέχεια
αυξήθηκε αισθητά σε όλες τις χώρες εκτός από τη
Σιγκαπούρη, η οποία είχε σταθερά μειούμενα ποσοστά αυτοκτονιών. Σε σύγκριση με το 1997, τα ποσοστά αυτοκτονιών των ανδρών το 1998 αυξήθηκαν
κατά 39% στην Ιαπωνία, 44% στο Χονγκ Κονγκ και
45% στην Κορέα. Η αύξηση στις αυτοκτονίες γυναικών ήταν λιγότερο αισθητή. H οικονομική κρίση
είχε ως αποτέλεσμα 10.400 περισσότερες αυτοκτονίες το 1998 σε σχέση με το 1997 στην Ιαπωνία, το
Χονγκ Κονγκ και την Κορέα. Παρόμοιες αυξήσεις
των αυτοκτονιών δεν καταγράφηκαν σε Ταϊβάν και
Σιγκαπούρη, δύο χώρες στις οποίες η οικονομική
κρίση είχε μικρότερη επίδραση στο Ακαθάριστο
Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) και την ανεργία. Αυτά τα ευρήματα υποδεικνύουν τη συσχέτιση της ασιατικής
οικονομικής κρίσης με την απότομη αύξηση των
θανάτων από αυτοκτονίες, στις περισσότερες ανατολικοασιατικές χώρες, και η αύξηση αυτή των αυτοκτονιών φαίνεται να συνδέεται πιο στενά με την
αύξηση της ανεργίας.
Σε αντίστοιχη έρευνα στην Κίνα,12 βρέθηκε ότι
οι κοινωνικές αλλαγές, περιλαμβανομένων των μεγάλων οικονομικών απωλειών σε ατομικό επίπεδο,
του αυξημένου κόστους υγειονομικής περίθαλψης,
της εξασθένησης των οικογενειακών δεσμών, της
μετανάστευσης σε αστικές περιοχές προς αναζήτηση εργασίας και των ανισοκατανομών του εισοδήματος, οδηγούν σε αύξηση των ποσοστών αυτοκτονιών, κυρίως μέσω της αύξησης των καταθλιπτικών διαταραχών, οι περισσότερες από τις οποίες
διατρέχουν χωρίς θεραπεία. Παρόμοια, οι μαζικές
αυτοκτονίες αγροτών στην Ινδία, μετά από την αλλαγή της αγρονομικής πολιτικής και την οξεία μείωση του εισοδήματος, περί τα μέσα της δεκαετίας
111
του ’90, παρέχει μία ακόμη καλή αποτύπωση του
αντίκτυπου της οικονομικής ανασφάλειας στην ψυχική υγεία.13
Μέθοδος
Προσέγγιση της παρούσας έρευνας
για την κατάσταση στην Ελλάδα
Στόχος της παρούσας έρευνας είναι η διερεύνηση των επιπτώσεων της τρέχουσας οικονομικής
κρίσης στην ψυχική υγεία στην Ελλάδα. Για τον
σκοπό αυτό ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στην επιλογή τόσο των οικονομικών εκείνων δεικτών που
έχουν ήδη δείξει κάποια επίδραση στην ψυχική
υγεία όσο και των κατάλληλων μεταβλητών που
αποτυπώνουν τα επίπεδα ψυχικής υγείας. Ευρέως
χρησιμοποιούμενες οικονομικές μεταβλητές στη
διεθνή βιβλιογραφία είναι το ΑΕΠ, ο πληθωρισμός,
το μέσο εισόδημα και το ποσοστό ανεργίας. 3 Στην
παρούσα έρευνα επιλέχθηκαν το ποσοστό ανεργίας και το μέσο εισόδημα. Το ΑΕΠ δεν θεωρήθηκε
κατάλληλος δείκτης, εφόσον αποτελεί ένα γενικό
συγκεντρωτικό μέγεθος που δεν αντικατοπτρίζει
απόλυτα την ανισοκατανομή του πλούτου σε μια
κοινωνία, και το μέγεθός του ενδέχεται να αυξάνει
ενώ τα εισοδήματα στα χαμηλά στρώματα παραμένουν σταθερά ή μειώνονται. Ο πληθωρισμός, χωρίς την παράλληλη σύγκριση με τη μεταβολή του
εισοδήματος, επίσης δεν θεωρήθηκε χρήσιμο οικονομικό μέγεθος. Αντίθετα, το ποσοστό ανεργίας
κρίνεται αξιόπιστος δείκτης, αφού αντανακλά τις
οικονομικές δυσκολίες του πληθυσμού και κυρίως
των χαμηλότερων στρωμάτων. Η ανεργία ως ανεξάρτητη μεταβλητή, περικλείει τα άτομα που δοκιμάζονται από έλλειψη εργασίας ανεξάρτητα από το
αν αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες. Επίσης,
αντανακλά ικανοποιητικά τη γενικότερη οικονομική κατάσταση της χώρας και μπορεί να συμπεριλάβει άτομα που υποαπασχολούνται ή έχουν βιώσει
μειώσεις μισθών ή γενικότερα άτομα που ανησυχούν για τις οικονομικές συνθήκες.9
Σχετικά με τους δείκτες ψυχικής υγείας, χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία που αφορούν στη χρήση υπηρεσιών ψυχικής υγείας, συγκεκριμένα ο αριθμός των
νοσηλευομένων (εισιτήρια/εξιτήρια) σε ψυχιατρική κλινική, καθώς και οι επισκέψεις στα Εξωτερικά
112
Ο. ΓΙΩΤΑΚΟΣ και συν
Ιατρεία και τα Επείγοντα Ψυχιατρικών Κλινικών της
Αττικής. Γενικά, οι επισκέψεις στα επείγοντα και στα
εξωτερικά ιατρεία θεωρούνται αξιόπιστοι δείκτες,
καθώς δεν εξαρτώνται από τη διαθεσιμότητα των
νοσοκομείων ανά έτος, όπως συμβαίνει με τον αριθμό νοσηλευομένων. Τέλος, εξετάστηκαν μεταβλητές
που σχετίζονται με την ψυχική υγεία και γενικότερα
με την ποιότητα ζωής, όπως οι αυτοκτονίες, οι ανθρωποκτονίες, οι συνολικοί θάνατοι και ο αριθμός
των διαζυγίων.
Δείγμα
Τα στοιχεία που αφορούν στους οικονομικούς
δείκτες «ανεργία» και «μέσο εισόδημα», καθώς και
τα στοιχεία που αφορούν στους δείκτες γενικής
υγείας: «γενική θνησιμότητα», «θνησιμότητα 15–75
ετών» «ανθρωποκτονίες», «αυτοκτονίες», «διαζύγια»,
«νοσηλευόμενοι σε ψυχιατρική κλινική», συγκεντρώθηκαν από την ιστοσελίδα της EL.STAT. (πρώην Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία). Τα στοιχεία που
αφορούν στους υπόλοιπους δείκτες ψυχικής υγείας,
«επισκέψεις σε εξωτερικά ιατρεία» και «επισκέψεις
στα τμήματα επειγόντων ψυχιατρικής», συγκεντρώθηκαν από τις Στατιστικές Υπηρεσίες και τα Γραφεία
Κίνησης των Νοσοκομείων: Αιγινήτειο, Ψυχιατρικό
Νοσοκομείο Αττικής, Ευαγγελισμός και Γενικό
Κρατικό Αθηνών. Όλα τα στοιχεία συγκεντρώθηκαν
στο διάστημα Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2010.
Δεδομένου του πλήθους των μεταβλητών που
μελετήθηκαν, αλλά και των διαφορετικών πηγών, το χρονικό εύρος των διαθέσιμων στοιχείων ποικίλλει μεταξύ των διαφόρων μεταβλητών.
Συγκεκριμένα, η EL.STAT διαθέτει δεδομένα για τον
αριθμό των νοσηλευομένων ψυχιατρικών ασθενών
για το διάστημα 1981 έως 2006, για την ανεργία
για τα έτη 1981 έως 2009 και για το μέσο εισόδημα
για την περίοδο 1981–2007. Τέλος, τα στοιχεία που
συγκεν­τρώθηκαν από τις ψυχιατρικές κλινικές αφορούν, για το μεν Αιγινήτειο την περίοδο 1988–2009,
ενώ για τα υπόλοιπα τρία νοσοκομεία την περίοδο
2002–2009. Στο Αιγινήτειο, κατά το διάστημα 1988–
2009, πραγματοποιήθηκαν 298.039 επισκέψεις στα
τακτικά εξωτερικά ιατρεία και 138.840 επισκέψεις
στο τμήμα επειγόντων. Από τα 4 νοσοκομεία συγκεντρώθηκε συνολικό δείγμα 120.201 επειγόντων
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
περιστατικών και 220.822 επισκέψεων στα εξωτερικά ιατρεία που αφορούσε στο διάστημα 2002–2009.
Εξαιτίας αυτών των διακυμάνσεων στο χρονικό
εύρος των στοιχείων, έγινε διερεύνηση ξεχωριστά
τόσο για το Αιγινήτειο όσο και για όλα συνολικά τα
Νοσοκομεία.
Στατιστική επεξεργασία
Με σκοπό τη διερεύνηση ύπαρξης συσχέτισης μεταξύ των δεικτών οικονομίας και των δεικτών ψυχικής υγείας, χρησιμοποιήθηκε η απλή και πολλαπλή
γραμμική παλινδρόμηση. Χρησιμοποιήθηκε δηλαδή η σχέση Υi=a+βXi+ei, όπου Υi είναι η τιμή μίας
μεταβλητής ψυχικής υγείας τη χρονική στιγμή i , Xi
η αντίστοιχη τιμή μίας οικονομικής μεταβλητής, β ο
συντελεστής ευαισθησίας της μεταβλητής ψυχικής
υγείας στην οικονομική μεταβλητή, και ei το τυχαίο
σφάλμα τη χρονική στιγμή i. Η ερμηνεία των αποτελεσμάτων βασίστηκε στο R² και τον συντελεστή β.
To R², ισοδύναμο με το τετράγωνο της συνάφειας (r),
υποδηλώνει το ποσοστό της διακύμανσης της εξαρτημένης μεταβλητής (μεταβλητές ψυχικής υγείας),
που εξηγείται από τη διακύμανση των τιμών της
ανεξάρτητης μεταβλητής (μεταβλητές οικονομίας:
ανεργία και μέσο εισόδημα). Ο συντελεστής β υποδηλώνει το μέγεθος της μεταβολής της μεταβλητής
Y που προκύπτει από τη μεταβολή κατά μία μονάδα
της μεταβλητής X. Η συμμεταβολή των οικονομικών
μεταβλητών με τους δείκτες ψυχικής υγείας θεωρείται σημαντική όταν ο συντελεστής β είναι διάφορος
του μηδενός, με πιθανότητα p<0,05.
Αποτελέσματα
Απλή ανάλυση παλινδρόμησης
Στους πίνακες 1 και 2 συνοψίζονται τα αποτελέσματα των αναλύσεων παλινδρόμησης των ανεξάρτητων μεταβλητών «ανεργία» (πίνακας 1) και «μέσο
εισόδημα» (πίνακας 2) με κάθε έναν δείκτη ψυχικής
υγείας. Σε κάθε πίνακα παρουσιάζεται ο συντελεστής
β, το R2 του κάθε μοντέλου παλινδρόμησης που προέκυψε, όπως επίσης και το επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας (p), που δείχνει κατά πόσο ο δείκτης β
είναι διάφορος του μηδενός (βάσει της t κατανομής)
και άρα η σχέση ανεξάρτητης και εξαρτημένης μεταβλητής υφίσταται.
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
ΕΠΙΠΤΩΣΗ ΤΗς ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
113
Πίνακας 1. Ανάλυση παλινδρόμησης της ανεξάρτητης μεταβλητής «ανεργία» και των δεικτών ψυχικής υγείας, ως
εξαρτημένων μεταβλητών.
Εξαρτημένη μεταβλητή
Περίοδος
Συντελεστής β
R2
p
Νοσηλευόμενοι ασθενείς
1981–2009
–0,00013
0,0002
0,94
Νοσηλευόμενοι ασθενείς
πλην γεροντικών παθήσεων
1981–2009
–0,00069
0,007
0,67
Εξωτερικά ιατρεία Αιγινήτειο
1988–2009
0,067
0,40
0,001
Επείγοντα Αιγινήτειο
1988–2009
0,034
0,49
0,0002
Εξωτερικά ιατρεία Αιγινήτειο/
Γενικό Κρατικό/Ευαγγελισμός
2002–2009
0,015
0,11
0,42
Επείγοντα Αιγινήτειο/Δαφνί/
Γενικό Κρατικό/Ευαγγελισμός
2002–2009
0,04
0,39
0,08
Συνολικοί θάνατοι
1981–2009
0,026
0,49
0,001
Συνολικοί θάνατοι 15–70 ετών
1981–2009
–0,008
0,23
0,008
Αυτοκτονίες
1981–2009
–0,000048
0,07
0,16
Ανθρωποκτονίες
1981–2009
0,049
0,16
0,03
Διαζύγια
1981–2009
0,005
0,20
0,015
Πίνακας 2. Ανάλυση παλινδρόμησης της ανεξάρτητης μεταβλητής «Μέσο Εισόδημα» και των δεικτών ψυχικής
υγείας, ως εξαρτημένων μεταβλητών.
Εξαρτημένη μεταβλητή
Περίοδος
Συντελεστής β
R2
p
Νοσηλευόμενοι ασθενείς
1981–2009
3,94E-04
0,009
0,64
Νοσηλευόμενοι ασθενείς
πλην γεροντικών παθήσεων
1981–2009
–1,37E-04
0,001
0,86
Εξωτερικά ιατρεία Αιγινήτειο
1988–2009
2,72E-07
0,55
0,0001
Επείγοντα Αιγινήτειο
1988–2009
1,06E-07
0,37
0,004
Εξωτερικά ιατρεία Αιγινήτειο/
Γενικό Κρατικό/Ευαγγελισμός
2002–2009
–4,16E-07
0,70
0,02
Επείγοντα Αιγινήτειο/Δαφνί/
Γενικό Κρατικό/Ευαγγελισμός
2002–2009
–7,00E-07
0,90
0,0008
Συνολικοί θάνατοι
1981–2009
1,41E-02
0,77
1,41E-09
Συνολικοί θάνατοι 15–70 ετών
1981–2009
–6,54E-03
0,90
2,30E-14
Αυτοκτονίες
1981–2009
–4,82E-05
0,37
0,007
Ανθρωποκτονίες
1981–2009
4,02E-06
0,006
0,71
Διαζύγια
1981–2009
4,21E-04
0,73
1,10E-08
Ανεργία και δείκτες ψυχικής υγείας
Δεν βρέθηκε σημαντική συσχέτιση μεταξύ του ποσοστού ανεργίας, αλλά και του μέσου εισοδήματος,
και των νοσηλειών σε ψυχιατρική κλινική.
Βρέθηκε σημαντική συσχέτιση μεταξύ του ποσοστού ανεργίας και των επισκέψεων, τόσο στα
Εξωτερικά Ιατρεία (R 2=0,40, p=0,001) όσο και
στο Τμήμα Επειγόντων (R 2=0,49, p=0,0002) του
Αιγινήτειου Νοσοκομείου. Η ανάλυση υποδεικνύει
114
Ο. ΓΙΩΤΑΚΟΣ και συν
ότι το 40% της διακύμανσης των επισκέψεων στα
εξωτερικά ιατρεία εξηγείται από τη διακύμανση του
ποσοστού ανεργίας. Η εκτίμηση για τον συντελεστή
ευαισθησίας β είναι ίση με 0,067. Αυτό μεταφράζεται στο ότι μια αύξηση της ανεργίας κατά 1 ποσοστιαία μονάδα αντιστοιχεί σε αύξηση κατά 0,00067
στο ποσοστό του πληθυσμού του λεκανοπεδίου που
επισκέπτεται το συγκεκριμένο νοσοκομείο, το οποίο
με βάση τον πληθυσμό του 2009 μεταφράζεται σε
2308 περισσότερα περιστατικά. Παρόμοια αλλά περισσότερο ισχυρά αποτελέσματα, λαμβάνονται για
τα επείγοντα περιστατικά στο ίδιο νοσοκομείο, όπου
περίπου 50% της διακύμανσης εξηγείται από το ποσοστό ανεργίας. Το β αυτής της παλινδρόμησης είναι
0,033, το μισό ακριβώς από ό,τι για τα συνολικά περιστατικά. Άρα, τα μισά από τα συνολικά περιστατικά που προκύπτουν από την αύξηση του ποσοστού
ανεργίας κατά 1 ποσοστιαία μονάδα, αντιστοιχούν
σε επείγοντα.
Όσον αφορά στις επισκέψεις των επειγόντων στο
σύνολο των 4 νοσοκομείων (Αιγινήτειο, ΨΝΑ, Γενικό
Κρατικό και Ευαγγελισμός), προέκυψε τάση συμμεταβολής (R2=0,39, β=0,04, p=0,08) με τον δείκτη
ανεργίας για την περίοδο 2002 με 2009.
Το ποσοστό ανεργίας κατά την περίοδο 1981-2008
βρέθηκε να σχετίζεται θετικά με τον αριθμό των ανθρωποκτονιών (R2=0,16, β=0,000049, p=0,03), όπως
επίσης και με τον αριθμό των διαζυγίων (R2=0,20,
β=0,005, p=0,02) κατά την ίδια περίοδο. Ωστόσο, το
ποσοστό της διακύμανσης των ανθρωποκτονιών και
των διαζυγίων που εξηγείται από τη διακύμανση των
τιμών της ανεργίας είναι σχετικά μικρό: 16% και 20%,
αντίστοιχα.
Θετική συσχέτιση βρέθηκε μεταξύ του ποσοστού
ανεργίας και του αριθμού των θανάτων (R2=0,49,
β=0,03, p<0,001), ενώ για την ηλικιακή ομάδα 15-70
ετών οι θάνατοι παρουσίασαν αρνητική συσχέτιση με τη διακύμανση των ποσοστών της ανεργίας
(R2=0,23, β=–0,008, p=0,008).
Μέσο εισόδημα και δείκτες ψυχικής υγείας
Η ανάλυση παλινδρόμησης με το μέσο εισόδημα
ως ανεξάρτητη μεταβλητή έδειξε να εξηγεί πολύ καλύτερα τη θνησιμότητα, σε σύγκριση με τα ευρήματα
που προέκυψαν θέτοντας το ποσοστό ανεργίας ως
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
ανεξάρτητη μεταβλητή. Βρέθηκε ισχυρή αρνητική
συσχέτιση μεταξύ του ποσοστού των θανάτων ατόμων 15–70 ετών και του μέσου εισοδήματος (R2=0,90,
β=–0,006, p<0,001). Αντίθετα, βρέθηκε θετική συσχέτιση της συνολικής θνησιμότητας, σε σχέση με το
μέσο εισόδημα (R2=0,77, β=0,014, p<0,001). Η συσχέτιση μεταξύ θνησιμότητας και ανεργίας ή και μέσου
εισοδήματος ενδέχεται να είναι πλασματική, αφού
μπορεί να σχετίζεται με τη γήρανση του πληθυσμού
ή και με τη μείωση των πρόωρων θανάτων κατά την
τελευταία 20ετία.
Το μέσο εισόδημα ως ανεξάρτητη μεταβλητή, έδειξε να σχετίζεται θετικά με τις επισκέψεις τόσο στα
εξωτερικά ιατρεία (R2=0,55, p<0,001) όσο και στα
επείγοντα (R2=0,37, p=0,004) του Αιγινητείου. Όταν
περιλήφθηκαν όμως τα δεδομένα και από τα 4 νοσοκομεία, βρέθηκε αρνητική συσχέτιση μεταξύ του
μέσου εισοδήματος και των επισκέψεων στα τακτικά
εξωτερικά ιατρεία (R2=0,70, p=0,02) και στα επείγοντα (R2=0,90, p<0,001). Η ερμηνεία για την απόκλιση
αυτή θα πρέπει μάλλον να αναζητηθεί στο διαφορετικό χρονικό εύρος που καλύπτουν τα δεδομένα από
το Αιγινήτειο (1988–2007), σε σχέση με τα υπόλοιπα
νοσοκομεία (2002–2007).
Στατιστικώς σημαντική αρνητική συσχέτιση βρέθηκε μεταξύ του μέσου εισοδήματος και του ποσοστού των αυτοκτονιών (R2=0,37, p=0,007), ενώ
θετική συσχέτιση προέκυψε μεταξύ του μέσου εισοδήματος και του ποσοστού διαζυγίων (R2=0,73,
p<0,001). Συνεπώς, αύξηση του μέσου εισοδήματος
φαίνεται να σχετίζεται με μείωση του ποσοστού των
αυτοκτονιών και αύξηση των διαζυγίων.
Πολλαπλή ανάλυση παλινδρόμησης
Επειδή οι δύο ανεξάρτητες μεταβλητές, «μέσο εισόδημα» και «ανεργία», παρουσιάζουν σχετικά υψηλή συνάφεια (r=0,77), κρίθηκε σκόπιμο να συμπεριληφθούν και οι δύο σε ένα μοντέλο πολλαπλής παλινδρόμησης για κάθε δείκτη ψυχικής υγείας. Αυτό
επιτρέπει να εξηγηθεί καλύτερα κατά πόσο η κάθε
μία ανεξάρτητη μεταβλητή σχετίζεται με τον κάθε
δείκτη ψυχικής υγείας ανεξάρτητα από την άλλη μεταβλητή. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για εκείνους
τους δείκτες ψυχικής υγείας που βρέθηκαν (στο μοντέλο της απλής παλινδρόμησης) να συσχετίζονται
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
ΕΠΙΠΤΩΣΗ ΤΗς ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
115
σημαντικά με τις μεταβολές στους δύο οικονομικούς
δείκτες που εξετάζουμε.
ση παλινδρόμησης της κάθε μιας ανεξάρτητης μεταβλητής ξεχωριστά.
Στον πίνακα 3 παρουσιάζονται τα αποτελέσματα
της πολλαπλής παλινδρόμησης, έχοντας ως ανεξάρτητες μεταβλητές το μέσο εισόδημα και το ποσοστό
ανεργίας ταυτόχρονα. Ιδιαίτερη σημασία σε αυτή την
ανάλυση έχουν οι δύο β δείκτες που προκύπτουν για
τις δύο ανεξάρτητες μεταβλητές (Ανεργία: βΑνεργία,
μέσο εισόδημα: βΜΕ), οι οποίοι δείχνουν το μέγεθος
της επίδρασης της κάθε ανεξάρτητης μεταβλητής
στην εξαρτημένη μεταβλητή που μελετάται, όταν η
επίδραση της άλλης ανεξάρτητης μεταβλητής διατηρείται σταθερή. Στον πίνακα 3 φαίνεται ότι, τόσο το
μέσο εισόδημα όσο και η ανεργία σχετίζονται στατιστικώς σημαντικά και ανεξάρτητα η μία από την άλλη με τον αριθμό επισκέψεων στα εξωτερικά ιατρεία
(βΑνεργία=0,05, p<0,001 και βΜΕ=0,02, p=0,0011) και
τα επείγοντα (βΑνεργία=0,03, p=0,0018 και βΜΕ=0,006,
p=0,05) του Αιγινητείου. Όσον αφορά στο σύνολο
των 4 νοσοκομείων, προκύπτει ότι η μόνη στατιστικώς σημαντική συσχέτιση είναι η αρνητική σχέση
του συνολικού αριθμού των επειγόντων με το μέσο
εισόδημα (β=-0,0076, p=0,012).
Σχετικά με τις αυτοκτονίες και τις ανθρωποκτονίες,
μόνο το μέσο εισόδημα σχετίζεται αρνητικά με τις
αυτοκτονίες (β=–0,0000053, p=0,002), ενώ μόνο το
ποσοστό ανεργίας σχετίζεται θετικά με τις ανθρωποκτονίες (β=0,000074, p=0,009). Πάντως, τόσο το
ποσοστό της διασποράς (R2) των ανθρωποκτονιών
όσο και εκείνο των αυτοκτονιών που εξηγείται από
τους δύο οικονομικούς δείκτες, κρίνονται μικρά αν
και στατιστικώς σημαντικά.
Σχετικά με τη θνησιμότητα, τα αποτελέσματα συμφωνούν με αυτά που προέκυψαν στην απλή ανάλυ-
Σχετικά με τα διαζύγια, προκύπτει ότι το μέσο εισόδημα σχετίζεται θετικά με τον αριθμό των διαζυγίων
(β=0,00000042, p<0,001). Όταν όμως η επίδραση του
μέσου εισοδήματος διατηρείται σταθερή, η ανεργία
δεν φαίνεται να σχετίζεται σημαντικά με τον αριθμό
των διαζυγίων.
Συζήτηση
Σκοπός της έρευνας ήταν η εκτίμηση που έχει η
επίδραση της τρέχουσας οικονομικής κρίσης στην
Ελλάδα στην ψυχική υγεία του πληθυσμού. Για τον
σκοπό αυτό μελετήθηκαν δύο ισχυροί οικονομικοί
δείκτες, το ποσοστό ανεργίας και η μεταβολή του
μέσου εισοδήματος, σε σχέση με μια σειρά δεικτών
Πίνακας 3. Ανάλυση πολλαπλής παλινδρόμησης μεταξύ των ανεξάρτητων μεταβλητών «ανεργία» και «μέσο εισόδημα» και των δεικτών ψυχικής υγείας, ως εξαρτημένων μεταβλητών.
Περίοδος
βΑνεργία
βΜΕ
R2
Εξωτερικά ιατρεία Αιγινήτειο
1988–2009
0,05***
0,02**
0,76
Επείγοντα Αιγινήτειο
1988–2009
0,03**
0,006*
0,64
Εξωτερικά ιατρεία Αιγινήτειο/
Γενικό Κρατικό/Ευαγγελισμός
2002–2009
–0,003
–0,0043
0,70
Επείγοντα Αιγινήτειο/Δαφνί/
Γενικό Κρατικό/Ευαγγελισμός
2002–2009
–0,011
–0,0076*
0,91
Εξαρτημένη μεταβλητή
Συνολικοί θάνατοι
1981–2009
0,014***
Συνολικοί θάνατοι 15–70 ετών
1981–2009
–0,0004
–0,000000064***
0,010***
0,90
Αυτοκτονίες
1981–2009
0,000018
–0,0000053**
0,37
Ανθρωποκτονίες
1981–2009
0,000074**
Διαζύγια
1981–2009
0,00014
–0,0000016
0,00000042***
0,87
0,25
0,73
Σημείωση: βΑνεργία=Συνετελεστής β για τον παράγοντα ανεργία. βΜΕ=Συνετελεστής β για τον παράγοντα μέσο
εισόδημα. *p<0,05, **p<0,01, ***p<0,001.
116
Ο. ΓΙΩΤΑΚΟΣ και συν
που αφορούν στην ψυχική υγεία. Συνοπτικά, βρέθηκε σημαντική συσχέτιση μεταξύ των οικονομικών δεικτών και των δεικτών ψυχικής υγείας, επισκέψεις σε τακτικά εξωτερικά ιατρεία και τμήματα
επειγόντων ψυχιατρικών κλινικών, αυτοκτονίες,
ανθρωποκτονίες και αριθμός διαζυγίων. Τα ευρήματα αυτά παρουσιάζουν σημαντικές ομοιότητες
με ευρήματα ερευνών σε χώρες με παρόμοιες οικονομικές υφέσεις, όπως σε χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ και της Ευρώπης,9 στην Ασία11 και στις
ΗΠΑ.14
Πιο συγκεκριμένα, βρέθηκε ότι η αύξηση τόσο
της ανεργίας όσο και του μέσου εισοδήματος σχετίζεται με αύξηση των επισκέψεων στα εξωτερικά
ιατρεία και στα επείγοντα του Αιγινητείου. Δηλαδή,
η χρήση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας του συγκεκριμένου νοσοκομείου φαίνεται να σχετίζεται όχι
μόνο με δυσμενείς οικονομικούς δείκτες, όπως η
αυξανόμενη ανεργία, αλλά και με βελτίωση των οικονομικών μεγεθών, όπως η άνοδος του μέσου εισοδήματος. Δεδομένου ότι το μοντέλο πολλαπλής
παλινδρόμησης έδειξε ότι και οι δύο οικονομικοί
δείκτες σχετίζονται ανεξάρτητα ο ένας από τον
άλλο με τις επισκέψεις στα ιατρεία του Αιγινητείου,
μπορούμε να υποθέσουμε πως οι δύο αυτοί δείκτες
επηρεάζουν διαφορετικά κομμάτια του πληθυσμού
και πιθανότατα αντανακλούν τη δράση διαφορετικών αιτιών που ωθούν τα άτομο στη χρήση των
συγκεκριμένων υπηρεσιών. Ωστόσο, η μείωση του
μέσου εισοδήματος φάνηκε να σχετίζεται με αύξηση του ποσοστού των ατόμων που επισκέπτονται
τα επείγοντα και των τεσσάρων νοσοκομείων συνολικά. Το εύρημα αυτό έρχεται σε αντίθεση με το
εύρημα που αφορά αποκλειστικά στο Αιγινήτειο
Νοσοκομείο. Αυτές οι διαφορές μπορεί να οφείλονται στο γεγονός ότι η χρονική διάρκεια των δεδομένων για το σύνολο των τεσσάρων νοσοκομείων
ήταν πολύ μικρότερη, σε σχέση με τη διάρκεια των
δεδομένων του Αιγινητείου. Επίσης, παράγοντες
όπως η γεωγραφική περιοχή του νοσοκομείου αλλά και o εξειδικευμένος χαρακτήρας των νοσοκομείων (π.χ. ψυχιατρικές κλινικές αντί ψυχιατρικών
τμημάτων σε γενικά νοσοκομεία) θα πρέπει να συνυπολογιστούν για την αξιολόγηση αυτού του ευρήματος.
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
Βρέθηκε επίσης ότι η αύξηση του αριθμού των
αυτοκτονιών σχετίζεται με τη μείωση του μέσου
εισοδήματος. Παράλληλα, η αύξηση του μέσου εισοδήματος συνοδεύεται από μείωση των θανάτων
στην ηλικιακή ομάδα 15–70 ετών. Τα ευρήματα αυτά μπορούν να συγκριθούν με τα ευρήματα σχετικά με την επίπτωση της Ασιατικής οικονομικής
κρίσης, κατά την περίοδο 1997–1998, στην αύξηση
των αυτοκτονιών,11 αλλά και με τα ευρήματα σχετικά με την επίπτωση της Ευρωπαϊκής οικονομικής
κρίσης στα επίπεδα ψυχικής υγείας των κατοίκων.9
Οι έρευνες αυτές δείχνουν ότι οι κοινωνικές αλλαγές, περιλαμβανομένων των μεγάλων οικονομικών
απωλειών σε ατομικό επίπεδο, του αυξημένου κόστους υγειονομικής περίθαλψης, της εξασθένησης
των οικογενειακών δεσμών, της μετανάστευσης σε
αστικές περιοχές προς αναζήτηση εργασίας και των
ανισοκατανομών του εισοδήματος, οδηγούν σε
αύξηση των ποσοστών των αυτοκτονιών, κυρίως
μέσω της αύξησης των καταθλιπτικών διαταραχών,
οι περισσότερες από τις οποίες διατρέχουν χωρίς
θεραπεία.
Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι στην παρούσα
έρευνα η ανεργία δεν φαίνεται να σχετίζεται με
τον αριθμό των αυτοκτονιών, αλλά με τον αριθμό
των ανθρωποκτονιών. Παρόμοια, οι Stuckler et al 8,9
εντόπισαν σημαντική αύξηση των ανθρωποκτονιών σε περιόδους ανόδου των επίπεδων ανεργίας,
ενώ στην ίδια έρευνα η επίπτωση της αύξησης της
ανεργίας στα ποσοστά αυτοκτονίας ήταν εμφανής
μόνο όταν εξέλειπαν δομές παροχής κοινωνικής
μέριμνας στους πολίτες. Είναι επομένως πιθανόν
ότι στην παρούσα χρονική περίοδο, κατά την οποία
μόνον οι πρώτες επιπτώσεις της ελληνικής οικονομικής κρίσης αρχίζουν να διαφαίνονται, οι μεταβολές στην ανεργία, σε συνδυασμό με την ύπαρξη
παραδοσιακών δομών κοινωνικής μέριμνας, να
μην επιτρέπουν να διαφανεί κάποια επίπτωση στον
αριθμό των αυτοκτονιών. Αντίθετα, όπως συζητήθηκε παραπάνω, η μείωση του μέσου εισοδήματος,
της οποίας οι επιπτώσεις αρχίζουν να εμφανίζονται
στην καθημερινότητα του πληθυσμού, φαίνεται
να επιδρά στην ανάπτυξη αυτοκτονικής συμπεριφοράς. Περαιτέρω έρευνες, σε βάθος χρόνου, θα
διαφωτίσουν τις βραχυπρόθεσμες και μακροπρό-
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
ΕΠΙΠΤΩΣΗ ΤΗς ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
θεσμες επιπτώσεις της ανεργίας στη θνησιμότητα
του πληθυσμού και θα επιτρέψουν την καλύτερη
κατανόηση των παραγόντων εκείνων που ενδέχεται να επιδρούν προστατευτικά απέναντι στην αυτοκτονική συμπεριφορά.
Επίσης, ο αριθμός των διαζυγίων φαίνεται να σχετίζεται περισσότερο με τις μεταβολές στο μέσο εισόδημα. Συγκεκριμένα, η αύξηση του εισοδήματος
βρέθηκε να σχετίζεται με αύξηση των διαζυγίων. Η
αύξηση των ποσοστών ανεργίας βρέθηκε επίσης να
σχετίζεται με αύξηση των διαζυγίων, αλλά η σχέση
αυτή εξέλειπε όταν στο μοντέλο πολλαπλής παλινδρόμησης ελέγχθηκε η επίδραση του μέσου εισοδήματος. Η ερμηνεία των ευρημάτων αυτών δεν είναι
ξεκάθαρη, αφού σε περιόδους μείωσης του εισοδήματος τα μέλη μιας οικογένειας βιώνουν οικονομική
ανασφάλεια σε τέτοιο βαθμό, ώστε να τολμήσουν
ριζικές αλλαγές, όπως το διαζύγιο, ενώ σε περιόδους
οικονομικής ευημερίας η απόφαση αυτή μπορεί είναι
λιγότερο επισφαλής. Καθώς το διαζύγιο και οι αιτίες
του αποτελούν ένα πολύπλοκο κοινωνικό φαινόμενο με ετερογενή αιτιολογία, οποιαδήποτε ερμηνεία
της σχέσης του φαινομένου αυτού με οικονομικούς
δείκτες οφείλει να λαμβάνει υπόψη ένα ευρύ φάσμα
παραγόντων.
Περιορισμοί
Τα ευρήματα της παρούσας έρευνας αποτελούν
μια αρχική καταγραφή των μεταβολών που ενδέχεται να επιφέρει η παρούσα οικονομική συγκυρία σε
μεταβλητές που σχετίζονται με την ψυχική υγεία των
πολιτών. Στο πλαίσιο αυτό δεν θα πρέπει να παραβλέπονται ορισμένοι μεθοδολογικοί περιορισμοί. Για
παράδειγμα, το χρονικό εύρος των διαθέσιμων δεδομένων είναι σχετικά μικρό να εξάγουμε για ασφαλή
συμπεράσματα, αλλά και τα δεδομένα που προέρχονται από διαφορετικές πηγές δεν καλύπτουν ταυτόχρονες χρονικές περιόδους. Συνεπώς, τα αποτελέσματα που αφορούν στο σύνολο των νοσοκομείων
είναι επισφαλή σε σχέση με αυτά που προκύπτουν
για το Αιγινήτειο Νοσοκομείο, το οποίο διέθετε δεδομένα καταγραφής για ικανοποιητικό χρονικό διάστημα.
Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι αν και η γραμμική παλινδρόμηση αποτελεί χρήσιμο στατιστικό
117
εργαλείο, δεν αντανακλά απαραίτητα αιτιώδη σχέση μεταξύ των μελετώμενων μεταβλητών. Εκείνο
που υποδεικνύει είναι η συστηματική συμμεταβολή
οικονομικών μεγεθών με δείκτες ψυχικής υγείας. Αν
και οι δύο ανεξάρτητες μεταβλητές που επελέγησαν
στην παρούσα έρευνα παρουσιάζουν υψηλή συνάφεια, σε πολλές περιπτώσεις φαίνεται να επηρεάζουν
διαφορετικά ή ανεξάρτητα η μία από την άλλη τους
δείκτες ψυχικής υγείας που μελετήθηκαν.
Επίλογος
Σε συνθήκες οικονομικής κρίσης οι φτωχοί αποτελούν ομάδα κινδύνου, εφόσον είναι οι πρώτοι
που πλήττονται. Παράλληλα, τα άτομα που ήδη νοσούν από ψυχικά νοσήματα, λόγω της υπάρχουσας
έκπτωσης της λειτουργικότητάς τους, αποτελούν
επίσης ομάδα υψηλού κινδύνου. Mε τον τρόπο αυτό δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος, όπου η φτώχεια ευνοεί τις ψυχιατρικές διαταραχές αλλά και το
αντίστροφο. Προτεραιότητα για κάθε χώρα που
αντιμετωπίζει οικονομική κρίση είναι η προστασία
της ζωής και της βιωσιμότητας των ατόμων που βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο, με πρωταρχική πολιτική δράση την υποστήριξη κοινωνικών δικτύων
ασφαλείας. 3
Σε ατομικό επίπεδο, αξίζει να αντιμετωπίζονται τα
αντικειμενικά στρεσογόνα ερεθίσματα, όπως ανεργία, εισόδημα νοικοκυριού, αριθμός μελών οικογένειας, χρέος, οι ατομικές διαφορές στη διαχείριση
των χρημάτων, όπως τάσεις εξοικονόμησης χρημάτων ή συσσώρευσης χρεών, και οι οικονομικές γνώσεις και ικανότητες. Η εργασιακή ανασφάλεια φαίνεται να επηρεάζει περισσότερο τους μεγαλύτερους
σε ηλικία εργαζόμενους και τις γυναίκες. Επίσης, η
ύπαρξη κοινωνικής υποστήριξης και η υποστήριξη
στον χώρο εργασίας από ανώτερους και συνεργάτες
αποτελούν παράγοντες που επηρεάζουν το οικονομικό στρες. Σημαντικό επίσης ρόλο παίζουν τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του ατόμου, που
σχετίζονται με την αυξημένη ευαλωτότητα στην ψυχοκοινωνική απειλή, όπως νεύρωση ή χαμηλή ανοχή στη ματαίωση, τα ατομικά χαρακτηριστικά που
αντικατοπτρίζουν την ανάγκη αίσθησης ελέγχου των
καταστάσεων και τα χαρακτηριστικά που αφορούν
στο γενικό αίσθημα αυτοεκτίμησης και προσωπικής
118
Ο. ΓΙΩΤΑΚΟΣ και συν
αξίας. Σε οργανωτικό επίπεδο, θα πρέπει να διερευνώνται οι πρακτικές και πολιτικές που χρησιμοποιούν οι εργοδοτικοί φορείς για να αποκριθούν στις
μεταβαλλόμενες συνθήκες. Το πνεύμα δικαιοσύνης,
η έγκαιρη ενημέρωση, οι διευκολύνσεις, όπως άδειες
άνευ αποδοχών, και οι αποζημιώσεις, δρουν προστατευτικά στην ψυχική υγεία των εργαζόμενων. Σε μακροοικονομικό επίπεδο, θα πρέπει να διερευνώνται
τα διεθνή οικονομικά συστήματα, οι κανόνες της
αγοράς, οι τιμές των τροφίμων και των καυσίμων, οι
διεθνείς οικονομικές συγκυρίες, η βιομηχανική παραγωγή, και πολιτισμικά θέματα, όπως ο υπερκαταναλωτισμός και η χαμηλή ανοχή των κοινωνιών στην
καινοτομία.15
Δεδομένης της σπουδαιότητας αλλά και της πολυπλοκότητας του φαινομένου, κρίνεται σκόπιμη η
συμπερίληψη σε μελλοντικές έρευνες περισσότερων
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
μεταβλητών, που να αφορούν στα πεδία της οικονομίας, της δημόσιας υγείας, της ψυχολογίας και της
ψυχιατρικής. Επίσης, παρόμοιες έρευνες στο μέλλον,
σε πιο όψιμο στάδιο της οικονομικής κρίσης στην
Ελλάδα, αναμένεται να διαπιστώσουν περισσότερο
αξιόπιστες συσχετίσεις. Τέλος, οι έρευνες αυτές αναμένεται να είναι χρήσιμες σε ενδεχόμενη κατάρτιση
προγραμμάτων αντιμετώπισης, μετριασμού ή πρόληψης των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης στην
ψυχική υγεία των πολιτών.
Ευχαριστίες
Ευχαριστούμε τα Γραφεία Στατιστικής και τα Τμήματα
Κίνησης των Νοσοκομείων Αιγινήτειο, Ψυχιατρικό Νοσο­
κομείο Αττικής, Ευαγγελισμός και Γενικό Κρατικό Αθη­
νών, για τη βοήθεια στη συλλογή των στοιχείων.
Financial crisis and mental health in Greece
O. Giotakos, D. Karabelas, A. Kafkas
Psychiatric Department, 414 Military Hospital, Athens, Greece
Psychiatriki 2011, 22:109–119
Several studies indicate an association between economic crises and psychological burden.
To investigate the possible impact of the current economic crisis on mental health in Greece,
the association between two economic indicators (unemployment and average income) and
mental health variables (psychiatric clinic admittance, visits to outpatients’ departments and
emergency units, suicides, homicides, mortality rates and divorces) was studied. The data were
gathered by the Greek Statistical Service and some others were provided by the following
hospitals: Eginition Hospital, Psychiatric Hospital of Attica, Athens General Hospital and
Evaggelismos Hospital. Simple and multiple regression analyses were performed on the data.
There was no significant correlation between the level of unemployment, as well as the average
income, and admittance to the psychiatric clinics. A significant correlation was isolated between
unemployment and visits to outpatients’ department (R 2=0.40, p=0.001) and emergency unit
(R 2=0.49, p=0.0002) of Eginition Hospital. The unemployment rate during the period 1981–2008
was positively associated with the number of homicides (R 2=0.16, β=0.000049, p=0.03), as well
as the number of divorces (R 2=0.20, β=0.005, p=0.02) during the same period. The average
income showed positive association with the visits to both outpatients’ department (R 2=0.55,
p<0.001) and emergency unit (R 2=0,37, p=0.004) of Eginition Hospital. However, the data from
the 4 hospitals of the study revealed a negative correlation between average income and
visits to outpatients’ departments (R 2=0.70, p=0.02) and emergency units (R 2=0.90, p<0.001).
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
ΕΠΙΠΤΩΣΗ ΤΗς ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
119
Furthermore, a significant negative correlation between the average income and suicide rates
(R 2=0.37, p=0.007), as well as a positive correlation between the average income and divorce
rates (R 2=0.73, p<0.001) were found. The findings show several similarities with previous surveys
in countries with analogous economic crises, such as the Former Eastern Bloc countries, Asian
countries and the USA. Future studies, at a more late stage of the economic crisis, are expected
to reveal more reliable associations with mental health. Finally, these findings are expected
to inform intervention programmes dealing with prevention or mitigation of the impact of
economic crisis on citizens’ mental health.
Key words: Economic crisis, mental health, suicidality, intervention programmes
Bιβλιογραφία
1. C
atalano R, Bellows B. If economic expansion threatens publich
health, should epidemiologists recommend recession? Int J
Epidemiol 2005, 34:1212–1213
2. M
urphy GC, Athanasou JA. The effect of unemployment on
mental health. J Occup Organ Psychol 1999, 72:83–99
3. U
utela A. Economic crisis and mental health. Curr Opin Psy­
chiatry 2010, 23:127–130
4. B
utterworth P, Rodgers B, Windsor TD. Financial hardship,socioeconomic position and depression: results from the PATH
Throgh the Life survey. Soc Sci Med 2009, 69:229–237
5. J
enkins R, Bhugra, D, Bebbington P et al. Debt, income and
mental disorder in the general population. Psycholog Med 2008,
38:1485–1493
6. A
raya R, Lewis G, Rojas G, Fritsch R. Education and income:
which is more important for mental health? J Epidemiol Commun
Hlth 2003, 57:501–555
10. G
erdtham U, Ruhm CJ. Deaths rise in good economic times:
evidence from the OECD. Econom Hum Biol 2006, 4:298–316
11. C
hang SS, Gunnell D, Sterne JAC et al. Was the economic
crisis 1997–1998 responsible for rising suicide rates in east/
southeast Asia? A time-trend analysis for Japan, Hong Kong,
South Korea, Taiwan, Singapore and Thailand. Soc Sci Μed
2009, 69:1322–1331
12. P
hilips MR , Liu H, Zhang Y.Suicide and social change in China.
Cult Med Psychiatry 1999, 23:25–50
13. S
undar M. Suicide in farmers in India. Br J Psychiatry 1999,
175:585–586
14. P
aul K, Moser K. Unemployment impairs mental health: metaanalyses. J Vocat Behav 2009, 74:264–282
15. Γ
ιωτάκος Ο. Οικονομική κρίση και ψυχική υγεία. Ψυχιατρική
2010, 21:195–204
7. P
atel V, Gwanzura F, Simunyu E, Mann A, Lloyd K. The
explanatory models and phenomenology of common mental
disorder in Harare, Zimbabwe. Psycholog Med 1995, 25:1191–
1199
8. S
tuckler D, Basu S, Suhrcke M, Mc Kee M. The health impli­
cations of a financial crisis: a review of the evidence. Ulster
Med J 2009, 78:142–145
9. S
tuckler D, Basu S, Suhrcke M et al. The public health effect
of economic crisis and alternative policy responses in Europe:
an empirical analysis. Lancet 2009, 374:315–323
Αλληλογραφία: O. Γιωτάκος, Ψυχίατρος, Διευθυντής Ψυχιατρικής
Κλι­νικής 414 Στρατιωτικό Νοσοκομείο Αθηνών, Εριφύλης 2, 116
34 Αθήνα, Τηλ.: 210-72 90 496, 6945-464 619
info@obrela.gr
120
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
Ερευνητική εργασία
Research article
Ογκομετρική μελέτη εγκεφαλικών σχηματισμών
στη μελαγχολική και ψυχωτική κατάθλιψη*
Κ. Βασιλοπούλου, Μ. Παπαθανασίου, Ι. Μιχόπουλος, Φ. Μπουφίδου,
Π. Ουλής, Χ. Νικολάου, C. Pantelis, D. Velakoulis, Λ. Λύκουρας
Β΄ Ψυχιατρική Κλινική & Β΄ Εργαστήριο Ακτινολογίας, Πανεπιστήμιο Αθηνών, ΠΓΝΑ «Αττικόν»,
Εργαστήριο Βιοπαθολογίας & Ανοσολογίας, Πανεπιστήμιο Αθηνών,
Α΄ Ψυχιατρική Κλινική, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αιγινήτειο Νοσοκομείο, Αθήνα
Melbourne Neuropsychiatry Centre, Department of Psychiatry,
The University of Melbourne and Melbourne Health, Victoria, Australia
Ψυχιατρική 2011, 22:120–131
Σ
κοπός της παρούσας μελέτης είναι η σύγκριση των όγκων του ιπποκάμπου, της αμυγδαλής και της πρόσθιας και οπίσθιας υπογονάτιας περιοχής του προμετωπιαίου φλοιού μεταξύ ασθενών με μελαγχολική κατάθλιψη, ασθενών με ψυχωτική κατάθλιψη και φυσιολογικών μαρτύρων. Συμπεριλήφθηκαν 39 ασθενείς με μείζονα κατάθλιψη, 22 με μελαγχολικά και 17 με ψυχωτικά στοιχεία, και 18 υγιείς μάρτυρες. Οι όγκοι των εγκεφαλικών σχηματισμών
μετρήθηκαν σε μαγνητικές τομογραφίες εγκεφάλου και συγκρίθηκαν μεταξύ των τριών υποομάδων. Σε αμφότερες τις υποομάδες των ασθενών βρέθηκαν σημαντικά μεγαλύτεροι οι όγκοι των
αμυγδαλών και σημαντικά μικρότεροι οι όγκοι της αριστερής πρόσθιας υπογονάτιας περιοχής σε
σύγκριση με τους υγιείς μάρτυρες. Δεν βρέθηκαν διαφορές μεταξύ των ομάδων στους όγκους των
ιπποκάμπων, της δεξιάς πρόσθιας υπογονάτιας περιοχής και της οπίσθιας υπογονάτιας περιοχής.
Συμπερασματικά, η ψυχωτική και η μελαγχολική κατάθλιψη δεν διαφοροποιήθηκαν σε σχέση με
τους όγκους του ιπποκάμπου, της αμυγδαλής και της πρόσθιας και οπίσθιας υπογονάτιας περιοχής του προμετωπιαίου φλοιού, αν και οι όγκοι της αμυγδαλής και της αριστερής πρόσθιας υπογονάτιας περιοχής αμφότερων των ομάδων των καταθλιπτικών ασθενών διαφοροποιήθηκαν σε
σχέση με τους μάρτυρες.
Λέξεις ευρετηρίου: Νευροαπεικόνιση, κατάθλιψη, ιππόκαμπος, αμυγδαλή
*Η εργασία αυτή βραβεύθηκε στο 21ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ψυχιατρικής που πραγματοποιήθηκε
στην Αθήνα, 5–8 Μαΐου 2011.
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
ΜΕΛΕΤΗ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΩΝ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΩΝ ΣΤΗν ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ
Εισαγωγή
Η μείζων κατάθλιψη είναι μια ετερογενής διαταραχή, που περιγράφεται σε τύπους με διακριτά
κλινικά συμπτώματα σύμφωνα με το DSM-IV.1 Οι
τύποι που συναντώνται συχνότερα στους καταθλιπτικούς ασθενείς είναι ο μελαγχολικός και ο ψυχωτικός τύπος. Όπως είναι γνωστό τα κλινικά συμ­
πτώματα της μελαγχολικής κατάθλιψης περιλαμβάνουν έλλειψη ευχαρίστησης, υπερβολική ενοχή,
επιδείνωση της κατάθλιψης κατά τις πρωινές ώρες,
πρώιμη αφύπνιση, ανορεξία (ή μείωση του σωματικού βάρους) και έντονη ψυχοκινητική ανησυχία
ή επιβράδυνση, ενώ η ψυχωτική κατάθλιψη χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη παραληρητικών ιδεών
και/ή ψευδαισθήσεων, συνήθως σύντονων με το
συναίσθημα.
Εκτός από τα ανωτέρω κλινικά στοιχεία, μια
ανασκόπηση της βιβλιογραφίας αναδεικνύει και
ιδιαίτερα ευρήματα σχετικά με βιοχημικές, 2 ορμονικές, 3,4 νευρογνωσιακές 5,6 και άλλες εκδηλώσεις στον κάθε έναν από τους δύο αυτούς τύπους.
Επίσης, κατά την τελευταία δεκαετία, η σχετική με
την παθοφυσιολογία της κατάθλιψης έρευνα έχει
διευρυνθεί μέσω της χρήσης νευροαπεικονιστικών
μεθόδων. Συγκεκριμένα, αναφέρονται δομικές μεταβολές δια­φόρων εγκεφαλικών σχηματισμών, συχνότερα του ιπποκάμπου, της αμυγδαλής και του
προμετωπιαίου φλοιού. Σε δύο μετα-αναλύσεις
αναφέρονται μικρότεροι όγκοι ιπποκάμπων σε καταθλιπτικούς ασθενείς σε σχέση με υγιείς μάρτυρες,
παρότι αρκετές μελέτες δεν βρίσκουν αντίστοιχες
διαφορές.7,8 Τα αποτελέσματα σε σχέση με τους
όγκους της αμυγδαλής είναι περισσότερο αντικρουόμενα. Μια πρόσφατη μετα-ανάλυση υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν αξιόπιστες διαφορές μεταξύ καταθλιπτικών ασθενών και υγιών μαρτύρων,
λόγω της μεγάλης ποικιλότητας στα αποτελέσματα
που συμπεριλαμβάνονται σε αυτή τη μελέτη.9 Τα
αποτελέσματα αυτά συμπεριλάμβαναν έλλειψη δια­
φοράς στους όγκους, μεγαλύτερους όγκους αμυγδαλής στους καταθλιπτικούς ασθενείς σε σύγκριση με τους υγιείς μάρτυρες, αλλά και μικρότερους.
Οι μελέτες που αφορούν στον προμετωπιαίο φλοιό
εμφανίζουν πιο σταθερά ευρήματα, αναφέροντας
μικρότερους όγκους κογχομετωπιαίου φλοιού10 και
121
υπογονάτιας περιοχής,11 καθώς επίσης και απουσία
διαφορών.12
Φαίνεται να υπάρχει μόνο μία μελέτη που να
αναφέρεται στη μελαγχολική και άτυπη κατάθλιψη
σχετικά με τον όγκο του ιπποκάμπου, στην οποία
αναφέρεται έλλειψη επίδρασης του τύπου της κατάθλιψης στους όγκους του ιπποκάμπου.13 Σε άλλη
μελέτη συγ­κρίνεται η ψυχωτική με τη μη-ψυχωτική κατάθλιψη, η οποία συνδέει τους μειωμένους
όγκους αμυγδαλής με τον ψυχωτικό τύπο, αλλά όχι
και του ιπποκάμπου. Ακόμα μία μελέτη αναφέρει
σημαντικά μικρότερους όγκους της αριστερής οπίσθιας υπογονάτιας περιοχής στην ψυχωτική κατάθλιψη σε σύγκριση με φυσιολογικούς μάρτυρες.14
Προκειμένου να επεκτείνουμε την έρευνα στη
μελαγχολική και ψυχωτική κατάθλιψη και να εξηγήσουμε την έλλειψη συστηματικότητας στα ευρήματα που υπάρχουν στη δομική νευροαπεικόνιση,
συγκρίνονται οι όγκοι του ιπποκάμπου, της αμυγδαλής και της υπογονάτιας περιοχής του μετωπιαίου λοβού ασθενών με μελαγχολική κατάθλιψη,
ασθενών με ψυχωτική κατάθλιψη και φυσιολογικών
μαρτύρων.
Υλικό και μέθοδος
Δείγμα
Συμπεριλήφθηκαν συνολικά 39 ασθενείς με τη
διά­γνωση μείζονος κατάθλιψης και 18 φυσιολογικοί μάρτυρες. Οι φυσιολογικοί μάρτυρες συμμετείχαν στη μελέτη μέσω αναζήτησης από στόμα σε
στόμα στην κοινότητα. Όλοι οι συμμετέχοντες ενημερώθηκαν για τους στόχους και το πρωτόκολλο
της μελέτης και έδωσαν τη γραπτή συγκατάθεσή
τους. Τα κριτήρια ένταξης στη μελέτη ήταν: ηλικία
μεταξύ 20–65 έτη, διάγνωση μοναδικού μείζονος
καταθλιπτικού επεισοδίου ή υποτροπιάζουσας
μείζονος κατάθλιψης, σύμφωνα με τη Δομημένη
Κλινική Συνέντευξη για το DSM-IIIR, απουσία συννοσηρότητας με άλλη ψυχική διαταραχή, απουσία
ιστορικού νευρολογικής διαταραχής ή άλλης αρρύθμιστης νόσου και απουσία μεταλλικών στοιχείων στο σώμα. Όλοι οι ασθενείς είχαν μια συνέντευξη με ψυχίατρο, η οποία διεξήγαγε το Structured
Clinical Interview for DSM-IIIR, την Κλίμακα
Κατάθλιψης Hamilton (21 λήμματα) και τη Βραχεία
Κλίμακα Εκτίμησης των Γνωστικών Λειτουργιών
122
Κ. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ και συν
(Mini-mental State Examination, MMSE), έδωσαν
δείγματα αίματος για εργαστηριακές εξετάσεις και
υποβλήθηκαν σε μαγνητική τομογραφία. Όλοι οι
συμμετέχοντες ήταν δεξιόχειρες και όλοι οι ασθενείς ήταν υπό φαρμακευτική αγωγή.
Μαγνητικές τομογραφίες
Οι μαγνητικές ογκομετρικές τομογραφίες πραγματοποιήθηκαν σε μαγνητικό τομογράφο 1,5 T
Philips Intera, χρησιμοποιώντας ακολουθία T1-3D/
FFE βαθμιδωτού πεδίου με τις ακόλουθες παραμέτρους: TR/TE 14,3/3,3 msec, flip angle 30°, field of
view 240, μήτρα 256×256, πάχος τομής 3 με αλληλοεπικάλυψη 1,5 mm. Όλα τα δεδομένα ελήφθησαν σε στεφανιαία τομή. Η ανάλυση των εικόνων
πραγματοποιήθηκε σε σταθμό μετεπεξεργασίας
View Forum (Philips Medical Systems), με λογισμικό Philips Medical Systems Release 4,1, V1L2. Όλοι
οι όγκοι υπολογίστηκαν με χειροκίνητο σχεδιασμό
του εμβαδού της αντίστοιχης περιοχής σε όλες
τις στεφανιαίες τομές, στις οποίες ο κάθε σχηματισμός εμφανιζόταν. Τα εμβαδά όλων των τομών
που αντιστοιχούσαν στον ίδιο σχηματισμό αθροίστηκαν και το άθροισμά τους πολλαπλασιάστηκε
επί το πάχος τομής προκειμένου να καθοριστεί ο
όγκος όλων των εγκεφαλικών σχηματισμών για το
κάθε άτομο.
Σχεδιασμός εγκεφαλικών σχηματισμών
Ο σχεδιασμός των εμβαδών όλων των εγκεφαλικών σχηματισμών πραγματοποιήθηκε από την ίδια
εκτιμήτρια (Κ.Β.), που εκπαιδεύτηκε από έμπειρη
Νευροακτινολόγο (Μ.Π.). Προκειμένου να υπολογιστούν οι αξιοπιστίες σε σχέση με δεύτερη μέτρηση
από την ίδια εκτιμήτρια (intra-rater reliability) και
σε σχέση με δεύτερη μέτρηση από ανεξάρτητη
εκτιμήτρια (inter-rater reliability) χρησιμοποιήθηκαν οι όγκοι 10 ασθενών που επιλέχθηκαν τυχαία.
Ιδιαίτερα για τις αξιοπιστίες του ενδοκρανιακού
όγκου χρησιμοποιήθηκαν οι όγκοι 5 ασθενών, τυχαία επιλεγμένων επίσης. Οι αρχικοί όγκοι του ιπποκάμπου, της αμυγδαλής και της πρόσθιας και
οπίσθιας υπογονάτιας περιοχής υπέστησαν επεξεργασία βάσει του ενδοκρανιακού όγκου του κάθε ατόμου σύμφωνα με περιγραφείσα μέθοδο.15
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
Ανατομικά όρια
Ιππόκαμπος-Αμυγδαλή
Προκειμένου να υπολογιστεί ο όγκος του ιπποκάμπου συμπεριλήφθηκαν στους σχεδιασμούς η
οδοντωτή έλικα, ο ιδίως ιππόκαμπος, το υπόθεμα,
η σκάφη και η παρυφή του ιπποκάμπου, από την
πρώτη τομή στην οποία εντοπίζεται η κεφαλή του
ιπποκάμπου έως την τελευταία που εντοπίζεται η
ουρά του ιπποκάμπου, σύμφωνα με προηγούμενες
μελέτες16,17 (εικόνα 1). Ο ιππόκαμπος και η αμυγδαλή σχεδιάστηκαν ταυτόχρονα στις τομές που συνυπάρχουν, προκειμένου να επιτευχθεί μέγιστη ακρίβεια στους σχεδιασμούς17 (εικόνα 1).
Αντίστοιχα, η αμυγδαλή συμπεριλήφθηκε από
την πρώτη τομή, στην οποία εμφανίζεται για πρώτη φορά ο πρόσθιος πόλος της, στο επίπεδο που
αντιστοιχεί πίσω από την περιοχή που το οπτικό
χίασμα εμφανίζεται σαν ένας συνεχόμενος σχηματισμός,18 μέχρι την τελευταία τομή του οπίσθιου
πόλου της, στο σημείο που αρχίζει να εμφανίζεται
φαιά ουσία άνωθεν της σκάφης και πλαγίως της κεφαλής του ιπποκάμπου16 (εικόνα 1). Για λόγους συστηματικότητας, το ανώτερο όριό της καθορίστηκε αυθαίρετα βάσει προηγούμενων μελετών, παρότι μικρά τμήματα του μέσου και του κεντρικού
πυρήνα αποκλείστηκαν.16 Οι σχεδιασμοί πραγματοποιήθηκαν με διαρκή αναφορά σε μικροσκοπικό
άτλαντα.19 Η αξιοπιστία της ίδιας εκτιμήτριας ήταν
0,96 για τους όγκους του ιπποκάμπου και 0,85 για
τους όγκους της αμυγδαλής, και οι αντίστοιχες αξιοπιστίες σε σχέση με ανεξάρτητη εκτιμήτρια ήταν
0,97 και 0,89.
Πρόσθια και οπίσθια υπογονάτια περιοχή
προμετωπιαίου φλοιού
Η πρόσθια υπογονάτια περιοχή σχεδιάστηκε ξεκινώντας από την τομή όπου εντοπίζεται το κοιλιακό άκρο του γόνατος του μεσολοβίου και καταλήγοντας στην τελευταία τομή, πριν την τομή όπου
εμφανίζεται για πρώτη φορά η έσω κάψα20 (εικόνα
2). Η τομή στην οποία εμφανίζεται για πρώτη φορά
η έσω κάψα, χρησιμοποιήθηκε ως το πρόσθιο όριο
της οπίσθιας υπογονάτιας περιοχής, το κατώτερο
όριο του μεσολοβίου ως το ανώτερο όριό της, το
έσω όριο της ευθείας έλικας ως το κατώτερο όριο
και τέλος ως οπίσθιο όριο ορίστηκε το φυσικό τέλος της έλικας.14 Οι σχεδιασμοί πραγματοποιήθη-
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
ΜΕΛΕΤΗ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΩΝ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΩΝ ΣΤΗν ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ
123
Εικόνα 1. Τομές μαγνητικών τομογραφιών στο επίπεδο της αμυγδαλής, της μεταβατικής περιοχής αμυγδαλήςιπποκάμπου, του σώματος του ιπποκάμπου και της ουράς του ιπποκάμπου (από πάνω προς τα κάτω), πριν και
μετά τον σχεδιασμό των αντίστοιχων περιοχών (αριστερά και δεξιά αντίστοιχα).
καν με διαρκή αναφορά σε μικροσκοπικό άτλαντα.19 Η αξιοπιστία της ίδιας εκτιμήτριας ήταν 0,88
για τους όγκους της πρόσθιας υπογονάτιας περιοχής και 0,94 για τους όγκους της οπίσθιας υπογονάτιας περιοχής και οι αντίστοιχες αξιοπιστίες σε
σχέση με ανεξάρτητη εκτιμήτρια ήταν 0,80 και
0,95.
Ενδοκρανιακός όγκος
Ο ενδοκρανιακός όγκος υπολογίστηκε με σχεδιασμό του περιγράμματος των εγκεφαλικών ημισφαιρίων γύρω από τη σκληρά μήνιγγα ή γύρω από το
περίγραμμα της εγκεφαλικής ουσίας όταν η σκληρά μήνιγγα δεν φαινόταν, αποκλείοντας το στέλε-
χος και την παρεγκεφαλίδα, σύμφωνα με προηγούμενες μελέτες. 21 Χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της
μέτρησης μίας τομής ανά 10 τομές, μία μέθοδος
που αναφέρεται στη βιβλιογραφία ως αξιόπιστη. 22
Η αξιοπιστία της ίδιας εκτιμήτριας και η αξιοπιστία
σε σχέση με ανεξάρτητη εκτιμήτρια ήταν πολύ
υψηλές (0,99 και 0,99 αντίστοιχα).
Στατιστική ανάλυση
Για τη στατιστική ανάλυση χρησιμοποιήθηκε το
SPSS (Version 16.0) για τα Windows. Οι ακόλουθες
δοκιμασίες χρησιμοποιήθηκαν για τη στατιστική
ανάλυση των δεδομένων: το Pearson x 2 test για
124
Κ. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ και συν
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
Εικόνα 2. Τομές μαγνητικών τομογραφιών στο επίπεδο της πρόσθιας (αριστερά) και της οπίσθιας υπογονάτιας περιοχής του προμετωπιαίου φλοιού (δεξιά), πριν (πάνω) και μετά (κάτω) τον σχεδιασμό των αντίστοιχων
περιοχών.
τις συγκρίσεις ποσοστών, το t test και η one-way
ANOVA (με τη διόρθωση κατά Bonferroni) για τις
συγκρίσεις των μέσων τιμών των μεταβλητών με
κανονική κατανομή, όπως και οι δοκιμασίες MannWhitney U και η Kruskal-Wallis μη-παραμετρική ανάλυση της διακύμανσης για τις μεταβλητές
που δεν είχαν κανονική κατανομή. Οι συσχετίσεις
ελέγχθηκαν με το Pearson r ή το Spearman rho coefficient, αναλόγως του αν οι μεταβλητές κατανέμονταν κανονικά ή όχι. Η επίδραση των κατηγοριών της φαρμακευτικής αγωγής που ελάμβαναν οι
ασθενείς στις ογκομετρικές μετρήσεις εξετάσθηκε
με ανάλυση γραμμικής παλινδρόμησης.
Αποτελέσματα
Δημογραφικές και κλινικές μεταβλητές
Οι δημογραφικές και κλινικές μεταβλητές παρουσιάζονται στον πίνακα 1. Οι 3 ομάδες ασθενών
(όλοι οι ασθενείς, μελαγχολικοί, ψυχωτικοί) και οι
φυσιολογικοί μάρτυρες δεν διέφεραν σημαντικά
ως προς την ηλικία και την αναλογία των φύλων. Οι
ασθενείς με μελαγχολική κατάθλιψη και οι ασθενείς με ψυχωτική κατάθλιψη είχαν περίπου 6 έτη λιγότερα ως προς την εκπαίδευση σε σχέση με τους
φυσιολογικούς. Είκοσι δύο από αυτούς συμπλήρωναν τα κριτήρια για τη μελαγχολική κατάθλιψη και
17 για την ψυχωτική κατάθλιψη. Κανείς από τους
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
ΜΕΛΕΤΗ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΩΝ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΩΝ ΣΤΗν ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ
125
Πίνακας 1. Δημογραφικά και κλινικά χαρακτηριστικά του δείγματος.
Μελαγχολική
κατάθλιψη
(n=22)
Ψυχωτική
κατάθλιψη
(n=17)
Φυσιολογικοί
Μάρτυρες
(n=18)
p
52,09±8,2
52,88±10,8
46,61±7,5
0,08
17/5
12/5
13/5
0,8
Εκπαίδευση (έτη)
(mean, SD)
10,32±3,4
9,65±3,9
16,06±2,81
<0,01
Ηλικία έναρξης
(mean, SD)
41,23±8,06
52,88±10,83
0,64
Διάρκεια διαταραχής
(mean, SD)
10,82±10,86
9,54±9,95
0,7
Επεισόδια (αριθμός)
(mean, SD)
3,14±3,9
2,47±1,7
0,58
Νοσηλείες
(mean, SD)
0,73±1,12
1,06±1,02
0,34
11/11
13/4
0,1
6/16
8/9
0,3
16,27±8,36
23,35±10,56
0,025
29,18±0,95
28,65±1,45
0,17
Ηλικία (έτη)
(mean, SD)
Φύλο (Α/Γ)
Κατάσταση
(επεισόδιο/ανάρρωση)
Μοναδικό επεισόδιο/
Yποτροπιάζουσα κατάθλιψη
Κλίμακα Hamilton
(mean, SD)
MMSE
(mean, SD)
ασθενείς με ψυχωτική κατάθλιψη δεν συμπλήρωνε
τα κριτήρια του μελαγχολικού τύπου. Οι ασθενείς
ήταν σε επεισόδιο ή είχαν αναρρώσει (Βαθμολογία
στην Κλίμακα Κατάθλιψης Hamilton κάτω του 17
για τουλάχιστον 2 μήνες). Οι δύο ομάδες ασθενών
δεν διέφεραν σημαντικά μεταξύ τους σε καμία δημογραφική και κλινική μεταβλητή, εκτός από τη
βαθμολογία στην κλίμακα Hamilton. Επιπρόσθετα,
14 από τους 17 ασθενείς με ψυχωτική κατάθλιψη
εμφάνιζαν παραληρητικές ιδέες ενοχικού περιεχομένου. Όλοι οι ασθενείς ελάμβαναν φαρμακευτική
αγωγή (πίνακας 2). Δεν υπήρχαν διαφορές μεταξύ
των 2 ομάδων ασθενών στις κατηγορίες των φαρμάκων.
Ογκομετρικές μεταβλητές
Οι 2 ομάδες ασθενών και οι φυσιολογικοί μάρτυρες δεν διέφεραν μεταξύ τους ως προς τους όγκους
του αριστερού και του δεξιού ιπποκάμπου, της δεξιάς πρόσθιας και οπίσθιας υπογονάτιας περιοχής,
της αριστερής οπίσθιας υπογονάτιας περιοχής
και τον ενδοκρανιακό όγκο. Βρέθηκαν σημαντικά
αυξημένοι οι όγκοι της αριστερής και της δεξιάς
αμυγδαλής σε αμφότερες τις ομάδες των ασθενών
συγκριτικά με τους αντίστοιχους όγκους των φυσιολογικών μαρτύρων, με μια μέση διαφορά στη
μελαγχολική κατάθλιψη, κατά 28% ως προς την
αριστερή και κατά 26% ως προς τη δεξιά αμυγδαλή,
και στην ψυχωτική κατάθλιψη, κατά 23% ως προς
την αριστερή και 18% ως προς τη δεξιά αμυγδαλή
(πίνακας 3).
Επίσης, αμφότερες οι ομάδες των ασθενών με
κατάθλιψη εμφάνισαν σημαντικά μικρότερους
όγκους της αριστερής πρόσθιας υπογονάτιας περιοχής σε σχέση με τους φυσιολογικούς μάρτυρες
(p=0,043, με μία μέση διαφορά κατά 18%). Η ανά-
126
Κ. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ και συν
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
Πίνακας 2. Φαρμακευτική αγωγή.
Σύνολο ασθενών
(n=39)
Τρικυκλικά
Μελαγχολική κατάθλιψη
(n=22)
Ψυχωτική κατάθλιψη
(n=17)
6
4
2
SSRI
38
21
17
SNRI
12
6
6
Μιρταζαπίνη
4
3
1
Κλασικά
αντιψυχωσικά
7
4
3
Άτυπα
αντιψυχωσικά
23
8
15
Βενζοδιαζεπίνες
18
9
9
24
12
12
Φυσιολογικoί μάρτυρες
(n=18)
Άλλα
φάρμακα*
6
*Φάρμακα για τη ρύθμιση της λειτουργίας του θυρεοειδούς (n=4), της αρτηριακής πίεσης (n=9), του διαβήτη
(n=1), της λειτουργίας του γαστρεντερικού συστήματος (n=5), της οστεοπόρωσης (n=2), βιταμίνες (n=1) και
αντιβιoτικά φάρμακα (n=2)
Πίνακας 3. Μέσες τιμές όγκων σε mm3 και σταθερές αποκλίσεις (SD) στους τύπους της κατάθλιψης και τους
φυσιολογικούς μάρτυρες (όλοι οι όγκοι έχουν διορθωθεί βάσει του ενδοκρανιακού όγκου).
Όγκοι (Mean, SD)
Μελαγχολική
κατάθλιψη
(n=22)
Ψυχωτική
κατάθλιψη
(n=17)
Φυσολογικοί
μάρτυρες
(n=18)
p
Δ. Ιππόκαμπος
2792±260,0
2826±213,3
2859±237,5
0,58
Α. Ιππόκαμπος
2757±246,1
2770±249,2
2797±240,3
0,82
Δ. Αμυγδαλή
1230±257,6
1168±218,0
881±121,7
<0,001
Α. Αμυγδαλή
1223±198,3
1219±225,1
893±133,7
<0,001
Δεξιά πρόσθια
υπογονάτια
216,9±51,1
213,0±55,8
216,8±67,4
0,96
Αρ. πρόσθια
υπογονάτια
197,39±60,2
198,4±56,2
234,07±45,1
0,05
Δεξιά οπίσθια
υπογονάτια
417,6±108,7
424,2±68,3
426,2±92,1
0,74
Αρ. οπίσθια
υπογονάτια
438,4±129,7
407,3±56,7
442,1±92,5
0,55
1,21±0,26
1,14±0,10
1,21±0,11
0,25
Ενδοκρανιακός
όγκος mm3×106
λυση γραμμικής παλινδρόμησης έδειξε ότι οι διαφορές των όγκων μεταξύ των ομάδων δεν συσχετίζονται με διαφορές στις κατηγορίες των φαρμάκων.
Όταν ελέγχθηκαν σε σχέση με την εκπαίδευση και
την παρουσία άλλων παθήσεων, βρέθηκε ότι καμιά
από αυτές δεν επηρεά­ζεται.
Σχέσεις των όγκων στη μελαγχολική
και την ψυχωτική κατάθλιψη
Ασθενείς με μελαγχολική κατάθλιψη: Δεν βρέθηκαν
σημαντικές συσχετίσεις μεταξύ των όγκων και των
δημογραφικών και κλινικών μεταβλητών, εκτός
από τη σχέση της αριστερής και δεξιάς οπίσθιας
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
ΜΕΛΕΤΗ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΩΝ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΩΝ ΣΤΗν ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ
127
υπογονάτιας περιοχής με το φύλο, με σημαντικά
αυξημένες μέσες τιμές στους άντρες (δεξιά: 546,52
mm3, αριστερή: 577,08 mm3) σε σχέση με τις γυναίκες (δεξιά: 379,81, αριστερή: 397,66) (δεξιά: t=–3,90,
p=0,001, αριστερή: t=–3,29, p=0,004).
με μελαγχολική και άτυπη κατάθλιψη.13 Η παρούσα
μελέτη είναι η πρώτη που αναφέρει έλλειψη διαφοράς στον όγκο του ιπποκάμπου μεταξύ ασθενών
με μελαγχολική κατάθλιψη, ασθενών με ψυχωτική
κατάθλιψη και υγιών μαρτύρων.
Ασθενείς με ψυχωτική κατάθλιψη: ο όγκος του
δεξιού ιπποκάμπου συσχετίσθηκε με τα έτη εκπαίδευσης (p=0,01, r=–0,57) και ο αριστερός βρέθηκε μεγαλύτερος στους άντρες (μέση τιμή: 3019,23
mm3) σε σχέση με τις γυναίκες (μέση τιμή: 2667,06
mm3) (p=0,004, t=–3,43). Ο όγκος της αριστερής
πρόσθιας υπογονάτιας περιοχής συσχετίσθηκε με
τη βαθμολογία στη Βραχεία Κλίμακα Εκτίμησης
των Γνωστικών Λειτουργιών. Δεν βρέθηκαν άλλες
συσχετίσεις μεταξύ των όγκων και των δημογραφικών και κλινικών μεταβλητών.
Το εύρημα ότι ο όγκος της πρόσθιας υπογονάτιας
περιοχής του προμετωπιαίου φλοιού είναι σημαντικά μικρότερος σε αμφότερους τους τύπους της κατάθλιψης, συμφωνεί με μελέτες που υποστηρίζουν
ότι η περιοχή αυτή παίζει κεντρικό ρόλο στην παθοφυσιολογία της κατάθλιψης. 25 Επιπρόσθετα, αυτή η έλλειψη διαφοράς θα μπορούσε να αποδοθεί
στο ότι αμφότεροι ο μελαγχολικός και ο ψυχωτικός
τύπος της κατάθλιψης μπορεί να χαρακτηρίζονται
από υπερβολική ενοχή, 26 η οποία φαίνεται να συνδέεται βιβλιογραφικά με διαταραχές στις αλληλεπιδράσεις μεταξύ της υπογονάτιας περιοχής και
άλλων περιοχών που συνδέονται με αυτή. 20
Συζήτηση
Εξ όσων γνωρίζουμε, η παρούσα μελέτη είναι η
πρώτη που εξετάζει με τους όγκους του ιπποκάμπου, της αμυγδαλής και της υπογονάτιας περιοχής του προμετωπιαίου φλοιού σε ασθενείς με μελαγχολική κατάθλιψη και σε ασθενείς με ψυχωτική
κατάθλιψη σε σύγκριση με φυσιολογικούς μάρτυρες. Ο όγκος της αμυγδαλής βρέθηκε σημαντικά
μεγαλύτερος αμφοτερόπλευρα και ο όγκος της
αριστερής πρόσθιας υπογονάτιας περιοχής βρέθηκε μικρότερος σε αμφότερες τις ομάδες των καταθλιπτικών σε σύγκριση με τους φυσιολογικούς μάρτυρες, ενώ δεν βρέθηκαν διαφορές ως προς τους
όγκους της δεξιάς πρόσθιας υπογονάτιας περιοχής
και του ιπποκάμπου και της οπίσθιας υπογονάτιας
περιοχής αμφοτερόπλευρα.
Η έλλειψη διαφοροποίησης του όγκου της αμυγδαλής μεταξύ του μελαγχολικού και ψυχωτικού
τύπου συμφωνεί με την παρατήρηση ότι ο όγκος
της αμυγδαλής δεν συνδέεται με την κατάσταση
της ψύχωσης. 23 Επίσης, είναι σύμφωνη με μελέτη
που αναφέρει μεγαλύτερο όγκο αμυγδαλής στην
ψυχωτική κατάθλιψη, αλλά όχι και στη σχιζοφρένεια, και η οποία προτείνει ότι ο αυξημένος όγκος
της αμυγδαλής είναι ένας μη ειδικός δείκτης για
την παρουσία μείζονος συναισθηματικού συνδρόμου. 24 Ο όγκος του ιπποκάμπου αναφέρεται ότι δεν
έχει διαφορές μεταξύ ασθενών με ψυχωτική και μηψυχωτική κατάθλιψη, 23 όπως και μεταξύ ασθενών
Αν και οι μέσες τιμές του αριστερού και του δεξιού ιπποκάμπου ήταν μικρότερες σε αμφότερες
τις ομάδες των ασθενών, αυτή η διαφορά δεν ήταν
σημαντική. Αυτό το εύρημα έρχεται σε αντίθεση με
δύο μετα-αναλύσεις που αναφέρουν μικρότερους
όγκους ιπποκάμπου σε αδιαφοροποίητα ως προς
την κλινική μορφή της κατάθλιψης δείγματα ασθενών σε σύγκριση με υγιείς μάρτυρες,7,8 αλλά συμφωνεί με πιο πρόσφατες μελέτες που εξετάζουν
τον όγκο του ιπποκάμπου (α) σε ασθενείς με ψυχωτική κατάθλιψη, μη-ψυχωτική κατάθλιψη και φυσιολογικούς μάρτυρες, 23 (β) σε ασθενείς με ψυχωτική
κατάθλιψη και φυσιολογικούς μάρτυρες 24 και (γ) σε
καταθλιπτικούς ασθενείς σε σχέση με το φύλο.12
Οι ασθενείς με μελαγχολική κατάθλιψη και οι
ασθενείς με ψυχωτική κατάθλιψη είχαν σημαντικά
μεγαλύτερο όγκο αμυγδαλής αμφοτερόπλευρα σε
σχέση με τους φυσιολογικούς μάρτυρες. Τα αποτελέσματα αυτά επαναλαμβάνουν προηγούμενα ευρήματα σε νεότερους ασθενείς με μείζονα κατάθλιψη27–29 σε σύγ­κριση με μελέτες που συμπεριλαμβάνουν ασθενείς με μεγαλύτερο ηλικιακό εύρος και
αναφέρουν σημαντικά μικρότερους όγκους αμυγδαλής. 30,31 Σε δύο άλλες μελέτες που αναφέρουν
μικρότερους όγκους αμυγδαλής σε νέους ασθενείς
με κατάθλιψη, οι ασθενείς δεν ελάμβαναν φαρμακευτική αγωγή.12,32 Ωστόσο, μόνο στις μελέτες που
ανευρίσκεται σημαντικά μεγαλύτερος ο όγκος της
128
Κ. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ και συν
αμυγδαλής είναι ξεκάθαρο ότι οι συγκρίσεις έγιναν
μετά από διόρθωση των όγκων σύμφωνα με το μέγεθος του εγκεφάλου ή βάσει ποσοστών του όγκου
της αμυγδαλής και κάποιου δείκτη του μεγέθους
του εγκεφάλου, όπως επίσης και ότι οι ασθενείς
του δείγματος δεν εμφάνιζαν συννοσυρότητα με
άλλες ψυχικές διαταραχές. Επιπρόσθετα, οι ασθενείς με ψυχωτική κατάθλιψη στην παρούσα μελέτη
δεν πληρούν τα κριτήρια για μελαγχολική ή άλλου
τύπου κατάθλιψη.
Η αμυγδαλή, μέσω των συνδέσεών της με τον
προμετωπιαίο φλοιό, τον αισθητικό φλοιό και τον
ιππόκαμπο, και της επίδρασής της στη δρώσα και
δηλωτική μνήμη, την προσοχή και την αντίληψη,
έχει μια βαθιά επίδραση στο συναισθηματικό νόημα που αποδίδεται στα αντιληπτά ερεθίσματα. 33
Εικάζεται ότι η διόγκωσή της είναι αποτέλεσμα μιας
ενεργοποίησης ανώτερου επιπέδου, όπως φαίνεται
σε μελέτες τομογραφιών εκπομπής ποζιτρονίων και
σε μελέτες με λειτουργικές μαγνητικές τομογραφίες, 34,35 θεωρητικά, μέσω μιας αύξησης του αγγειακού όγκου ή μέσω νευροπλαστικών αλλαγών. 36
Αυτή η υπερ-λειτουργία της αμυγδαλής στην κατάθλιψη θα μπορούσε να αποτελεί αντιρροπιστικό
αποτέλεσμα ως απάντηση σε ένα μπλοκάρισμα της
διεργασίας που στοχεύει στην απόδοση συναισθηματικού νοήματος στα αντιληπτά ερεθίσματα.
Όσον αφορά στην υπογονάτια περιοχή του
προμετωπιαίου φλοιού, αμφότερες οι ομάδες των
ασθενών είχαν σημαντικά μικρότερο όγκο της
αριστερής υπογονάτιας περιοχής συγκριτικά με
τους φυσιολογικούς. Αυτό το εύρημα φαίνεται να
επιβεβαιώνει προηγούμενα ευρήματα, 20,32 αλλά
ιδιαίτερα τα ευρήματα μελετών που αναφέρουν μικρότερο όγκο μόνο στο αριστερό ημισφαίριο.11,12,37
Επιπλέον, το εύρημα αυτό συμφωνεί με ευρήματα
μελετών λειτουργικής τομογραφίας που αναφέρουν μειωμένη δραστηριότητα μόνο στον αριστερό υπογονάτιο φλοιό σε ασθενείς με ψυχωτική
κατάθλιψη, 25 όπως και μειωμένο μεταβολισμό γλυκόζης στο αριστερό ημισφαίριο μονοπολικών και
διπολικών καταθλιπτικών σε σχέση με υγιείς μάρτυρες. 20
Δεν βρέθηκαν διαφορές κατά τη σύγκριση της
αριστερής και δεξιάς οπίσθιας υπογονάτιας περιοχής στις 3 ομάδες της παρούσας μελέτης, σε αντί-
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
θεση με μελέτη στη μείζονα κατάθλιψη με ψυχωτικά στοιχεία, που αναφέρει μικρότερους όγκους
αριστερής υπογονάτιας περιοχής σε σύγκριση με
φυσιολογικούς μάρτυρες.14 Ωστόσο, η διαφορά της
μελέτης αυτής δεν παρέμεινε σημαντική όταν μελετήθηκε με Post hoc pairwise tests.
Υπάρχουν ορισμένοι περιορισμοί στην παρούσα
μελέτη. Καταρχάς, υπήρξε μία σημαντική διαφορά
σε σχέση με τα έτη εκπαίδευσης μεταξύ αμφότερων των υποομάδων των καταθλιπτικών ασθενών
και των υγιών μαρτύρων, η οποία, όμως, κατά τον
έλεγχο συμμεταβλητότας δεν άλλαξε τα ευρήματά
μας. Επίσης, συμπεριλήφθηκαν ασθενείς με ρυθμισμένες παθολογικές διαταραχές, όπως είναι η
υπέρταση, τόσο στις ομάδες των ασθενών όσο και
στην ομάδα των μαρτύρων. Ωστόσο, η επικράτηση αυτών των διαταραχών δεν διέφερε μεταξύ των
ομάδων και τα αποτελέσματα παρέμειναν επίσης
αμετάβλητα μετά τον έλεγχο συμμεταβλητότητας.
Όλοι οι ασθενείς ελάμβαναν φαρμακευτική αγωγή.
Εξετάσαμε τις επιδράσεις της στα ευρήματά μας,
αλλά δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές σχέσεις μεταξύ της χρήσης φαρμακευτικής αγωγής και των
όγκων των εγκεφαλικών δομών.
Η παρούσα μελέτη επεκτείνει ευρήματα προηγούμενων μελετών βάσει του ευρήματος ότι ασθενείς
με μελαγχολική και ασθενείς με ψυχωτική κατάθλιψη δεν διαφέρουν μεταξύ τους αναφορικά με τους
όγκους του ιπποκάμπου, της αμυγδαλής και της
πρόσθιας και οπίσθιας υπογονάτιας περιοχής του
προμετωπιαίου φλοιού. Ωστόσο, υπήρξαν διαφορές
μεταξύ αμφότερων των ομάδων των ασθενών και
των φυσιολογικών μαρτύρων: η δεξιά και η αριστερή αμυγδαλή βρέθηκαν να έχουν μεγαλύτερο όγκο
στους ασθενείς συγκριτικά με τους μάρτυρες, ενώ
η αριστερή υπογονάτια περιοχή ήταν μικρότερη
στους ασθενείς συγκριτικά με τους μάρτυρες.
Απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση των εγκεφαλικών σχηματισμών που εμπλέκονται στην παθοφυσιολογία της κατάθλιψης, προκείμενου να κατανοηθούν καλύτερα οι υποκείμενοι μηχανισμοί
του εγκεφάλου. Ολοένα αυξάνονται τα δεδομένα
που υποστηρίζουν ότι μια ποικιλία στο σχήμα της
ενεργοποίησης των σχηματισμών που συμμετέχουν στο δίκτυο του εγκεφάλου έχει σαν αποτέλεσμα την ύπαρξη διαφορετικών μορφών του ίδιου
συνδρόμου. Μια τέτοια υπόθεση θα μπορούσε να
εξηγήσει την έλλειψη συστηματικότητας στα ευρή-
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
ΜΕΛΕΤΗ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΩΝ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΩΝ ΣΤΗν ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ
ματα που προκύπτουν από τη χρήση της δομικής
νευροαπεικόνισης, η οποία είναι αξιοσημείωτη για
ορισμένους εγκεφαλικούς σχηματισμούς όπως η
αμυγδαλή, καθώς επίσης και την έλλειψη διαφοροποίησης σε σχέση με τον όγκο αυτών των σχηματισμών μεταξύ των διαφόρων μορφών της ίδιας
διαταραχής, όπως υποστηρίζουν τα ευρήματα της
παρούσας μελέτης.
129
Ευχαριστίες
Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε το Ίδρυμα Θεοδώ­
ρου-Θεοχάρη Κότσικα για την οικονομική συνεισφορά τους. Ο Christos Pantelis υποστηρίχθηκε οικονομικά από το NHMRC Senior Principal Research
Fellowship (ID: 628386) and NHMRC Program Grant
(ID: 566529).
A volumetric study of brain structures
in subtypes of depression
Κ. Vasilopoulou, Μ. Papathanasiou, J. Michopoulos, F. Boufidou,
P. Oulis, C. Νikolaou, C. Pantelis, D. Velakoulis, L. Lykouras
2nd Psychiatric Department & 2nd Laboratory of Radiology, University of Athens, “Attikon” General Hospital,
Biopathology & Immunology Laboratory, University of Athens,
1st Psychiatric Department, University of Athens, Eginition Hospital, Athens, Greece
Melbourne Neuropsychiatry Centre, Department of Psychiatry,
The University of Melbourne and Melbourne Health, Victoria, Australia
Psychiatriki 2011, 22:120–131
The aim of this study is to compare the volumes of hippocampus, amygdala and subgenual
prefrontal cortex among patients with melancholic depression, patients with psychotic depression
and normal controls. Thirty nine patients with a diagnosis of major depression (22 with melancholic
and 17 with psychotic subtype) and 18 normal controls were included in the study. Hippocampal,
amygdala, anterior and posterior subgenual cortex volumes were measured by manual tracings on
magnetic resonance volumetric images and compared across the 3 groups. We identified larger
amygdala volumes and smaller left anterior subgenual cortex volumes in both patient groups
compared to controls. There were no differences in hippocampal, right anterior and posterior
subgenual cortex volumes across the 3 groups. In conclusion, melancholic and psychotic depression
were not differentiated regarding the volumes of the hippocampus, the amygdala, and anterior
and posterior subgenual cortex, even though amygdala volumes and left anterior subgenual cortex
volume of both patient groups were differentiated compared to controls.
Key words: Neuroimaging, depression, hippocampus, amygdala
130
Κ. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ και συν
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
Bιβλιογραφία
1. A
merican Psychiatric Association. Diagnostic and Statistical
Manual of Mental Disorders, DC. 4th ed. American Psychiatric
Association, Washington, 1994
reconstruction of amygdala and hippocampal head, body and
tail. Psychiatry Res Neuroimag 2007, 155:155–165
18. C
onvit A, McHugh P, Wolf OT, de Leon MJ, Bobinski M, De
Santi S et al. MRI volume of the amygdala: a reliable method
allowing separation from the hippocampal formation. Psychiatry
Res Neuroimag 1999, 90:113–123
2. L
ykouras L, Markianos M, Hatzimanolis J, Malliaras D, Stefanis
C. Biogenic amines metabolites in delusional (psychotic)
de­pression and melancholia subtypes of major depression.
Prog Neuro­psy­chopharmacol Biol Psychiatry 1994, 18:1261–
1271
19. M
ai JK, Assheuer J, Paxinos G. Atlas of the human brain.
Elsevier Academic Press, 2004
3. B
elanoff JK, Kalehzan M, Fleming Ficek SK, Schatzberg AF.
Cortisol activity and cognitive changes in psychotic major
depression. Am J Psychiatry 2001, 158:1612–1616
20. D
revets WC, Price JL, Simpson JR, Todd RD, Reich T, Vannier
M et al. Subgenual prefrontal cortex abnormalities in mood
disorders. Nature 1997, 386:824–827
4. A
ntonijevic I. HPA axis and sleep: identifying subtypes of major
depression. Stress 2008, 11:15–27
5. M
ichopoulos I, Zervas IM, Pantelis C, Tsaltas E, Papakosta
VM, Boufidou F et al. Neuropsychological and hypothalamicpituitary-axis function in female patients with melancholic and
non-melancholic depression. Eur Arch Psychiatry Clin Neurosci
2008, 258:217–225
6. P
olitis A, Lykouras L, Mourtzouchou P, Christodoulou GN.
Attentio­nal disturbances in patients with unipolar psychotic
depression: a selective and sustained attention study. Compr
Psychiatry 2004, 45:452–459
7. C
ampbell S, Marriott M, Nahmias C, MacQueen GM. Lower
hippocampal volume in patients suffering from depression: a
meta-analysis. Am J Psychiatry 2004, 161:598–607
8. V
idebech P, Ravnkilde B. Hippocampal volume and depres­
sion: a meta-analysis of MRI studies. Am J Psychiatry 2004,
161:1957–1966
9. H
amilton JP, Siemer M, Gotlib ICH. Amygdala volume in major
depressive disorder: a meta-analysis of magnetic resonance
imaging studies. Mol Psychiatry 2008, 13:993–1000
10. B
remner JD, Vythilingam M, Vermetten E, Nazeer, A, Adil J,
Khan S et al. Reduced volume of orbitofrontal cortex in major
depression. Biol Psychiatry 2002, 51:273–279
11. B
otteron KN, Raichle ME, Drevets WC, Heath AC, Todd RD.
Volumetric reduction in left subgenual prefrontal cortex in early
onset depression. Biol Psychiatry 2002, 51:342–344
12. H
astings RS, Parsey RV, Oquendo MA, Arango V, Mann JJ.
Volumetric analysis of the prefrontal cortex, amygdala, and
hippocampus in major depression. Neuropsychopharmacology
2004, 29:952–959
21. B
rambilla P, Nicoletti MA, Harenski K, Sassi RB, Mallinger AG,
Frank E et al. Anatomical MRI study of subgenual prefrontal cortex
in bipolar and unipolar subjects. Neuropsychopharmacology
2002, 27:792–799
22. E
ritaia J, Wood SJ, Stuart GW, Bridle N, Dudgeon P, Maruff P
et al. An optimized method for estimating intracranial volume
from magnetic resonance images. Magnet Resonanc Med
2000, 44:973–977
23. K
eller J, Shen L, Gomez RG, Garrett A, Solvason HB, Reiss
A et al. Hippocampal and amygdalar volumes in psychotic
and non-psychotic unipolar depression. Am J Psychiatry 2008,
165:872–880
24. V
elakoulis D, Wood SJ, Wong MTH, McGorry PD, Yung A,
Phillips L et al. Hippocampal and amygdala volumes according
to psychosis stage and diagnosis. Arch Gen Psychiatry 2008,
63:139–149
25. S
kaf CR, Yamada A, Garrido GEJ, Buchpiguel CA, Akamine
S, Castro CC et al. Psychotic symptoms in major depressive
disorder are associated with reduced regional cerebral blood
flow in the subgenual anterior cingulate cortex: a voxel-based
single photon emission computed tomography (SPECT) study.
J Affect Disord 2002, 68:295–305
26. T
hakur M, Hays J, Ranga K, Krishnan R. Clinical, demographic
and social characteristics of psychotic depression. Psychiatry
Res 1999, 86:99–106
27. L
ange C, Irle E. Enlarged amygdala volume and reduced
hippocampal volume in young women with major depression.
Psycholog Med 2004, 34:1059–1064
13. G
reenberg DL, Payne ME, MacFall JR, Steffens DC, Krishnan RR.
Hippocampal volumes and depressions subtypes. Psychiatry
Res 2008, 163:126–132
28. F
rodl T, Meisenzahl EM, Zetzsche T, Born C, Jager M, Groll C
et al. Larger amygdala volumes in first depressive episode as
compared to recurrent major depression and healthy control
subjects. Biol Psychiatry 2003, 53:338–344
14. C
oryell W, Nopoulos P, Drevets W, Wilson T, Andreasen NC.
Subgenual prefrontal cortex volumes in major depressive
disorder and schizophrenia: diagnostic specificity and prognostic
implications. Am J Psychiatry 2005, 162:1706–1712
29. v an Eijndhoven P, van Wingen G, van Oijen K, Rijpkema M,
Goraj B, Verkes RJ et al. Amygdala volume marks the acute
state in the early course of depression. Biol Psychiatry 2009,
65:812–818
15. F
ree SL, Bergin PS, Fish DR, Cook MJ, Shorvon SD, Stevens JM.
Methods for normalization of hippocampal volumes measured
with MR. Am J Neuroradiol 1995, 16:637–643
30. S
heline YI, Gado MH, Price JL. Amygdala core nuclei volumes
are decreased in recurrent major depression. Neuroreport 1998,
9:2023–2028
16. P
ruessner JC, Li LM, Serles W, Pruessner M, Collins DL,
Kabani N et al. Volumetry of hippocampus and amygdala with
high-resolution MRI and three-dimensional analysis software:
minimizing the discrepancies between laboratories. Cerebr Cort
2000, 10:433–442
31. v on Gunten, Fox NC, Cipolotti L, Ron MA. A volumetric study
of hippocampus and amygdala in depressed patients with
subjective memory problems. J Neuropsychiatry Clin Neurosci
2000, 12:493–498
17. M
alykhin NV, Bouchard TP, Ogilvie CJ, Coupland NJ, Seres
P, Camicioli R. Three-dimensional volumetric analysis and
32. T
ang Y, Wang F, Xie G, Liu J, Li L, Su L et al. Reduced ven­
tral anterior cingulate and amygdala volumes in medicationnaïve females with major depressive disorder: a voxel-based
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
ΜΕΛΕΤΗ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΩΝ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΩΝ ΣΤΗν ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ
131
morphometric magnetic resonance imaging study. Psychiatry
Res Neuroimag 2007, 157:83–86
a first episode of major depression. Biol Psychiatry 2002, 51:
708–714
33. L
edoux JE. Emotion and amygdala. In: Aggleton JP (ed) The
Amygdala: Neurobiological aspects of emotion, memory and
mental dysfunction. New York, Wiley-Liss, 1992:339–351
37. H
irayashu Y, Shenton ME, Salisbury DF, Kwon JS, Wible CG,
Fischer IA et al. Subgenual cingulate cortex volume in firstepisode psychosis. Am J Psychiatry 1999, 156:1091–1093
34. D
revets WC, Videen TO, Price JL, Preskorn SH, Carmichael
ST, Raichle ME. A functional anatomical study of unipolar
de­pression. J Neurosci 1992, 12:3628–3641
35. S
iegle GJ, Steinhauer SR, Thase ME, Stenger VA, Carter
CS. Can’t shake that feeling: event-related fMRI assessment
of susteined amygdala activity in response to emotional
information in depressed individuals. Biol Psychiatry 2002,
51: 693–707
36. F
rodl T, Meisenzahl EM, Zetzsche T, Bottlender R, Born C,
Groll C et al. Enlargement of the amygdala in patients with
Αλληλογραφία: Κ. Βασιλοπούλου, Ψυχίατρος, Β΄ Ψυχιατρική Κλινική,
Πανεπιστήμιο Αθηνών, ΠΓΝΑ «Αττικόν», Ρίμινι 1, 124 10 Χαϊδάρι, Αττική,
Τηλ.: +30 210-58 32 426, +30 6937-100 454, Fax: +30 210-53 26 453,
e-mail: panpsyclin@attikonhospital.gr, ntiana146@msn.com
132
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
Ερευνητική εργασία
Research article
Η ανάπτυξη της Κλίμακας Εκτίμησης του Κινδύνου
Αυτοκτονικότητας:
Μια μελέτη σε γενικό πληθυσμό*
Κ.Ν. Φουντουλάκης, Ε. Παντούλα, Μ. Σιαμούλη, Κ. Μούτου, X. Gonda,
Z. Rihmer, Α. Ιακωβίδης, H. Akiskal
Γ’ Ψυχιατρική Κλινική, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη,
Department of Clinical and Theoretical Mental health, Semmelweis University, Faculty of Medicine, Budapest, Hungary,
International Mood Disorders Center, University of California at San Diego, CA, USA
Ψυχιατρική 2011, 22:132–147
Η
αυτοκτονία και οι απόπειρες αυτοκτονίας είναι σχετικά σπάνια γεγονότα αλλά με τεράστια σημασία λόγω της θνησιμότητας, της νοσηρότητας και της αναπηρίας που τις συνοδεύουν. Μέχρι σήμερα οι διάφορες κλίμακες που έχουν αναπτυχθεί πάσχουν από μια
σειρά από σχεδιαστικά σφάλματα και προβλήματα στη διαδικασία ανάπτυξης. Η παρούσα εργασία στόχευε στην ανάπτυξη μιας ελεύθερα διαθέσιμης κλίμακας εκτίμησης της αυτοκτονικότητας, βασισμένης στη μελέτη γενικού πληθυσμού. Η ανασκόπηση της βιβλιογραφίας οδήγησε
στην πειραματική διατύπωση 12 λημμάτων-ερωτήσεων που εκτιμούν διαφορετικές πλευρές της
συνδεόμενης με την αυτοκτονικότητα συμπεριφοράς και εσωτερικής εμπειρίας. Τα λήμματα αυτά
εφαρμόστηκαν σε πληθυσμό 734 ατόμων (40,6% άνδρες και 59,4% γυναίκες) ηλικίας 40,8±11,5 ετών,
αντιπροσωπευτικό του ενεργού εργασιακά πληθυσμού της χώρας. Χορηγήθηκαν επίσης το STAI και
η CES-D. Καταρτίστηκαν πίνακες βαθμολόγησης με τη χρήση z-score. Έγινε παραγοντική ανάλυση
και ταυτοποίηση υποκλιμάκων. Ο δείκτης άλφα του Cronbach ήταν 0,80 ενώ ταυτοποιήθηκαν 4 παράγοντες (Πρόθεση, Στάση απέναντι στη Ζωή, Ιστορικό και Φόβος) που ερμηνεύουν το 65% της
συνολικής διασποράς. Υπήρξε ισχυρή συσχέτιση των βαθμολογιών της κλίμακας με τις βαθμολογίες
STAI και CES-D. Η κλίμακα RASS παρουσιάζει ικανοποιητικές ψυχομετρικές ιδιότητες και αποτελεί τη
μοναδική παγκοσμίως που αναπτύχθηκε με βάση τη μελέτη του γενικού πληθυσμού και τη χρήση
z-score στη βαθμολόγησή της. Περαιτέρω προοπτικές μελέτες είναι απαραίτητες για να διερευνηθεί
η πραγματική της προγνωστική ισχύς στην πρόβλεψη της αυτοκτονικής συμπεριφοράς.
Λέξεις ευρετηρίου: Kλίμακα αυτοκτονικότητας, ψυχομετρικές ιδιότητες, γενικός πληθυσμός
* Η εργασία αυτή βραβεύθηκε στο 21ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ψυχιατρικής που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, 5–8 Μαΐου 2011
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΚΟΤΗΤΑΣ
Εισαγωγή
Οι αυτοκτονίες και οι απόπειρες αυτοκτονίας είναι
σημαντικά και δαπανηρά προβλήματα της δημόσιας
υγείας. Οι πρόσφατες έρευνες υποδηλώνουν ότι η
επικράτηση ζωής των αποπειρών αυτοκτονίας που
αντιμετωπίζονται ιατρικά είναι κατά προσέγγιση 3%
για τις γυναίκες και 2% για τους άνδρες,1,2 ενώ οι ολοκληρωμένες αυτοκτονίες ποικίλουν από 5,5/100.000
για την Ελλάδα, έως πάνω από 40/100.000 για την
Ουγγαρία και πάνω από 60/100.000 για ορισμένες
ανατολικοευρωπαϊκές χώρες (π.χ. Λευκορωσία). 3
Ο ψυχολογικός τους αντίκτυπος στα άτομα και τις
οικογένειές τους και το τεράστιο κοινωνικό κόστος
όσον αφορά στην ιατρική φροντίδα και την απώλεια της παραγωγικότητας, τις καθιστά κορυφαία
προτεραιότητα στην ημερήσια διάταξη της υγείας.
Σήμερα, η κατανόηση και η πρόληψη της αυτοκτονίας είναι από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την
ψυχιατρική, και αυτό συμβαίνει ιδιαιτέρως επειδή
κατά τη διάρκεια των προηγούμενων δεκαετιών
αρκετές ψυχολογικές μελέτες αυτοψίας σε θύματα
αυτοκτονίας έδειξαν ότι η πλειοψηφία έπασχε από
κάποια συναισθηματική διαταραχή, συνήθως μείζονα κατάθλιψη, με συχνή συννοσηρότητα με διάφορες άλλες ψυχικές διαταραχές, ειδικά αγχώδεις διαταραχές και διαταραχές που σχετίζονται με χρήση
ουσιών.4–10 Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι, παρά
τις συχνές επαφές που είχαν με ιατρικές υπηρεσίες
πριν το συμβάν της αυτοκτονίας, μόνο μια μικρή
μειοψηφία θυμάτων αυτοκτονίας που έπασχαν από
κατάθλιψη είχαν λάβει κατάλληλη αντικαταθλιπτική
φαρμακοθεραπεία, και η παρατήρηση αυτή είναι
ιδιαιτέρως ισχυρή όσον αφορά στην πρωτοβάθμια
φροντίδα.7,10–13
Παρότι η πρόβλεψη και η πρόληψη της αυτοκτονίας και της συνδεόμενης με αυτήν συμπεριφοράς είναι
προβληματικές, έχουν μέχρι σήμερα αναγνωριστεί
ορισμένοι παράγοντες κινδύνου (πτωχή αυτοεκτίμηση, ανεπαρκείς ικανότητες επίλυσης προβλημάτων
και απελπισία).14–16 Στις περισσότερες εμπειρικές έρευνες, η απελπισία (αρνητικές στάσεις ή προσδοκίες για
τα μελλοντικά γεγονότα ζωής) έχει αναγνωριστεί ως ο
πιο αξιόπιστος παράγοντας κινδύνου.17–22 Ωστόσο, η
απελπισία περιλαμβάνει πολλαπλές όψεις θετικής και
αρνητικής σκέψης,21,23–25 ενώ και η ελπίδα φαίνεται
να είναι πολυδιάστατη (θετικές προσδοκίες για τον
133
εαυτό και για το μέλλον).26–29 Ο αυτοκτονικός μηρυκασμός, ο αυτοκτονικός ιδεασμός και η επιθυμία θανάτου είναι επίσης σημαντικά πεδία εκτίμησης. 30–32
Προκειμένου να προληφθεί η αυτοκτονική και άλλη αυτοτραυματική συμπεριφορά, είναι απαραίτητη
η έρευνα των πολλαπλών παραγόντων που εμπλέκονται σε αυτή τη συμπεριφορά. Για την εκτίμηση
αυτών των παραγόντων, οι ερευνητές και οι κλινικοί
χρειάζονται ένα περιεκτικό αλλά φιλικό προς τον
χρήστη εργαλείο που να επιτρέπει την αξιόπιστη
συλλογή δεδομένων σε ένα ευρύ φάσμα περιβαλλοντικών καταστάσεων.
Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η κατασκευή
ενός εργαλείου αυτο-αναφοράς, το οποίο να περιλαμβάνει πολλαπλές επαναλήψιμες διαστάσεις, με
έμφαση περισσότερο σε εκείνα τα λήμματα που
περιγράφουν τη σχετιζόμενη με την αυτοκτονία συμπεριφορά, παρά στα ισχυρά σχετιζόμενα κλινικά
χαρακτηριστικά (π.χ. απελπισία). Ένα τέτοιο εργαλείο θα παρέχει χρήσιμα δεδομένα για την ανάπτυξη ενός σχεδίου διαχείρισης του κλινικού κινδύνου
για έναν συγκεκριμένο ασθενή, ενώ παράλληλα θα
επιτρέπει τη σύγκριση των διαφορετικών ερευνητικών μελετών της αυτοκτονικής συμπεριφοράς. Ένας
κεντρικός άξονας σε αυτή την προσπάθεια ήταν να
αναπτύξουμε αυτό το εργαλείο με βάση μια μελέτη
σε γενικό πληθυσμό και να χρησιμοποιήσουμε κανονιστικά δεδομένα και βαθμολογίες.
Υλικό και μέθοδος
Το πρώτο βήμα ήταν η ανασκόπηση της βιβλιογραφίας και η αναγνώριση των κλιμάκων κατάθλιψης και των κλιμάκων εκτίμησης της αυτοκτονικότητας. Η έρευνα στο MEDLINE με τη χρήση των όρων
«αυτοκτονία» και «κλίμακα» και «ανάπτυξη» αρχικά
απέφερε 147 άρθρα. Εικοσιένα από αυτά θεωρήθηκαν σχετικά για την παρούσα μελέτη. Η ανασκόπησή τους οδήγησε στην ανάπτυξη 12 λημμάτων που
εκτιμούν διαφορετικές πλευρές της σχετιζόμενης
με την αυτοκτονία συμπεριφοράς και της εσωτερικής εμπειρίας. Τα λήμματα αυτά εφαρμόστηκαν σε
734 άτομα του γενικού πληθυσμού (40,6% άνδρες
και 59,4% γυναίκες) ηλικίας 40,8±11,5. Το δείγμα της
μελέτης ήταν αντιπροσωπευτικό του ενεργού εργαζόμενου ελληνικού πληθυσμού, ηλικίας 25–67 ετών.
Παρότι έγινε κάποια προσπάθεια να μην συμπερι-
134
Κ.Ν. ΦΟΥΝΤΟΥΛΑΚΗΣ και συν
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
ληφθούν φανερά ψυχικά ασθενείς (ιδιαίτερα ψυχωτικοί), δεν υπήρχε κάποια δομημένη μέθοδος αποφυγής αυτής της συνθήκης. Χορηγήθηκαν επίσης οι
κλίμακες STAI και CES-D. Είναι ακόμη σημαντικό να
σημειωθεί ότι η συλλογή των δεδομένων ολοκληρώθηκε το 2008, δηλαδή πριν αρχίσει η παρούσα
οικονομική κρίση.
Πίνακας 1. Σύσταση του δείγματος της μελέτης όσον
αφορά στο φύλο και την ηλικία σε σχέση με τον
γενικό πληθυσμό, σύμφωνα με την Ελληνική Εθνική
Στατιστική Υπηρεσία για το 2009.
Η ανάλυση περιελάμβανε την ανάπτυξη περιγραφικών στατιστικών πινάκων για το δείγμα της μελέτης και ειδικά πίνακες συχνοτήτων για κάθε απάντηση σε κάθε λήμμα της καινούργιας κλίμακας. Με βάση αυτές τις συχνότητες, αναπτύχθηκε μία μέθοδος
βαθμολόγησης. Η στατιστική ανάλυση περιελάμβανε επίσης ανάλυση των λημμάτων και υπολογισμό
του άλφα του Cronbach, παραγοντική ανάλυση με
varimax normalized rotation και υπολογισμό του
συντελεστή συσχέτισης pearson product moment
μεταξύ της νέας κλίμακας και της ηλικίας, του BMI,
του STAI-S, του STAI-Τ, και της CES-D. Επίσης εφαρμόστηκε διερευνητικό (exproratory) t-test ανάμεσα
σε άτομα με υψηλό και χαμηλό CES-D (cut off 23/24)
και ανάμεσα σε άτομα με διαφορετικό ιστορικό αυτοτραυματισμών ή αυτοκτονικών πράξεων.
Συνολικός πληθυσμός
Ελληνικός
πληθυσμός
(προσέγγιση
για το 2009)
Ηλικιακή ομάδα
Δείγμα
μελέτης
11.282.751
734
Γυναίκες-Άνδρες
48–52%
40,6–59,4%
25–29 ετών
11,02%
25,81%
29–34 ετών
11,31%
12,90%
34–39 ετών
10,00%
15,44%
40–44 ετών
10,00%
13,13%
44–49 ετών
9,21%
10,60%
50–54 ετών
8,92%
10,14%
55–59 ετών
6,83%
8,29%
60–64 ετών
7,09%
3,69%
Η μέση ηλικία ήταν 40,80±11,48 έτη (εύρος 25–67)
και οι βαθμολογίες σε STAI-S, STAI-T, CES-D, καθώς και ο δείκτης μάζας σώματος (ΒΜΙ) ήταν μέσα
στο φυσιολογικό εύρος, τόσο για τους άνδρες όσο
και για τις γυναίκες (πίνακας 2). Ωστόσο, 84 άτομα
(11,44%) είχαν βαθμολογία στη CES-D πάνω από το
κατώφλι για την κατάθλιψη (<23). Από αυτούς, 62
ήταν γυναίκες (14,22%) και 22 ήταν άνδρες (7,38%).
Επαγγελματικά δεδομένα ήταν διαθέσιμα για 533
άτομα (72,61%) και από αυτά το 63,41% ήταν υπάλληλοι (δημόσιοι ή ιδιωτικοί), το 11,63% ήταν ελεύθεροι επαγγελματίες και το 14,07% ήταν γιατροί,
δικηγόροι, ιερείς, καθηγητές κ.λπ. Φαίνεται ότι το
δείγμα της μελέτης αντιπροσωπεύει τον αστικό ελληνικό πληθυσμό, με μια υπεραντιπροσώπευση των
υψηλότερων μορφωτικών επιπέδων. Η αναλυτική
Αποτελέσματα
Στο δείγμα της παρούσας μελέτης, από τα συνολικά 734 άτομα, τα 436 (59,40%) ήταν γυναίκες και τα
298 (40,60%) ήταν άνδρες. Η σύνθεση του δείγματος της μελέτης όσον αφορά στο φύλο και την ηλικία, σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό, σύμφωνα
με την Ελληνική Εθνική Στατιστική Υπηρεσία (http://
www.statistics.gr) φαίνεται στον πίνακα 1. Ο πληθυσμός του δείγματος της μελέτης δεν περιλαμβάνει
συνταξιούχους ή ασθενείς και με αυτή την έννοια είναι αντιπροσωπευτικός του ενεργού τμήματος του
γενικού πληθυσμού της Ελλάδας.
Πίνακας 2. Βαθμολογίες STAI-S, STAI-T, CES-D και δείκτη μάζας σώματος (ΒΜΙ) του δείγματος της μελέτης.
Συνολικό δείγμα N=734
Mean
Min
Max
Γυναίκες N=436
SD
Mean
Min
Max
Άνδρες N=298
SD
Mean
Min
Max
SD
Ηλικία
40,80
25
67
11,48
39,43
25
65
10,87
42,82
25
67
12,06
STAI-S
38,83
20
80
11,96
39,75
20
77
11,69
37,48
20
80
12,25
STAI-T
42,71
3
78
10,07
44,30
20
71
9,70
40,39
3
78
10,17
CES-D
11,89
0
53
9,13
13,04
0
46
9,40
10,21
0
53
8,47
BMI
25,25
16
73
4,57
24,21
16
73
4,96
26,75
18
42
3,46
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΚΟΤΗΤΑΣ
σύνθεση του δείγματος όσον αφορά την εργασία
φαίνεται στον πίνακα 3.
Πίνακας 3. Επαγγελματικά χαρακτηριστικά του δείγματος της μελέτης.
Αριθμός
(%)
Εργάστηκε, αλλά τώρα είναι
άνεργος
0
0,00
Δεν εργάστηκε ποτέ και δεν
εργάζεται τώρα
0
0,00
Υπάλληλος (δημόσιος
ή ιδιωτικός)
338
63,41
Ελεύθερος επαγγελματίας
(έμπορος, τεχνίτης)
62
11,63
Γιατρός, δικηγόρος, μηχανικός,
ιερέας, καθηγητής κ.λπ.
75
14,07
Φοιτητής (ΑΕΙ ή ΤΕΙ)
12
2,25
Χειρώνακτας (εργάτης,
οικοδόμος, αγρότης)
26
4,88
Νοικοκυρά
20
3,75
Σύνολο
533
100,00
135
Ο πίνακας συχνοτήτων για τις απαντήσεις στα
ξεχωριστά λήμματα της κλίμακας φαίνεται στον
πίνακα 4. Οι συχνότητες αυτές οδήγησαν στον υπολογισμό των ποσοστημορίων και την ανάπτυξη μιας μεθόδου βαθμολόγησης η οποία φαίνεται στον
πίνακα 5.
Η παραγοντική ανάλυση με τη χρήση των ακατέργαστων βαθμολογιών απέδωσε 4 παράγοντες
οι οποίοι εξηγούν εξ ολοκλήρου το 64,95% της συνολικής διακύμανσης, ενώ η χρήση τυποποιημένων
βαθμολογιών απέδωσε 3 παράγοντες οι οποίοι εξηγούν 59,19% της συνολικής διακύμανσης (πίνακας
6). Οι τρεις αυτοί παράγοντες αντιστοιχούν σε τρεις
υποκλίμακες (Πρόθεση, Στάση απέναντι στη Ζωή
και Ιστορικό) και οι βαθμολογίες τους φαίνονται
Πίνακας 4. Πίνακας συχνοτήτων των απαντήσεων στα ξεχωριστά λήμματα της κλίμακας.
Περιγραφή των λημμάτων
Καθόλου
Λίγο
Πολύ
Πάρα πολύ
0
(%)
1
(%)
2
(%)
3
(%)
Φοβάστε ότι θα πεθάνετε;
428
58,31
230
31,34
56
7,63
20
2,72
Σκέφτεστε καθόλου ότι θα ήταν καλύτερα αν
πεθαίνατε;
630
85,83
72
9,81
22
3,00
10
1,36
Πιστεύετε ότι είναι υπέροχο πράγμα που είστε
ζωντανός/ή τώρα;
41
5,59
30
4,09
119
16,21
544
74,11
Έχετε αισθανθεί ότι δεν αξίζει κανείς να ζει;
556
75,75
116
15,80
40
5,45
22
3,00
Σκέφτεστε να κάνετε κακό στον εαυτό σας με
κάποιον τρόπο;
688
93,73
32
4,36
12
1,63
2
0,27
Σκέφτεστε συχνά να αυτοκτονήσετε αν σας
δοθεί η ευκαιρία;
707
96,32
18
2,45
8
1,09
1
0,14
Στη σκέψη σας κάνετε σχέδια για τον τρόπο
με τον οποίο θα μπορούσατε να δώσετε
τέλος στη ζωή σας;
690
94,01
35
4,77
8
1,09
1
0,14
Σκέφτομαι να αυτοκτονήσω αλλά δεν θα το
κάνω
697
94,96
22
3,00
9
1,23
6
0,82
Απολαμβάνετε τη ζωή;
18
2,45
79
10,76
347
47,28
290
39,50
Νιώθετε κουρασμένος από τη ζωή σας;
322
43,87
286
38,96
96
13,08
30
4,09
Ποτέ
Μια φορά
2–3 φορές
Πολλές φορές
Κατά τη διάρκεια της ζωής σας έχετε ποτέ
τραυματίσει τον εαυτό σας με κάποιον τρόπο
επίτηδες;
689
93,87
30
4,09
9
1,23
6
0,82
Κατά τη διάρκεια της ζωής σας έχετε κάνει
ποτέ απόπειρα αυτοκτονίας;
721
98,23
10
1,36
1
0,14
2
0,27
136
Κ.Ν. ΦΟΥΝΤΟΥΛΑΚΗΣ και συν
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
Πίνακας 5. Βαθμολογίες των ξεχωριστών λημμάτων της κλίμακας, που προκύπτουν από τον πίνακα συχνοτήτων
των απαντήσεων.
Καθόλου
Λίγο
Πολύ
Πάρα πολύ
Φοβάστε ότι θα πεθάνετε;
0
60
90
100
Σκέφτεστε καθόλου ότι θα ήταν καλύτερα αν πεθαίνατε;
0
85
95
100
Πιστεύετε ότι είναι υπέροχο πράγμα που είστε ζωντανός/ή
τώρα;
95
90
75
0
Έχετε αισθανθεί ότι δεν αξίζει κανείς να ζει;
0
75
90
100
Σκέφτεστε να κάνετε κακό στον εαυτό σας με κάποιον
τρόπο;
0
95
100
100
Σκέφτεστε συχνά να αυτοκτονήσετε αν σας δοθεί η ευκαιρία;
0
95
100
100
Στη σκέψη σας κάνετε σχέδια για τον τρόπο με τον οποίο
θα μπορούσατε να δώσετε τέλος στη ζωή σας;
0
95
100
100
Σκέφτομαι να αυτοκτονήσω αλλά δεν θα το κάνω
0
95
100
100
100
85
40
0
0
45
80
95
Ποτέ
Μια φορά
2–3 φορές
Πολλές
φορές
Κατά τη διάρκεια της ζωής σας έχετε ποτέ τραυματίσει
τον εαυτό σας με κάποιον τρόπο επίτηδες;
0
95
100
100
Κατά τη διάρκεια της ζωής σας έχετε κάνει ποτέ απόπειρα
αυτοκτονίας;
0
100
100
100
Απολαμβάνετε τη ζωή;
Νιώθετε κουρασμένος από τη ζωή σας;
στον πίνακα 7. Αν χρησιμοποιηθούν οι ακατέργαστες βαθμολογίες για την κατασκευή των υποκλιμάκων, τότε προκύπτει μια τέταρτη υποκλίμακα, η
οποία περιλαμβάνει μόνο το λήμμα #1 (υποκλίμακα
Φόβου).
Χρησιμοποιώντας τις ακατέργαστες βαθμολογίες,
το άλφα του Cronbach ήταν ίσο με 0,75 (τυποποιημένη τιμή 0,80) με όλα τα λήμματα να είναι ισοδύναμα (το άλφα, αν διαγράφονταν το λήμμα, κυμαίνονταν μεταξύ 0,72–0,78). Με τη χρήση της τυποποιημένης βαθμολογίας, το άλφα του Cronbach ήταν ίσο
με 0,79 (τυποποιημένη τιμή 0,82), και πάλι με όλα τα
λήμματα να είναι ισοδύναμα (το άλφα, αν διαγράφονταν το λήμμα, κυμαίνονταν μεταξύ 0,76–0,80). Το
άλφα ήταν 0,85 για την υποκλίμακα της Πρόθεσης,
0,69 για την υποκλίμακα της Στάσης απέναντι στη
Ζωή και 0,52 για την υποκλίμακα του Ιστορικού.
Η συσχέτιση μεταξύ των ακατέργαστων και των
τυποποιημένων βαθμολογιών για τα ξεχωριστά
λήμματα, τις υποκλίμακες και το συνολικό σκορ
από τη μία και της ηλικίας, του BMI, του STAI-S, του
STAI-T και της CES-D από την άλλη, φαίνονται στον
πίνακα 8.
Η σύγκριση μεταξύ των ατόμων με βαθμολογία
στη CES-D πάνω από το κατώφλι (cut-off) για κατάθλιψη (23/24) και εκείνων με βαθμολογία στην
CES-D κάτω από το κατώφλι, υποδήλωσε ότι οι δύο
ομάδες διέφεραν στις βαθμολογίες όλων των λημμάτων και των υποκλιμάκων, με την εξαίρεση των
γυναικών για το λήμμα #1 (πίνακας 9). Το λήμμα #8
της CES-D αντανακλά την ελπίδα/απελπισία και τη
σχέση της με τα στοιχεία της RASS φαίνονται στον
πίνακα 10. Τα αποτελέσματα της σύγκρισης των
ατόμων με ιστορικό αυτοτραυματισμών και αποπειρών αυτοκτονίας, όσον αφορά τα λήμματα της
RASS, τη CES-D και την απελπισία, φαίνονται στον
πίνακα 11. Πρέπει να σημειωθεί ότι 36 άτομα (4,9%)
είχαν προηγούμενο ιστορικό αυτοτραυματισμού,
4 (0,54%) είχαν ιστορικό αποπειρών αυτοκτονίας
και 9 (1,22%) είχαν προηγούμενο ιστορικό τόσο
αυτοτραυματισμού όσο και αποπειρών αυτοκτονίας. Παρότι αυτές οι ομάδες ήταν μικρές, η διερευνητική ANOVA υποδήλωσε ότι τα άτομα που είχαν
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΚΟΤΗΤΑΣ
137
Πίνακας 6. Παραγοντική ανάλυση με varimax normalized rotation.
Ανάλυση με ακατέργαστες βαθμολογίες
Ανάλυση με τυποποιημένες
βαθμολογίες
Παράγων
Παράγων
Παράγων
Παράγων
Παράγων
Παράγων
Παράγων
1
2
3
4
1
2
3
Φοβάστε ότι θα πεθάνετε;
0,07
0,08
0,05
0,95
–0,04
0,36
0,54
Σκέφτεστε καθόλου ότι θα ήταν
καλύτερα αν πεθαίνατε;
0,36
0,64
–0,03
0,01
0,68
0,39
–0,03
Πιστεύετε ότι είναι υπέροχο
πράγμα που είστε ζωντανός/ή
τώρα;
0,20
0,64
–0,05
–0,23
0,22
0,64
–0,03
Έχετε αισθανθεί ότι δεν αξίζει
κανείς να ζει;
0,21
0,69
0,15
–0,04
0,39
0,55
–0,06
Σκέφτεστε να κάνετε κακό στον
εαυτό σας με κάποιον τρόπο;
0,72
0,23
0,19
–0,08
0,82
0,03
0,13
Σκέφτεστε συχνά να αυτοκτονήσετε αν σας δοθεί η ευκαιρία;
0,86
0,19
0,10
–0,03
0,83
0,08
0,21
Στη σκέψη σας κάνετε σχέδια
για τον τρόπο με τον οποίο
θα μπορούσατε να δώσετε
τέλος στη ζωή σας;
0,81
0,16
0,04
0,06
0,68
0,26
0,10
Σκέφτομαι να αυτοκτονήσω
αλλά δεν θα το κάνω
0,79
0,18
0,03
0,14
0,80
0,14
0,24
Απολαμβάνετε τη ζωή;
0,05
0,69
0,02
0,22
–0,04
0,73
0,20
Νιώθετε κουρασμένος από τη
ζωή σας;
0,12
0,71
0,14
0,14
0,20
0,72
0,06
Κατά τη διάρκεια της ζωής σας
έχετε ποτέ τραυματίσει τον
εαυτό σας με κάποιον τρόπο
επίτηδες;
0,00
0,08
0,85
0,07
0,19
–0,03
0,78
Κατά τη διάρκεια της ζωής σας
έχετε κάνει ποτέ απόπειρα
αυτοκτονίας;
0,22
0,05
0,81
–0,01
0,26
–0,03
0,77
Εξηγούμενη διακύμανση
2,83
2,44
1,48
1,05
3,29
2,15
1,67
23,56%
20,31%
12,31%
8,77%
27,38%
17,88%
13,94%
Αναλογία στο σύνολο
64,95%
Συνολική αναλογία της εξηγούμενης διακύμανσης
59,19%
Πίνακας 7. Μέση βαθμολογία και τυπική απόκλιση των υποκλιμάκων. Το ποσοστό αντιπροσωπεύει την αναλογία
της μέσης προς τη μέγιστη βαθμολογία.
Κλίμακα πρόθεσης
Κλίμακα στάσης απέναντι στη ζωή
Κλίμακα ιστορικού
Συνολική βαθμολογία
Mean
Min
Max
Std. Dev.
max score
(%)
32,79
0,00
500
89,73
500
6,55
103,29
0,00
390
94,93
390
26,48
36,08
0,00
300
48,74
300
12,02
172,17
0,00
1015,00
180,26
1190
14,46
138
Κ.Ν. ΦΟΥΝΤΟΥΛΑΚΗΣ και συν
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
Πίνακας 8. Συσχετίσεις μεταξύ ακατέργαστων και τυποποιημένων βαθμολογιών των ξεχωριστών λημμάτων, των
υποκλιμάκων και της συνολικής βαθμολογίας και της ηλικίας του BMI, του STAI-S, του STAI-T και της CES-D.
Σημαντικές θεωρούνται τιμές >0,09, με p στο 0,01 (με έντονα).
Ακατέργαστες βαθμολογίες
age
BMI
STAI-S
STAI-T
CES-D
Φοβάστε ότι θα πεθάνετε;
0,06
–0,03
0,21
0,25
0,21
Σκέφτεστε καθόλου ότι θα
ήταν καλύτερα αν πεθαίνατε;
0,08
0,00
0,20
0,24
Πιστεύετε ότι είναι υπέροχο
πράγμα που είστε ζωντανός/ή τώρα;
0,09
0,02
0,20
Έχετε αισθανθεί ότι δεν αξίζει κανείς να ζει;
0,08
0,07
Σκέφτεστε να κάνετε κακό
στον εαυτό σας με κάποιον
τρόπο;
–0,02
Τυποποιημένες βαθμολογίες
STAI-S
STAI-T
CES-D
0,06 –0,03
0,19
0,24
0,19
0,41
0,08
0,07
0,23
0,28
0,43
0,18
0,29
0,08 –0,05
0,23
0,21
0,32
0,26
0,29
0,41
0,08 –0,02
0,28
0,32
0,41
–0,01
0,12
0,15
0,34
–0,05 –0,01
0,14
0,17
0,35
0,00
–0,01
0,11
0,14
0,31
–0,02 –0,01
0,12
0,16
0,32
Στη σκέψη σας κάνετε σχέδια –0,03
για τον τρόπο με τον οποίο
θα μπορούσατε να δώσετε
τέλος στη ζωή σας;
–0,02
0,10
0,15
0,32
–0,06 –0,02
0,12
0,15
0,29
Σκέφτομαι να αυτοκτονήσω
αλλά δεν θα το κάνω
0,00
0,00
0,12
0,13
0,30
–0,01
0,00
0,16
0,16
0,35
Απολαμβάνετε τη ζωή;
0,07
0,01
0,35
0,40
0,50
0,07
0,00
0,36
0,42
0,51
Νιώθετε κουρασμένος από τη
ζωή σας;
0,09
0,01
0,33
0,40
0,45
0,09
0,07
0,33
0,39
0,44
Κατά τη διάρκεια της ζωής
σας έχετε ποτέ τραυματίσει
τον εαυτό σας με κάποιον
τρόπο επίτηδες;
–0,01
–0,01
0,15
0,12
0,21
–0,05 –0,01
0,17
0,12
0,24
0,02
0,01
0,08
0,09
0,12
–0,03
0,02
0,11
0,13
0,17
–0,02
–0,01
0,14
0,17
0,39
–0,01
0,02
0,21
0,25
0,46
Κλίμακα στάσης απέναντι στη
Ζωή
0,12
0,03
0,39
0,43
0,58
0,11
0,00
0,41
0,45
0,57
Κλίμακα ιστορικού
0,00
–0,01
0,14
0,13
0,21
0,01 –0,02
0,24
0,26
0,30
Κλίμακα φόβου
0,06
–0,03
0,21
0,25
0,21
Συνολική βαθμολογία
0,09
0,01
0,38
0,43
0,61
0,06
0,38
0,43
0,61
Σκέφτεστε συχνά να αυτοκτονήσετε αν σας δοθεί η
ευκαιρία;
Κατά τη διάρκεια της ζωής
σας έχετε κάνει ποτέ απόπειρα αυτοκτονίας;
Κλίμακα πρόθεσης
μόνο αυτοτραυματισμούς διέφεραν από αυτά με
παλαιότερη απόπειρα αυτοκτονίας και από αυτά
με αυτοτραυματισμούς και παλαιότερη απόπειρα
αυτοκτονίας όσον αφορά στη συνολική RASS, και
την υποκλίμακα πρόθεσης (p<0,001), καθώς και ότι
τα άτομα με αυτοτραυματισμούς στο παρελθόν δι-
age
BMI
0,00
έφεραν από τα άτομα με αυτοτραυματισμούς και
απόπειρες αυτοκτονίας στην υποκλίμακα του ιστορικού (p<0,001). Δεν ανιχνεύθηκαν διαφορές ανάμεσα σε αυτές τις ομάδες όσον αφορά στην υποκλίμακα Στάσης απέναντι στη Ζωή, τη συνολική CES-D
και το λήμμα της απελπισίας.
10,39
62,71
80,66
45,25
139,10
17,86
13,59
3,48
1,03
3,10
2,83
23,68
24,31
4,22
1,09
18,13
79,44
27,99
125,56
Λήμμα #3
Λήμμα #4
Λήμμα #5
Λήμμα #6
Λήμμα #7
Λήμμα #8
Λήμμα #9
Λήμμα #10
Λήμμα #11
Λήμμα #12
Υποκλίμακα πρόθεσης
Υποκλίμακα στάσης απέναντι στη ζωή
Υποκλίμακα ιστορικού
Συνολική βαθμολογία
19,84
28,97
26,56
16,39
16,90
9,87
17,98
30,27
34,22
25,06
7,70
Λήμμα #2
32,18
22,68
SD
Λήμμα #1
Mean
CES-D<24
196,89
35,13
38,01
34,14
31,25
47,09
46,67
44,08
41,62
43,52
42,26
45,45
39,11
SD
442,73
82,95
290,52
84,06
208,64 113,39
151,14
13,64
17,50
55,23
53,64
34,77
31,14
26,36
22,05
45,91
53,86
36,82
51,82
Mean
CES-D>23
–9,25
–5,06
–6,99
–7,50
–4,13
–2,77
–4,75
–5,02
–7,15
–6,18
–7,57
–4,07
–4,65
–4,66
–4,86
–4,02
t-value
Άνδρες n=298
296
296
296
296
296
296
296
296
296
296
296
296
296
296
296
296
df
9,59
18,01
17,43
3,60
2,06
3,32
2,35
28,80
30,74
4,13
0,27
20,91
94,97
34,69
150,57 136,69
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,006
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
42,35
83,34
65,92
5,17
19,57
29,61
26,67
15,01
17,50
13,95
18,27
33,44
33,73
27,40
35,28
30,29
0,000
SD
Mean
p
CES-D<24
151,81
29,81
39,63
26,49
28,99
38,68
41,61
36,17
43,67
42,33
42,50
45,34
37,17
SD
–9,34
–5,64
–5,01
–8,36
–9,25
–5,96
–6,48
–5,32
–7,13
–7,22
–5,21
–8,07
–0,77
t-value
414,03
63,95
–4,65
247,84 –12,23
63,55
222,26 103,33 –10,74
127,82
9,68
20,24
64,19
63,06
18,79
23,31
15,73
26,61
51,94
43,06
43,39
34,03
Mean
CES-D>23
Γυναίκες n=436
434
434
434
434
434
434
434
434
434
434
434
434
434
434
434
434
df
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,444
p
Πίνακας 9. Σύγκριση των ατόμων με βαθμολογίες CES-D πάνω και κάτω από το όριο (cut-off) για κατάθλιψη (23/24), όσον αφορά στις βαθμολογίες
στα ξεχωριστά λήμματα, τις υποκλίμακες και τη συνολική βαθμολογία.
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΚΟΤΗΤΑΣ
139
140
Κ.Ν. ΦΟΥΝΤΟΥΛΑΚΗΣ και συν
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
Πίνακας 10. Σχέση ανάμεσα στο λήμμα # 8 (ελπίδα/απελπισία) της CES-D, τα στοιχεία της κλίμακας RASS και
τη συνολική βαθμολογία της CES-D. Σημαντικές θεωρούνται τιμές >0,09, με p στο 0,01 (με έντονα).
Απελπισία (CES-D λήμμα# 8)
CES-D
0,53
Φοβάστε ότι θα πεθάνετε;
0,11
Σκέφτεστε καθόλου ότι θα ήταν καλύτερα αν πεθαίνατε;
0,24
Πιστεύετε ότι είναι υπέροχο πράγμα που είστε ζωντανός/ή τώρα;
0,24
Έχετε αισθανθεί ότι δεν αξίζει κανείς να ζει;
0,29
Σκέφτεστε να κάνετε κακό στον εαυτό σας με κάποιο τρόπο;
0,11
Σκέφτεστε συχνά να αυτοκτονήσετε αν σας δοθεί η ευκαιρία.
0,17
Στη σκέψη σας κάνετε σχέδια για τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσατε
να δώσετε τέλος στη ζωή σας;
0,14
Σκέφτομαι να αυτοκτονήσω αλλά δεν θα το κάνω
0,15
Απολαμβάνετε τη ζωή;
0,35
Νιώθετε κουρασμένος από τη ζωή σας;
0,28
Κατά τη διάρκεια της ζωής σας έχετε ποτέ τραυματίσει τον εαυτό σας
με κάποιον τρόπο επίτηδες;
0,09
Κατά τη διάρκεια της ζωής σας έχετε κάνει ποτέ απόπειρα αυτοκτονίας;
0,07
Κλίμακα πρόθεσης
0,22
Κλίμακα στάσης απέναντι στη ζωή
0,40
Κλίμακα ιστορικού
0,14
Συνολική βαθμολογία
0,35
Συζήτηση
Η Ελλάδα είναι μια από τις χώρες με τα χαμηλότερα ποσοστά ολοκληρωμένης αυτοκτονίας στον
κόσμο (5,5/100.000). 3 Η παρούσα μελέτη αναφέρεται στην ανάπτυξη της Κλίμακας Εκτίμησης του
Κινδύνου της Αυτοκτονικότητας (Risk Assessment
of Suicidality Scale-RASS), η οποία είναι το πρώτο
εργαλείο που χρησιμοποιεί μία μέθοδο βαθμολόγησης προερχόμενη από τα ποσοστημόρια, βασισμένη σε μια μελέτη στον γενικό πληθυσμό. Τα αποτελέσματα εισηγούνται ότι η κλίμακα έχει ικανοποιητική εσωτερική συνοχή και αποτελείται από τρεις
υποκλίμακες (Πρόθεση, Στάση απέναντι στη Ζωή
και Ιστορικό). Η RASS συσχετίζεται σημαντικά με
την STAI-S, την STAI-T, τη CES-D και την απελπισία,
όχι όμως με την ηλικία και τον ΒΜΙ.
Από τη στιγμή που η παρούσα μελέτη είναι εγκάρσιας διατομής, δεν υπάρχει σημείο αναφοράς σε
σχέση με το οποίο θα πρέπει να επικυρωθεί η RASS.
Μπορούν να συλλεχθούν μόνο πληροφορίες που
αφορούν στην κατανομή του αυτοκτονικού ιδεασμού και των σχετικών σκέψεων, όπως επίσης και
πληροφορίες για το προηγούμενο ιστορικό αυτοτραυματισμού και απόπειρων αυτοκτονίας. Ωστόσο,
η χρησιμότητα τέτοιου είδους πληροφοριών δεν
είναι ξεκάθαρη. Παρότι αποτελούν ευρέως αποδεκτούς παράγοντες κινδύνου, η προγνωστική τους
εγκυρότητα είναι αλήθεια πως είναι περιορισμένη.
Αρκετοί παράγοντες κινδύνου για αυτοκτονική συμπεριφορά έχουν αναγνωριστεί και ταξινομηθεί ως
πρωτογενείς (όπως η παρουσία ψυχιατρικών και σωματικών παθήσεων, η σοβαρή σωματική νόσος, οι
προηγούμενες απόπειρες αυτοκτονίας), δευτερογενείς (αντίξοες περιστάσεις ζωής και ψυχοκοινωνικοί
παράγοντες κινδύνου) και τριτογενείς (δημογραφικοί παράγοντες, όπως το ανδρικό φύλο και η μεγάλη ηλικία).7,10 Ένας αριθμός παραγόντων κινδύνου
έχει προταθεί και μελετηθεί, συμπεριλαμβανομένων
της απελπισίας, του σωματότυπου,33 του σκεπτικού
περιεχομένου, της βαρύτητας της κατάθλιψης, των
ικανοτήτων επιτυχούς αντιμετώπισης, 34 κ.λπ. Οι
35,79
34,44
21,77
16,68
21,65
20,63
18,78
5,18
2,95
5,15
3,94
29,72
30,62
28,68
99,75
156,49
11,34
1,11
Πιστεύετε ότι είναι υπέροχο πράγμα που είστε
ζωντανός/ή τώρα;
Έχετε αισθανθεί ότι δεν αξίζει κανείς να ζει;
Σκέφτεστε να κάνετε κακό στον εαυτό σας
με κάποιον τρόπο;
Σκέφτεστε συχνά να αυτοκτονήσετε αν σας
δοθεί η ευκαιρία;
Στη σκέψη σας κάνετε σχέδια για τον τρόπο
με τον οποίο θα μπορούσατε να δώσετε τέλος
στη ζωή σας;
Σκέφτομαι να αυτοκτονήσω αλλά δεν θα το
κάνω
Απολαμβάνετε τη ζωή;
Νιώθετε κουρασμένος από τη ζωή σας;
Υποκλίμακα πρόθεσης
Υποκλίμακα στάσης απέναντι στη ζωή
Σύνολο RASS
CES-D
Απελπισία λήμμα #8 CES-D
0,98
8,69
162,88
93,39
82,37
30,97
28,69
19,17
29,82
11,45
Σκέφτεστε καθόλου ότι θα ήταν καλύτερα
αν πεθαίνατε;
34,38
27,47
SD
Φοβάστε ότι θα πεθάνετε;
Mean
Όχι (N=689)
1,47
20,47
412,44
157,44
95,89
51,11
42,67
19,44
15,00
12,78
19,33
34,67
29,00
29,33
42,44
Mean
1,06
11,40
252,25
102,74
154,02
30,34
33,53
39,34
35,36
32,95
39,12
43,52
39,82
42,06
39,03
SD
Ναι (n=45)
Αυτοτραυματισμός στο παρελθόν
19,11
5,22
2,68
5,06
4,44
30,13
31,26
29,33
101,07
163,28
11,69
1,12
0,003
0,000
0,000
0,005
0,000
0,004
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,018
11,92
0,000
20,58
28,06
0,005
0,132
Mean
p
0,98
9,01
165,26
93,48
81,90
31,02
29,13
20,29
21,48
15,90
21,86
34,71
35,71
30,32
34,77
SD
Όχι (n=721)
1,62
23,62
665,77
226,15
225,38
66,54
51,54
30,00
44,23
51,92
51,92
55,38
52,69
47,31
46,92
Mean
1,19
8,94
278,74
97,51
220,24
28,31
22,21
46,86
49,74
50,06
50,06
46,25
43,90
45,72
34,97
SD
Ναι (n=13)
p
0,074
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,009
0,000
0,000
0,000
0,000
0,000
0,001
0,000
0,053
Απόπειρα αυτοκτονίας στο παρελθόν
Πίνακας 11. Σύγκριση των ατόμων με ιστορικό αυτοτραυματισμού και αποπειρών αυτοκτονίας όσον αφορά στα λήμματα της RASS, την CES-D και
την απελπισία.
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΚΟΤΗΤΑΣ
141
142
Κ.Ν. ΦΟΥΝΤΟΥΛΑΚΗΣ και συν
στάσεις απέναντι στη ζωή και τον θάνατο μπορεί
να σχετίζονται με τις αυτοκτονικές τάσεις με έναν
διαφορετικό τρόπο. Στους εφήβους, η αυτοκτονικότητα συσχετίστηκε αρνητικά με την έλξη για τον
θάνατο και θετικά με την απέχθεια για τη ζωή. 35 Στα
αυτοκτονικά άτομα, η απελπισία για το μέλλον είναι
ένα πολυδιάστατο κατασκεύασμα, η έλλειψη ωστόσο θετικής μελλοντικής σκέψης είναι πιο σημαντική
από την παρουσία αρνητικής μελλοντικής σκέψης.21
Μετά από έλεγχο για καταθλιπτικά συμπτώματα, η
συσχέτιση ανάμεσα στην οικογενειακή λειτουργικότητα και τη συνεχιζόμενη αυτοκτονική συμπεριφορά δεν ήταν πλέον σημαντική. 32
Η προγνωστική αξία, ωστόσο, απέχει πολύ από
το να είναι ικανοποιητική. Ο κίνδυνος αυτοκτονίας
είναι υψηλότατος όταν είναι παρόντες πρωτογενείς
παράγοντες κινδύνου. Η παρουσία δευτερογενών
και τριτογενών παραγόντων κινδύνου υποδεικνύει υψηλό κίνδυνο αυτοκτονίας σχεδόν μόνο παρουσία και πρωτογενών παραγόντων κινδύνου.9,10
Δυστυχώς, η συσχέτιση των παραγόντων κινδύνου
και της αυτοκτονίας είναι κυρίως στατιστική, αφού
προβλέπει μεμονωμένες περιπτώσεις αυτοκτονίας και μόνο σε έναν περιορισμένο βαθμό. Σε κάθε
περίπτωση, η ενημερότητα γύρω από τους παράγοντες κινδύνου είναι ένα πολύτιμο εργαλείο για τους
κλινικούς στην εκτίμηση του κινδύνου αυτοκτονίας.
Κλινικά, οι πιο ισχυροί προγνωστικοί παράγοντες
μιας απόπειρας αυτοκτονίας θεωρούνται η απελπισία, η ενοχή και η σχετική προηγούμενη αυτοκτονική συμπεριφορά, ωστόσο αυτά είναι φαινόμενα
που σχετίζονται με την κατάσταση (state-related)
και εξαρτώνται από τη σοβαρότητα, ενώ η υποτροπή του αυτοκτονικού ιδεασμού στην πορεία των
καταθλιπτικών επεισοδίων εμφανίζει μεγάλη συνέπεια.10,36–39 Επίσης, η παρουσία μικτών συμπτωμάτων (ψευδο-μονοπολική κατάθλιψη) ή διέγερσης,
αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο τόσο της απόπειρας όσο και της ολοκληρωμένης αυτοκτονίας.9,40–43
Δυστυχώς, από τη στιγμή που η πλειοψηφία των θυμάτων αυτοκτονίας πεθαίνουν με την πρώτη απόπειρα,10,44 το ιστορικό προηγούμενων αποπειρών
έχει σχετικά περιορισμένη αξία στην πρόληψη της
αυτοκτονίας.
Από την άλλη, τα δεδομένα υποδεικνύουν ότι
ένα σημαντικά υψηλότερο ποσοστό αυτοκτονι-
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
κών ασθενών επικοινωνούν την πρόθεσή τους να
αυτοκτονήσουν σε μια δομή παροχής ψυχιατρικής
φροντίδας παρά σε μια δομή παροχής γενικής ιατρικής φροντίδας (59–19%). Τα ίδια ποσοστά αντανακλώνται και στη θεραπεία. Στις δομές ψυχιατρικής
φροντίδας δίνονται αντικαταθλιπτικά στο 60% των
θυμάτων, σε αντίθεση με το μόλις 16% στις δομές
της γενικής ιατρικής φροντίδας.11
Έτσι, η πρόληψη της αυτοκτονίας δεν είναι αδύνατη, παρότι ακόμα αποτελεί μία δύσκολη αποστολή.
Το στατιστικό γεγονός είναι ότι, παρότι η κατάθλιψη
σχετίζεται πολύ στενά με την αυτοκτονία, πάνω από
τα δύο τρίτα των καταθλιπτικών ασθενών ποτέ δεν
επιχειρούν να αυτοκτονήσουν και η συντριπτική
πλειοψηφία των καταθλιπτικών ποτέ δεν διαπράττει ολοκληρωμένη αυτοκτονία, υποδεικνύοντας ότι
άλλοι πιο ειδικοί (σχετιζόμενοι με την αυτοκτονία)
και μη-ειδικοί παράγοντες, εκτός από τη μείζονα
κατάθλιψη, μπορεί επίσης να παίζουν αποφασιστικό ρόλο. Οι ψυχωτικοί ασθενείς έχουν περισσότερες
πιθανότητες να εφαρμόσουν βίαιες μεθόδους αυτοκτονίας, όπως τη χρήση όπλων, τον απαγχονισμό ή
της πτώση από ύψος,11 εμφανίζοντας έτσι υψηλότερο κίνδυνο ολοκληρωμένης αυτοκτονίας σε σύγκριση με τους μη ψυχωτικούς καταθλιπτικούς.45
Στην παρούσα μελέτη, 36 άτομα (4,9%) είχαν προηγούμενο ιστορικό αυτοτραυματισμού, 4 (0,54%)
είχαν ιστορικό αποπειρών αυτοκτονίας και 9 άτομα
(1,22%) είχαν προηγούμενο ιστορικό τόσο αυτοτραυματισμών όσο και αποπειρών αυτοκτονίας. Οι
απόλυτοι αριθμοί είναι μικροί και τα ποσοστά παρόμοια με αυτά που αναφέρονται στη βιβλιογραφία
που αφορά άλλες χώρες,1,2 παρότι μια συστηματική
ανασκόπηση της επικράτησης των αυτοκτονικών
φαινομένων στους εφήβους (128 μελέτες και 513.188
έφηβοι) ανέφερε ότι η μέση ποσοστιαία αναλογία
των εφήβων που αναφέρει ότι έχει επιχειρήσει αυτοκτονία σε κάποια στιγμή της ζωής τους ήταν 9,7%,
ενώ 29,9% των εφήβων έλεγαν ότι είχαν κάποια
στιγμή σκεφτεί την αυτοκτονία. Η παρούσα μελέτη είναι επίσης η πρώτη αναφορά τέτοιων επιδημιολογικού τύπου αποτελεσμάτων από την Ελλάδα.
Παρουσιάζει ενδιαφέρον το γεγονός ότι τα άτομα
με προηγούμενο ιστορικό μόνο αυτοτραυματισμού διέφεραν από αυτά με απόπειρα αυτοκτονίας
στο παρελθόν μόνο όσον αφορά στην υποκλίμακα
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΚΟΤΗΤΑΣ
ιστορικού, όχι όμως όσον αφορά στην υποκλίμακα
Στάσης απέναντι στη Ζωή.
Μέχρι τώρα έχει αναπτυχθεί ένας σημαντικός
αριθμός εργαλείων, τα οποία εκτιμούν διαφορετικές
πτυχές και παράγοντες κινδύνου της αυτοκτονικότητας και των σχετιζόμενων συμπεριφορών. Όλες
σχεδόν εμφανίζουν σοβαρά προβλήματα προβλεπτικής ακρίβειας, κυρίως επειδή οι αυτοκτονικές
σκέψεις και τάσεις σπάνια οδηγούν σε αυτοκτονική
συμπεριφορά, ενώ η ολοκληρωμένη αυτοκτονία
είναι σπάνιο φαινόμενο.46 Οι κλινικές διαγνωστικές κλίμακες δεν μπορούν να προβλέψουν την αυτοκτονία στο άτομο, και τα αυστηρά βαθμολογικά
κατώφλια (cut-off) δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται στο να μας υπαγορεύουν τον τύπο της παρέμβασης.20 Ενώ η Beck Hopelessness Scale μετρά
έναν μόνο παράγοντα κινδύνου,47 άλλες κλίμακες
εκτιμούν μια ποικιλία παραγόντων κινδύνου και συμπεριφορών.
Οι περισσότερες εμφανίζουν ικανοποιητική αξιο­
πιστία, όπως η Deliberate Self-Harm Inventory
και η Self-Harm Questionnaire 48 (άλφα του Cron­
bach=0,81–0,96), 49 η Depression and Suicide
Screen (DSS) με άλφα του Cronbach=0,62,50 η Herth
Hope Index (HHI) με άλφα του Cronbach=0,97,26 η
Nowotny Hope Scale για ασθενείς με καρκίνο με
άλφα του Cronbach=0,90,28 η Positive and Negative
Suicide Ideation (PANSI) Inventory, η οποία περιλαμβάνει 2 παράγοντες (Positive και Negative
Ideation)25 με τον PANSI-Negative να έχει άλφα
του Cronbach=0,96 και τον PANSI-Positive να έχει
άλφα του Cronbach=0,89. 23 Η Suicide Resilience
Inventory-25 έχει άλφα του Cronbach 0,90–0,9551
και η Suicidal Trigger Scale (STS)-2 έχει άλφα του
Cronbach=0,95.52
Η Beck Hopelessness Scale53 εκτιμά την απελπισία που θεωρείται ο πιο σημαντικός παράγοντας
κινδύνου για αυτοκτονία, η απόδοση ωστόσο ήταν
χαμηλότερη από την αναμενόμενη. 22 Η κινέζικη
έκδοση της Suicide Intent Scale (SIS) αποτελείται
από 3 παράγοντες (Προφυλάξεις, Σχεδιασμός και
Σοβαρότητα) που εξηγούν το 92,9% της συνολικής
διακύμανσης. 54 Η Geriatric Suicide Ideation Scale
(GSIS) αποτελείται από τέσσερις παράγοντες με υποκλίμακες που εκτιμούν τον Αυτοκτονικό Ιδεασμό,
τις Σκέψεις Θανάτου, την Απώλεια των Προσωπικών
143
και Κοινωνικών Αξιών και το Αντιλαμβανόμενο
Νόημα της Ζωής. 55 Η Herth Hope Index (HHI) περιλαμβάνει δύο παράγοντες: τη θετική ετοιμότητα
και προσδοκία και τη διασυνδετικότητα, που ερμηνεύουν το 41% της συνολικής διακύμανσης.26 Η Life
Attitudes Schedule (LAS) μετρά τέσσερις κατηγορίες διαφορετικού περιεχομένου: σχετιζόμενη με τον
θάνατο, σχετιζόμενη με την υγεία, σχετιζόμενη με
τον τραυματισμό και σχετιζόμενη με τον εαυτό, και
περιλαμβάνει θετικές (ενισχυτικές για τη ζωή) και
αρνητικές (απειλητικές για τη ζωή) συμπεριφορές.56
Η Suicide Attempt Self-Injury Interview (SASII) εκτιμά μεταβλητές που σχετίζονται με τη μέθοδο, τη
φονικότητα και την παρορμητικότητα της πράξης,
την πιθανότητα της διάσωσης, την αυτοκτονική
πρόθεση ή αμφιθυμία και άλλα κίνητρα, συνέπειες και συνήθεις αυτοτραυματισμούς. 57 Η Nowotny
Hope Scale για τους ασθενείς με καρκίνο έχει 6 διαστάσεις για την ελπίδα (υποκλίμακες): «εμπιστοσύνη στο αποτέλεσμα», «πιθανότητα για ένα μέλλον»,
«σχετίζεται με άλλους», «πνευματικές πεποιθήσεις», «προέρχεται από μέσα» και «ενεργή συμμετοχή». 28 Η Positive and Negative Suicide Ideation
(PANSI) Inventory περιλαμβάνει 2 παράγοντες, τον
Θετικό Ιδεασμό (Positive Ideation) και τον Αρνητικό
Ιδεασμό (Negative Ideation). 25 Η University of Texas
at San Antonio Future Disposition Inventory (UTSA
FDI) είναι σχεδιασμένη να εκτιμά σκέψεις και συναισθήματα που αναφέρονται στο μέλλον και σχετίζονται με συμπεριφορές που εμπεριέχουν κίνδυνο
αυτοκτονίας: θετικός εστιασμός, αυτοκτονικός προσανατολισμός και αρνητικός εστιασμός.24 Η Suicide
Resilience Inventory-25 περιλαμβάνει 3 συσχετιζόμενους παράγοντες, τον Εσωτερικό Προστατευτικό,
τη Συναισθηματική Σταθερότητα και τον Εξωτερικό
Προστατευτικό. 51 Η παραγοντική ανάλυση έξι
κλιμάκων σχετιζόμενων με την αυτοκτονικότητα
(Hopelessness Scale, Zung Self-Rating Depression
Scale, Scale for Suicide Ideation, Reasons for Living
Inventory, Suicide Probability Scale και Suicide
Ideation Questionnaire) απέδωσε τέσσερεις παράγοντες (Αυτοκτονικές/Αρνητικές Ιδέες, Λόγοι για να
Ζεις, Αυτο-αμφιβολία και Αυτοκτονική Επιθυμία). 58
Η Trinity Inventory of Precursors to Suicide (TIPS)
έχει μία μόνο παραγοντική λύση.59 Η Suicidal Trigger
Scale (STS-2) έχει 2 παράγοντες (σχεδόν ψυχωτική
144
Κ.Ν. ΦΟΥΝΤΟΥΛΑΚΗΣ και συν
σωματοποίηση και μηρυκαστική πλημμύρα, και
απελπισία).52
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
Συμπέρασμα
Συμπερασματικά, η RASS είναι ένα αξιόπιστο και
έγκυρο εργαλείο το οποίο μπορεί να αποβεί χρήσιμο στην εκτίμηση του κινδύνου αυτοκτονίας στον
γενικό πληθυσμό αλλά και στους ψυχιατρικούς
ασθενείς. Επειδή είναι απλό και σύντομο, μπορεί εύκολα να χρησιμοποιηθεί στην πρωτοβάθμια φροντίδα, μια και έως και το 66% των ατόμων που κάνουν
απόπειρα αυτοκτονίας ή αυτοκτονούν, έρχονται σε
επαφή με τον γενικό γιατρό ή τον ψυχίατρο 4 εβδομάδες πριν την αυτοκτονική πράξη.12,62
Άλλες προσεγγίσεις εκτίμησης της αυτοκτονικότητας περιλαμβάνουν τη χρήση των έξι λημμάτων
του ΜMPI-2 που αναφέρονται πιο ευθέως στην
αυτοκτονία (Λήματα 150, 303, 506, 520, 524 και
530– συνιστούν τη Suicidal Potential Scale-SPS) και
την αυτοκτονική συμπεριφορά.60 Άλλα εργαλεία
είναι το Iowa Model of Evidence-Based Practice
to Promote Quality Care 61 και η Children’s Hope
Scale.29
Παράρτημα
Η κλίμακα Εκτίμησης του Κινδύνου Αυτοκτονικότητας (RASS)
Παρακαλώ απαντήστε στις παρακάτω ερωτήσεις σημειώνοντας το τετράγωνο στα δεξιά που αντιστοιχεί καλύτερα σ’ αυτό που ισχύει για σας κατά την τελευταία εβδομάδα
Καθόλου
Λίγο
Αρκετά
Πάρα πολύ
1.
Φοβάστε ότι θα πεθάνετε;




2.
Σκέφτεστε καθόλου ότι θα ήταν καλύτερα αν πεθαίνατε;




3.
Πιστεύετε ότι είναι υπέροχο πράγμα
που είστε ζωντανός/η τώρα;




4.
Έχεις αισθανθεί ότι δεν αξίζει κανείς
να ζει;




5.
Σκέφτεστε να κάνετε κακό στον εαυτό
σας με κάποιον τρόπο;




6.
Σκέφτεστε συχνά να αυτοκτονήσετε αν
σας δοθεί η ευκαιρία;




7.
Στη σκέψη σας κάνετε σχέδια για τον
τρόπο με τον οποίο θα μπορούσατε να
δώσετε τέλος στη ζωή σας;




8.
Σκέφτομαι να αυτοκτονήσω αλλά δεν
θα το κάνω




9.
Απολαμβάνετε τη ζωή;




10.
Νιώθετε κουρασμένος από τη ζωή σας;




11.
Κατά τη διάρκεια της ζωής σας έχετε
ποτέ τραυματίσει τον εαυτό σας με
κάποιον τρόπο επίτηδες;
Ποτέ
Μια φορά
2–3 φορές
Πολλές
φορές
12.
Κατά τη διάρκεια της ζωής σας έχετε
κάνει ποτέ απόπειρα αυτοκτονίας;
Ποτέ
Μια φορά
2–3 φορές
Πολλές
φορές
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΚΟΤΗΤΑΣ
145
Development of the Risk Assessment Suicidality
Scale (RASS): Α population-based study
K.N. Fountoulakis, E. Pantoula, M. Siamouli, K. Moutou, X. Gonda,
Z. Rihmer, A. Iacovides, H. Akiskal
3rd Department of Psychiatry, School of Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, Greece
Department of Clinical and Theoretical Mental Health, Semmelweis University, Faculty of Medicine, Budapest, Hungary
International Mood Disorders Center, University of California at San Diego, CA, USA
Psychiatriki 2011, 22:132–147
Suicide and suicide attempts are significant and costly public health problems. In order to prevent
suicidal and other self-injurious behavior, research on the multiple factors involved in these behaviors with comprehensive and user-friendly instruments is necessary. The aim of the current study
was to construct a self-report instrument with emphasis on the items which describe suicide-related behavior itself rather than strongly related clinical features on the basis of a general population
study. Twelve items comprising a new scale were applied to 734 subjects from the general population (40.6% males and 59.4% females) aged 40.8±11.5, along with the STAI and the CES-D. The
scoring method was developed on the basis of frequency table of responses to the individual scale
items. The factor analysis returned 3 factors explaining 59.19% of total variance (Intention, Life, and
History). The Cronbach’s alpha was 0.85 for the Intention, 0.69 for the Life and 0.52 for the History
subscale. The RASS is a reliable and valid instrument which might prove valuable in the assessment
of suicidal risk in the general population as well as in mental patients.
Key words: suicidality scale, psychometric properties, general population
Bιβλιογραφία
1. P
latt S et al. Parasuicide in Europe: the WHO/EURO multicentre
study on parasuicide. I. Introduction and preliminary analysis
for 1989. Acta Psychiatr Scand 1992, 85:97–104
6. B
eautrais AL et al. Prevalence and comorbidity of mental
disorders in persons making serious suicide attempts: a casecontrol study. Am J Psychiatry 1996, 153:1009–10014
2. S
chmidtke A et al. Attempted suicide in Europe: rates, trends
and sociodemographic characteristics of suicide attempters
during the period 1989–1992. Results of the WHO/EURO
Multicentre Study on Parasuicide. Acta Psychiatr Scand 1996,
93:327–338
7. H
enriksson MM et al. Mental disorders and comorbidity in
suicide. Am J Psychiatry 1993, 150:935–940
3. W
HO. Suicide Rates (per 100,000), by country, year, and gender.
2011 [cited; Available from: http://www.who.int/mental_health/
prevention/suicide/suiciderates/en/
4. B
adawi MA et al. Psychopathology and attrition in the Baltimore
ECA 15-year follow-up 1981–1996. Soc Psychiatry Psychiatr
Epidemiol 1999 34:91–98
5. B
arraclough B et al. A hundred cases of suicide: clinical aspects.
Br J Psychiatry 1974, 125:355–373
8. M
onkman M. Epidemiology of Suicide. Epidemiology Revews,
1987, 9:51–62
9. R
ihmer Z. Suicide risk in mood disorders. Curr Opin Psychiatry
2007, 20:17–22
10. R
ihmer Z, Belso N, Kiss K. Strategies for suicide prevention.
Curr Opin Psychiat 2002, 15:83–87
11. Isometsa ET et al. Suicide in major depression in different
treatment settings. J Clin Psychiatry 1994, 55:523–527
12. L
uoma JB, Martin CE, Pearson JL. Contact with mental health
and primary care providers before suicide: a review of the
evidence. Am J Psychiatry 2002, 159:909–916
146
Κ.Ν. ΦΟΥΝΤΟΥΛΑΚΗΣ και συν
13. R
ihmer Z et al. Suicide in subtypes of primary major depression.
J Affect Disord 1990, 18:221–225
14. B
eautrais AL, Joyce PR, Mulder RT. Risk factors for serious
suicide attempts among youths aged 13 through 24 years. J
Am Acad Child Adolesc Psychiatry 1996, 35:1174–1182
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
35. C
otton CR, Range LM. Suicidality, hopelessness, and attitudes
toward life and death in clinical and nonclinical adolescents.
Death Stud 1996, 20:601–610
36. R
ihmer Z. Suicide risk in mood disorders. Curr Opin Psychiat,
2007, 20:17–22
15. B
rent DA et al. Psychiatric risk factors for adolescent suicide: a
case-control study. J Am Acad Child Adolesc Psychiatry 1993,
32:521–529
37. S
okero P et al. Decline in suicidal ideation among patients with
MDD is preceded by decline in depression and hopelessness.
J Affect Disord 2006, 95:95–102
16. D
e Man AF, Leduc CP. Suicidal ideation in high school students:
depression and other correlates. J Clin Psychol 1995, 51:173–
181
38. V
altonen H et al. Suicidal ideation and attempts in bipolar I and
II disorders. J Clin Psychiatry 2005, 66:1456–1462
17. B
eck AT. Hopelessness as a predictor of eventual suicide. Ann
N Y Acad Sci 1986, 487:90–96
18. B
eck AT, Brown G, Steer RA. Prediction of eventual suicide
in psychiatric inpatients by clinical ratings of hopelessness. J
Consult Clin Psychol 1989, 57:309–310
19. B
eck AT et al. Hopelessness and eventual suicide: a 10-year
prospective study of patients hospitalized with suicidal ideation.
Am J Psychiatry 1985, 142:559–563
20. C
ochrane-Brink KA, Lofchy JS, Sakinofsky I. Clinical rating
scales in suicide risk assessment. Gen Hosp Psychiatry 2000,
22:445–451
21. M
acLeod AK et al. Hopelessness and positive and negative
future thinking in parasuicide. Br J Clin Psychol 2005, 44:495–
504
22. M
cMillan D et al. Can we predict suicide and non-fatal self-harm
with the Beck Hopelessness Scale? A meta-analysis. Psychol
Med 2007, 37:769–778
23. O
sman A et al. The Positive and Negative Suicide Ideation
(PANSI) inventory: psychometric evaluation with adolescent
psychiatric inpatient samples. J Pers Assess 2002, 79:512–30
24. O
sman A et al. Development and initial psychometric properties
of the University of Texas at San Antonio Future Disposition
Inventory. J Clin Psychol 2010, 66:410–429
25. O
sman A et al. The positive and negative suicide ideation
inventory: development and validation. Psychol Rep 1998.
82:783–793
26. H
erth K. Abbreviated instrument to measure hope: development
and psychometric evaluation. J Adv Nurs 1992, 17:1251–1259
27. H
inds PS, Gattuso JS. Measuring hopefulness in adolescents.
J Pediatr Oncol Nurs 1991, 8:92–94
28. N
owotny ML. Assessment of hope in patients with cancer:
development of an instrument. Oncol Nurs Forum 1989, 16:57–
61
29. S
nyder CR et al. The development and validation of the
Children’s Hope Scale. J Pediatr Psychol 1997, 22:399–421
30. E
vans E et al. The prevalence of suicidal phenomena in
adolescents: a systematic review of population-based studies.
Suicide Life Threat Behav 2005, 35:239–250
31. H
aynes SN, Lench HC. Incremental validity of new clinical
assessment measures. Psychol Assess 2003, 15:456–466
32. S
pirito A et al. Predictors of continued suicidal behavior in
adolescents following a suicide attempt. J Clin Child Adolesc
Psychol 2003, 32:284–289
33. B
jerkeset O et al. Association of adult body mass index and
height with anxiety, depression, and suicide in the general
population: the HUNT study. Am J Epidemiol 2008, 167:193–
202
34. D
inya E et al. Profiles of suicidality and clusters of Hungarian
adolescent outpatients suffering from suicidal behaviour.
Psychopathology 2009, 42:299–310
39. W
illiams JM et al. Recurrence of suicidal ideation across
depressive episodes. J Affect Disord 2006, 91:189–194
40. A
kiskal HS et al. Agitated “unipolar” depression re-conceptualized
as a depressive mixed state: implications for the antidepressantsuicide controversy. J Affect Disord 2005, 85:245–258
41. B
alazs J et al. The close link between suicide attempts and
mixed (bipolar) depression: implications for suicide prevention.
J Affect Disord 2006, 91:133–138
42. R
ihmer Z, Akiskal H. Do antidepressants t(h)reat(en) depressives?
Toward a clinically judicious formulation of the antidepressantsuicidality FDA advisory in light of declining national suicide
statistics from many countries. J Affect Disord 2006, 94:3–13
43. Isometsa ET et al. Suicide in major depression. Am J Psychiatry
1994, 151:530–536
44. Isometsa E et al. Suicide in psychotic major depression. J Affect
Disord 1994, 31:187–191
45. A
ngst J et al. Suicide in 406 mood-disorder patients with and
without long-term medication: a 40 to 44 years’ follow-up. Arch
Suicide Res 2005, 9:279–300
46. B
urk F, Kurz A, Moller HJ. Suicide risk scales: do they help
to predict suicidal behaviour? Eur Arch Psychiatry Neurol Sci
1985, 235:153–157
47. A
ish AM, Wasserman D, Renberg ES. Does Beck’s Hopelessness
Scale really measure several components? Psychol Med 2001,
31:367–372
48. G
utierrez PM et al. Development and initial validation of the
Self-harm Behavior Questionnaire. J Pers Assess 2001, 77:475–
490
49. F
liege H et al. Three assessment tools for deliberate self-harm
and suicide behavior: evaluation and psychopathological
correlates. J Psychosom Res 2006, 61:113–121
50. F
ujisawa D et al. The development of a brief screening
instrument for depression and suicidal ideation for elderly:
the Depression and Suicide Screen. Psychiatry Clin Neurosci
2005, 59:634–638
51. O
sman A et al. Suicide Resilience Inventory-25: development
and preliminary psychometric properties. Psychol Rep 2004,
94(3 Pt 2):1349–1360
52. Y
aseen Z et al. Construct development: The Suicide Trigger
Scale (STS-2), a measure of a hypothesized suicide trigger
state. BMC Psychiatry 2010, 10:110
53. L
ennings CJ. Suicide and time perspective: an examination of
Beck and Yufit’s suicide-risk indicators. J Clin Psychol 1992,
48:510–516
54. G
au SS et al. Development of a Chinese version of the Suicide
Intent Scale. Suicide Life Threat Behav 2009, 39:332–342
55. H
eisel MJ, Flett GL. The development and initial validation of
the geriatric suicide ideation scale. Am J Geriatr Psychiatry
2006, 14:742–751
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΚΟΤΗΤΑΣ
147
56. L
ewinsohn PM et al. The life attitudes schedule: a scale to
assess adolescent life-enhancing and life-threatening behaviors.
Suicide Life Threat Behav 1995, 25:458–474
61. H
ermes B et al. Suicide risk assessment: 6 steps to a better
instrument. J Psychosoc Nurs Ment Health Serv 2009, 47:44–
49
57. L
inehan MM et al. Suicide Attempt Self-Injury Interview (SASII):
development, reliability, and validity of a scale to assess suicide
attempts and intentional self-injury. Psychol Assess 2006, 18:
303–312
62. P
irkis J, Burgess P. Suicide and recency of health care contacts.
A systematic review. Br J Psychiatry 1998, 173:462–474
58. R
ange LM, Antonelli KB. A factor analysis of six commonly used
instruments associated with suicide using college students. J
Pers Assess 1990, 55:804–811
59. S
myth CL, MacLachlan M. Confirmatory factor analysis of
the Trinity Inventory of Precursors to Suicide (TIPS) and its
relationship to hopelessness and depression. Death Studies
2005, 29:333–350
60. G
lassmire DM et al. The utility of MMPI-2 suicide items for
assessing suicidal potential: development of a Suicidal Potential
Scale. Assessment 2001, 8:281–290
Αλληλογραφία: Κ.Ν. Φουντουλάκης, Επίκ. Καθηγητής Ψυχιατρικής,
Γ’ Ψυχιατρική Κλινική Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη,
Tηλ.: 6945-776935, +302310-994622, fax: +302310266570
e-mail: k-fount@med.auth.gr, k-fount@panafonet.gr
148
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2007
Ειδικό άρθρο
Special article
Ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις
στις στερεοτυπίες
Ε. Καλούδη, Χ. Χριστοδούλου, Β. Κονταξάκης, Λ. Λύκουρας, Μ. Λειβαδίτης
Ψυχιατρική Κλινική, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης,
Β΄ Πανεπιστημιακή Ψυχιατρική Κλινική, Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο «ΑΤΤΙΚΟΝ», Αθήνα
Ψυχιατρική 2011, 22:148–157
Ο
ι στερεοτυπίες ανήκουν στις διαταραχές της ψυχοκινητικότητας και συναντώνται σε
πλήθος διαταραχών. Το παρόν άρθρο αναφέρεται στο θέμα των ψυχοθεραπευτικών
παρεμβάσεων στις στερεοτυπίες, ενώ γίνεται παράλληλα μια ανασκόπηση των ψυχοθεραπευτικών τεχνικών που ήδη εφαρμόζονται στις διαταραχές αυτές. Στην παρούσα
μελέτη αναφέρονται τα ακόλουθα είδη ψυχοθεραπευτικών τεχνικών που εφαρμόζονται για την
αντιμετώπισή τους: (α) Θεραπεία συμπεριφοράς, (β) Θεραπεία περιβάλλοντος η οποία μπορεί να
συνδυαστεί επιτυχώς με την εργοθεραπεία, (γ) Θεραπεία οικογένειας και (δ) Ψυχοθεραπεία υποστηρικτική ή γνωσιακή ή ψυχοδυναμική. Η μέθοδος που ακολουθήθηκε για την ανεύρεση των άρθρων,
πάνω στα οποία στηρίχτηκε η συγκεκριμένη εργασία, ήταν η αναζήτηση σε ιστοσελίδες του διαδικτύου. Τα άρθρα που βρέθηκαν ήταν συνολικά 44, από τα οποία αξιοποιήθηκαν και μελετήθηκαν
εκτενέστερα τα 25 που ήταν απόλυτα σχετικά με το θέμα της εργασίας. Από αυτά τα 25 άρθρα, τα
12 αποτελούν περιγραφές περιπτώσεων, τα 7 είναι θεωρητικές εργασίες και τα 5 αποτελούν ανασκοπήσεις. Επιπλέον, συμπεριλαμβάνεται και μία επιδημιολογική ερευνητική εργασία. Σύμφωνα με
τα περισσότερα άρθρα που μελετήθηκαν, η θεραπεία συμπεριφοράς θεωρείται η πιο αποτελεσματική ψυχοθεραπευτική παρέμβαση για τη μείωση των στερεοτυπιών. Βασίζεται σε τεχνικές όπως
η συστηματική απευαισθητοποίηση, ο περιβαλλοντικός εμπλουτισμός, η θετική ενίσχυση εναλλακτικών συμπεριφορών και η αρνητική ενίσχυση των «προβληματικών» συμπεριφορών. Η θεραπεία
περιβάλλοντος, σε συνδυασμό με την εργοθεραπεία, στοχεύει στη διαμόρφωση ενός κατάλληλου
περιβάλλοντος μέσα στο οποίο το άτομο θα ανακτήσει τη λειτουργικότητά του. Η θεραπεία οικογένειας έχει ως στόχο τη σωστή ενημέρωση των συγγενών του ατόμου σχετικά με τις στερεοτυπίες. Η
υποστηρικτική ψυχοθεραπεία εστιάζεται στα τρέχοντα προβλήματα της ζωής του ασθενούς. Η γνωσιακή ψυχοθεραπεία έχει ως στόχο τη διόρθωση των δυσπροσαρμοστικών σκέψεων του ατόμου.
Τέλος, η ψυχοδυναμική ψυχοθεραπεία εστιάζεται στην αποκατάσταση ή ενίσχυση των αμυντικών
μηχανισμών του ατόμου. Η έρευνα στο πεδίο των ψυχοθεραπευτικών παρεμβάσεων στις στερεοτυπίες είναι ελλιπής. Θα ήταν σκόπιμο να σχεδιαστούν έρευνες για να μελετήσουν περισσότερο το
θέμα των θεραπευτικών παρεμβάσεων σε αυτές.
Λέξεις ευρετηρίου: Στερεοτυπίες, ψυχοθεραπείες, θεραπεία συμπεριφοράς
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
Ψυχοθεραπευτικες παρεμβασεις στις στερεοτυπιες
Εισαγωγή
Οι στερεοτυπίες ανήκουν στις διαταραχές της
ψυχοκινητικότητας και πιο συγκεκριμένα στις παρακινησίες, οι οποίες αφορούν σε ποικίλους τύπους
παράδοξων κινητικών εκδηλώσεων των ασθενών.
Χαρακτηρίζονται από επαναλαμβανόμενες κινήσεις,
χωρίς την εξυπηρέτηση κανενός εμφανούς σκοπού
υπό οποιεσδήποτε συνθήκες.1 Επιπλέον, ενδέχεται
να χαρακτηρίζονται και από επαναλαμβανόμενες
φράσεις2 ή ακόμη και από επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές (π.χ. ο ασθενής γράφει κάθε μέρα το
ίδιο γράμμα, ζωγραφίζει το ίδιο σχέδιο κ.ά.). 3 Πριν
αναφερθούμε στις ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις
στις στερεοτυπίες, είναι σκόπιμο να γίνει μια ανασκόπηση σχετικά με τις νοσηρές καταστάσεις στις
οποίες αυτές εντάσσονται και στις τεχνικές που ήδη
εφαρμόζονται στις διαταραχές αυτές.
Οι στερεοτυπίες, απλές και σύνθετες, συναντώνται κυρίως στις σχιζοφρενικές διαταραχές και
πιο συχνά στην κατατονική σχιζοφρένεια (π.χ. κύκλοι στον αέρα, λίκνισμα, στρατιωτικό βάδισμα).
Δευτερευόντως εμφανίζονται στις μείζονες διαταραχές της συναισθηματικής διάθεσης, περισσότερο
στη μείζονα κατάθλιψη (π.χ. ο ασθενής βηματίζει
πάνω-κάτω, τραβά τα μαλλιά του, το δέρμα του και
τα ρούχα του) ή στη μανία (π.χ. γέλωτες, στριφογύρισμα των χεριών), καθώς και στις γνωστικές διαταραχές (π.χ. επιλογή ακατάλληλων λανθασμένων λέξεων, βωμολοχία).1 Αξίζει να σημειωθεί ότι οι στερεο­
τυπίες συναντώνται επιπλέον και στις βαριά εκτεταμένες διαταραχές της ανάπτυξης, με πιο συχνή
την ειδική περίπτωση του αυτισμού (π.χ. συστροφή
των χεριών ή των δακτύλων, στερεότυπη χρήση της
γλώσσας), στη διαταραχή Gille de la Tourette (π.χ.
πολλαπλά κινητικά ή/και φωνητικά τικ) στη διαταραχή στερεοτυπικών κινήσεων (π.χ. ταλάντευση του
σώματος, χτύπημα του κεφαλιού, σκάλισμα του δέρματος), καθώς και στην περίπτωση της διανοητικής
καθυστέρησης (π.χ. φάγωμα νυχιών, στριφογύρισμα
των μαλλιών).4
Οι παρεμβάσεις που συνηθέστερα επιλέγονται για
την αντιμετώπιση των στερεοτυπιών κατά περίπτωση –καθώς όπως προαναφέρθηκε το κλινικό αυτό
σημείο μπορεί να εμφανιστεί στα πλαίσια πλήθους
149
διαταραχών– αφορούν σε σωματικού τύπου και ψυχοθεραπευτικού τύπου.
Οι σωματικές θεραπευτικές παρεμβάσεις περιλαμβάνουν κυρίως τη φαρμακοθεραπεία, ιδιαίτερα
τη χρήση αντιψυχωσικών φαρμάκων που σε κάποιες περιπτώσεις και για καλύτερα αποτελέσματα
μπορούν να συνδυαστούν επιτυχώς με τις βενζοδιαζεπίνες οι οποίες δρουν, κυρίως, κατασταλτικά.
Το είδος της φαρμακευτικής αγωγής που τελικά θα
εφαρμοστεί, θα εξαρτηθεί από την υποκείμενη πάθηση. Επιπλέον, στις σωματικές θεραπείες συμπεριλαμβάνεται και η ηλεκτροσπασμοθεραπεία (ECT), η
οποία ενδείκνυται κυρίως στην οξεία φάση ή όταν ο
ασθενής δεν απαντά στη φαρμακοθεραπεία.4
Οι ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις αφορούν καταρχήν στη θεραπεία συμπεριφοράς, η οποία αποτελεί μια θεραπευτική προσέγγιση που απευθύνεται σε ειδικά συμπτώματα ή προβλήματα συμπεριφοράς, όπως είναι οι στερεοτυπίες. Επιπλέον, περιλαμβάνουν τη θεραπεία περιβάλλοντος, η οποία
απευθύνεται στο περιβάλλον (π.χ. οι χώροι, η δομή
των ανθρώπινων διαντιδράσεων, η θεραπευτική
φιλοσοφία κ.ά.) μέσα στο οποίο γίνεται η φροντίδα
του ατόμου. Η θεραπεία περιβάλλοντος μπορεί να
συνδυαστεί επιτυχώς με την εργοθεραπεία που είναι
απαραίτητο συμπλήρωμα στα πλαίσια μιας γενικότερης προσπάθειας αποκατάστασης του ασθενούς.
Η θεραπεία οικογένειας αφορά κυρίως στην εκπαίδευση των συγγενών πάνω στους πρακτικούς τρόπους αντιμετώπισης των προβλημάτων του ασθενούς.4 Η υποστηρικτική ψυχοθεραπεία περιορίζεται,
τουλάχιστον κατά τα πρώτα στάδια, στα τρέχοντα
προβλήματα της ζωής του ασθενούς. 3 Η υποστηρικτική ψυχοθεραπεία προσφέρει ανακούφιση στον
ασθενή που βρίσκεται σε μια κατάσταση σωματικής
νόσου, εσωτερικής αναταραχής ή αποδιοργάνωσης.
Έχει ως σκοπό την ανακούφιση του άγχους και την
ενίσχυση των αμυντικών μηχανισμών του ατόμου.
Η γνωσιακή ψυχοθεραπεία στοχεύει στη διόρθωση των δυσλειτουργικών γνωσιακών σχημάτων του
ασθενούς αλλά και των συνεπειών αυτού του αρνητικού τρόπου σκέψης. Η υποστηρικτική ψυχοθεραπεία μπορεί να συνδυαστεί επιτυχώς με τη θεραπεία
συμπεριφοράς αλλά και με τη γνωσιακή ψυχοθεραπεία. Τέλος, η ψυχοδυναμική ψυχοθεραπεία μπορεί
150
Ε. ΚΑΛΟΥΔΗ και συν
να εφαρμοστεί σε ένα δεύτερο χρόνο, όταν το άτομο είναι κινητοποιημένο για αλλαγή, και στοχεύει
στην αποκατάσταση των αμυντικών μηχανισμών
και στην ανασυγκρότηση του Εγώ του.4
Σκοπός και μεθοδολογία
Στην εισαγωγή έγινε μια προσπάθεια αναφοράς
σε όλους τους θεραπευτικούς σχεδιασμούς οι οποίοι ενδέχεται να εφαρμοστούν για την αντιμετώπιση
των στερεοτυπιών. Ωστόσο, στη συνέχεια θα γίνει
επικέντρωση στις ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις,
αφού σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η παρουσίαση του τρόπου με τον οποίο οι συγκεκριμένες ψυχοθεραπευτικές τεχνικές συμβάλλουν στην
αντιμετώπιση της κλινικής αυτής κατάστασης.
Η μέθοδος που ακολουθήθηκε για την ανεύρεση
των άρθρων, πάνω στα οποία στηρίχτηκε η συγκεκριμένη εργασία, ήταν η αναζήτηση σε ιστοσελίδες
του διαδικτύου. Συγκεκριμένα, τα άρθρα, τα οποία
είναι σε γλώσσα αγγλοσαξονική, αναζητήθηκαν
στις ιστοσελίδες www.googlescholar.com, www.
pubmed.com, www.sciencedirect.com και www.
elsevier.com.
Οι λέξεις-κλειδιά (key words) που χρησιμοποιήσαμε για την ανεύρεση άρθρων σχετικών με τις ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις στις στερεοτυπίες είναι
οι εξής: stereotypy, psychotherapy. Εντοπίσαμε συνολικά 44 άρθρα, από τα οποία αξιοποιήσαμε και
μελετήσαμε εκτενέστερα τα 25 που ήταν απόλυτα
σχετικά με το θέμα της εργασίας.
Αποτελέσματα και συζήτηση
Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, μελετήσαμε
και αξιοποιήσαμε 25 άρθρα για τη συγκεκριμένη εργασία. Από αυτά τα 25 άρθρα, τα 12 αποτελούν περιγραφές περιπτώσεων (πίνακας 1), τα 7 θεωρητικές
εργασίες (πίνακας 2) και 5 αποτελούν ανασκοπήσεις
(πίνακας 3). Επιπλέον, συμπεριλαμβάνεται και μία
ερευνητική εργασία η οποία είναι επιδημιολογική
μελέτη των δεδομένων για τα έτη 1993–2003 (40
παιδιά, 9 μηνών–17 ετών με κινητικές στερεοτυπίες).
Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλές μελέτες περιπτώσεων συμπεριλαμβάνονται στις ανασκοπήσεις. Από τα
υπόλοιπα 19 άρθρα, τα 16 δεν ήταν σχετικά με το
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
θέμα της εργασίας ενώ τα άλλα 3 δεν ήταν σε αγγλοσαξονική γλώσσα.
Η έρευνα στο πεδίο των στερεοτυπιών, αλλά και
γενικότερα των λεγομένων «προβληματικών» επαναλαμβανόμενων συμπεριφορών, είναι σχετικά ελλιπής και γι’ αυτόν τον λόγο η γνώση γι’ αυτού του είδους τα προβλήματα αλλά και για τη θεραπεία τους
δεν είναι επαρκής. Μια κοινή εξήγηση είναι ότι οι
στερεοτυπίες και οι άλλες ανάλογες επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές δεν θεωρούνται τόσο σοβαρές
όσο άλλες ψυχιατρικές καταστάσεις (π.χ. σχιζοφρένεια ή μείζων κατάθλιψη), στις οποίες οι «προβληματικές» επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές μπορεί
να αντιμετωπίζονται ως δευτερεύοντα συμπτώματα.
Πιθανότατα αυτό να είναι αλήθεια αλλά υπάρχουν
σαφείς ενδείξεις ότι, για κάποια άτομα, τα προβλήματα που προκύπτουν από αυτές τις συμπεριφορές
μπορούν να προκαλέσουν μια σειρά από σωματικές
και ψυχολογικές συνέπειες.5 Επιπλέον, οι στερεοτυπίες μπορεί να είναι πρωτογενείς ή δευτερογενείς,
κάτι που εξαρτάται αφενός και από τα άλλα συνοδά
συμπτώματα6 και αφετέρου από την έκπτωση της
λειτουργικότητας που ενδέχεται να επιφέρουν.7 Η
παρούσα εργασία, όπως προαναφέρθηκε, εστιάζεται στις ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις οι οποίες
περιγράφονται αναλυτικά παρακάτω.
Αρχικά, η θεραπεία συμπεριφοράς θεωρείται η
πιο αποτελεσματική ψυχοθεραπευτική παρέμβαση,
όσον αφορά στην αντιμετώπιση των στερεοτυπιών. Συνολικά θα λέγαμε ότι τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος της βιβλιογραφίας, σχετικά με τη
θεραπεία συμπεριφοράς, προτείνει ότι πολλά είδη
στερεοτυπιών τροφοδοτούνται από μια «αυτόματη» ή ασυνείδητη θετική ενίσχυση, η οποία κινείται παράλληλα με τον αποκλεισμό άλλων ενεργών
λειτουργιών (π.χ. κοινωνική ενίσχυση). Η ερμηνεία
της «αυτόματης» ή ασυνείδητης θετικής ενίσχυσης
στηρίζεται σε μελέτες, οι οποίες έχουν αποδείξει
ότι: (α) η επιμονή των στερεοτυπιών εμφανίζεται
παράλληλα με την απουσία κοινωνικών συνεπειών,
(β) οι στερεοτυπίες εξασθενούν, όταν υπάρχουν
εναλλακτικές πηγές «αυτόματης» ενίσχυσης (μέσω,
για παράδειγμα, περιβαλλοντικής υποστήριξης), (γ)
παρατηρείται μείωση των στερεοτυπιών, όταν τα
παράγωγα της αντίστοιχης συμπεριφοράς μπλοκά-
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
Ψυχοθεραπευτικες παρεμβασεις στις στερεοτυπιες
151
Πίνακας 1. Ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις στις στερεοτυπίες: περιγραφές περιπτώσεων.
Συγγραφέας
Αριθμός περιπτώσεων
και είδος παρέμβασης
Αξιολόγηση-Αποτελέσματα
Rapp et al (2004)9
Περιγραφή περίπτωσης
Ανάδειξη του σύνθετου χαρακτήρα της
Τρία πειράματα πραγματοποιήθηκαν σε 5
αξιολόγησης όσον αφορά στην αποτεπαιδιά με αυτισμό ή σχετικές αναπτυξι- λεσματικότητα των παρεμβάσεων στις
ακές δυσκολίες
στερεοτυπίες
O΄Sullivan et al (1997)10
Περιγραφή περίπτωσης
Ανάδειξη του σύνθετου φαινομένου της
τριχοτιλλομανίας όσον αφορά στις ψυχοΑξιολόγηση συγκεκριμένης περίπτωσης
μέσω παρατήρησης και συνεντεύξεων
λογικές και βιολογικές παραμέτρους
του
Murphy et al (2000)11
Περιγραφή περίπτωσης
Ανάδειξη της επιθετικής συμπεριφοράς
Αξιολόγηση συγκεκριμένης περίπτωσης
ως «απάντησης» στην άρση των στερεο­
μέσω παρατήρησης και συνεντεύξεων
τυπιών
Borrero et al (2002)12
Αξιολόγηση του προστατευτικού περιβάλΠεριγραφή περίπτωσης
Πειραματικές παρεμβάσεις που διήρκη- λοντος στις στερεοτυπίες με αυτοκατασαν πέντε ημέρες σε 2 παιδιά με νοητική
στροφικό χαρακτήρα
υστέρηση και σύνδρομο Down
Loftin et al (2008)13
Περιγραφή περιπτώσεων
Αξιολόγηση της σχέσης της κοινωνικής
Αξιολόγηση 3 παιδιών με αυτισμό μέσω
αλληλεπίδρασης με τις κινητικές στερεο­
παρατήρησης και συνεντεύξεων
τυπίες
Deckersbach et al
(2002)16
Αξιολόγηση της γνωσιακής-συμπεριφοΠεριγραφή περιπτώσεων
ρικής θεραπείας των στερεοτυπιών με
Αξιολόγηση 3 περιπτώσεων με σοβαρά
αυτοκαταστροφική συμπεριφορά μέσω
αυτοκαταστροφικό περιεχόμενο
παρατήρησης και συνεντεύξεων
Shore et al (1997)18
Περιγραφή περιπτώσεων
Αξιολόγηση του ενισχυτικού περιβάλλοντος όσον αφορά στην άρση των στεΤρία πειράματα πραγματοποιήθηκαν σε 3
άτομα με αναπτυξιακές δυσκολίες
ρεοτυπιών με αυτοκαταστροφικό χαρακτήρα
Kennedy et al (2000)24
Περιγραφή περιπτώσεων
Ανάδειξη της σύνθετης λειτουργίας των
Δύο πειράματα/ασκήσεις πραγματοποιή- στερεοτυπιών στα παιδιά με αυτισμό
θηκαν σε 5 παιδιά με αυτισμό
καθώς και προτάσεις για θεραπεία
Fisher et al (1998)25
Περιγραφή περιπτώσεων
Ανάδειξη του ρόλου του ενισχυτικού περιβάλλοντος στη θεραπεία των στερεοτυΤρία πειράματα πραγματοποιήθηκαν σε 2
άτομα με νοητική υστέρηση
πιών
Smith et al (2002)26
Περιγραφή περιπτώσεων
Ανάδειξη της σημασίας των περιβαλλοντικών παραμέτρων στην εκδήλωση διαταΠραγματοποιήθηκε σειρά πειραματικών
παρεμβάσεων σε 4 άτομα με αναπτυξι- ραχών συμπεριφοράς
ακές δυσκολίες
Thompson et al (2001)27
Περιγραφή περιπτώσεων
Ανάδειξη του ρόλου της προσοχής ως
σημαντικής συνθήκης για διαταραχές
Πραγματοποιήθηκε σειρά πειραματικών
παρεμβάσεων σε 27 ενήλικες (30–57
συμπεριφοράς αλλά και του θυμού ως
ετών) με αναπτυξιακές δυσκολίες
μέσου κοινωνικής αλληλεπίδρασης
Vollmer et al (2001)28
Περιγραφή περιπτώσεων
Αξιολόγηση πιθανών δυνατοτήτων ατόμων
με σοβαρές διαταραχές συμπεριφοράς
Πραγματοποιήθηκε σειρά πειραματικών
παρεμβάσεων σε 11 άτομα με αναπτυξιακές δυσκολίες
152
Ε. ΚΑΛΟΥΔΗ και συν
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
Πίνακας 2. Ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις στις στερεοτυπίες: θεωρητικές εργασίες.
Πίνακας 3. Ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις στις στερεοτυπίες: ανασκοπήσεις.
Συγγραφέας
Συγγραφέας
Αριθμός περι­
πτώσεων και
χρονική περί­
οδος μελέτης
Rapp et al
(2005)8
(n=81)
(1963–2004)
Συμπεριφορική
θεραπεία των στερεοτυπιών
Favazza
(1998)14
(n=73)
(1946–1997)
Στερεοτυπίες με
αυτοκαταστροφικό
περιεχόμενο
Lancioni et al
(2009)17
(n=82)
(1995–2007)
Συμπεριφορικές
στρατηγικές
παρέμβασης στις
στερεοτυπίες ατόμων με διανοητικές διαταραχές
Matson et al
(2008)20
(n=95)
(1974–2007)
Συμπεριφορικές
παρεμβάσεις στις
στερεοτυπίες με
αυτοκαταστροφικό
περιεχόμενο ατόμων με διαταραχές του αυτιστικού
φάσματος
Lancioni et al
(2005)21
(n=87)
(1983–2004)
Παρεμβάσεις για τη
βελτίωση της διάθεσης ατόμων με
σοβαρές αναπτυξιακές διαταραχές
Αποτελέσματα
Woods et al (2001)
Singer (2009)
5
6
Παρουσίαση των κινητικών στερεοτυπιών
Shprecher et al
(2009)7
Walsh et al (1988)
Richman (2008)19
Παρουσίαση των τύπων συμπεριφορικών παρεμβάσεων που
εφαρμόζονται για την αντιμετώπιση των στερεοτυπιών
Σύντομη αναφορά στις φαρμακευτικές και μη παρεμβάσεις
για την αντιμετώπιση των στερεοτυπιών
15
Ανασκόπηση του φαινομένου
των στερεοτυπιών με αυτοκαταστροφικό περιεχόμενο
Ανάδειξη της σημασίας της
πρώιμης παρέμβασης στις
στερεοτυπίες με αυτοκαταστροφικό περιεχόμενο παιδιών
με αναπτυξιακές δυσκολίες
Lenker et al
(2004)22
Αξιολόγηση της τεχνολογικής
ενίσχυσης των συμπεριφορικών παρεμβάσεων στις στερεοτυπίες
Scherer et al
(2005)23
Ανάδειξη της σημασίας των
προσωπικών και ψυχοκοινω­
νικών παραμέτρων όσων αφορά στην τεχνολογική ενίσχυση
των συμπεριφορικών παρεμβάσεων στις στερεοτυπίες
ρονται ή εξασθενούν, (δ) παρατηρείται αύξηση της
εναλλακτικής συμπεριφοράς, όταν η προσέγγιση
των στερεοτυπιών γίνεται ακριβώς στη βάση της
ενίσχυσης αυτής της εναλλακτικής συμπεριφοράς
και (ε) εμφανίζονται τακτικές αλλαγές στα επίπεδα
των στερεοτυπιών, όταν υπάρχουν προηγούμενοι
περιορισμοί τους (π.χ. αλλαγή στους εγκατεστημένους χειρισμούς). 8 Παρομοίως, μελέτες έχουν
δείξει ότι παρεμβάσεις όπως η συστηματική απευαισθητοποίηση, ο περιβαλλοντικός εμπλουτισμός,
η θετική ενίσχυση εναλλακτικών συμπεριφορών,
μέσω της ανταμοιβής, και η αρνητική ενίσχυση των
«προβληματικών» συμπεριφορών, μέσω της τιμωρίας, έχουν αποδειχτεί ιδιαίτερα αποτελεσματικές
για τη μείωση και εξασθένιση των στερεοτυπιών.7
Είδος παρέμβασηςαξιολόγηση
Όσον αφορά στην ενίσχυση εναλλακτικών συμπεριφορών, έχει πρόσφατα αποδειχτεί ότι αύξηση σε
μια απάντηση συχνά συνοδεύεται από μείωση σε
μια άλλη απάντηση ή ακόμη και από εξασθένιση σε
μια τρίτη απάντηση.9 Ο συνδυασμός της ενίσχυσης
εναλλακτικών συμπεριφορών με παράλληλη αλλαγή συνηθειών έχει ακόμη καλύτερα αποτελέσματα.6
Επιπλέον, η αλλαγή συνηθειών μπορεί να συνδυαστεί επιτυχώς και με την ύπνωση.10 Αυτό που θα πρέπει να σημειώσουμε είναι ότι η αρνητική ενίσχυση
των στερεοτυπιών και η προσπάθεια εξασθένισής
τους θα πρέπει να γίνεται σε κάθε περίπτωση με μεγάλη προσοχή, καθώς έρευνες έχουν δείξει πως όχι
σπάνια η μείωσή τους συνοδεύεται από αύξηση της
επιθετικότητας και της ευερεθιστότητας των ατόμων που τις εμφανίζουν.11 Στο σημείο αυτό αξίζει να
αναφερθεί ότι 6 από τα 25 άρθρα που εντοπίσθηκαν,
αναφέρονται σε θεραπείες συμπεριφοράς.6–11 Τα 3
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
Ψυχοθεραπευτικες παρεμβασεις στις στερεοτυπιες
από αυτά αφορούν σε περιγραφές περιπτώσεων, με
αυτισμό ή σχετικές αναπτυξιακές δυσκολίες και επιθετική συμπεριφορά, και αναδεικνύουν το σύνθετο
χαρακτήρα της αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας των συμπεριφορικών παρεμβάσεων.9–11 Τα 2
από αυτά αποτελούν θεωρητικές εργασίες, οι οποίες
παρουσιάζουν τις κινητικές στερεοτυπίες αλλά και
τις φαρμακευτικές και μη παρεμβάσεις για την αντιμετώπισή τους.6,7 Άλλη μία εργασία συμπεριλαμβάνεται, η οποία είναι ανασκόπηση και αναλυτική
περιγραφή όλων των τύπων των συμπεριφορικών
παρεμβάσεων που αναφέρονται σε 81 εργασίες.8
Η θεραπεία περιβάλλοντος μπορεί επίσης να είναι αρκετά αποτελεσματική για την αντιμετώπιση
των στερεοτυπιών. Η συγκεκριμένη θεραπευτική
παρέμβαση επιτελείται, όπως προαναφέρθηκε, στο
περιβάλλον μέσα στο οποίο γίνεται η φροντίδα του
ατόμου και μπορεί να συνδυαστεί επιτυχώς με την
εργοθεραπεία στα πλαίσια μιας γενικότερης προσπάθειας αποκατάστασής του.4 Αρχικά, είναι πολύ
σημαντικό ο ασθενής να συνεργαστεί σε ένα πλάνο
φροντίδας του εαυτού του, μέσα από εκπαίδευση
σε ασκήσεις όπως είναι το γράψιμο σε ημερολόγιο
και η συζήτηση με τους ανθρώπους που το φροντίζουν. Ακόμη, είναι σημαντικό το άτομο να αναγνωρίζει πότε είναι απαραίτητος ο περιορισμός του
και η λήψη φαρμακευτικής αγωγής, έτσι ώστε να
μπορεί να προστατεύει τη σωματική του ακεραιότητα. Όσον αφορά στην προστασία της σωματικής
ακεραιότητας του ασθενούς, απαραίτητη είναι και
η κατάλληλη διαμόρφωση του περιβάλλοντός του
(π.χ. κάλυψη σκληρών επιφανειών για τα άτομα που
χτυπούν το κεφάλι τους). Στα πλαίσια της θεραπείας περιβάλλοντος του ασθενούς, τοποθετείται και η
εκπαίδευση των ανθρώπων που ανήκουν σε αυτό. Η
εκπαίδευση αυτή αφορά σε ενημέρωση σχετικά με
το τι ακριβώς είναι οι στερεοτυπίες και ποιες συνέπειες μπορεί να έχουν, έτσι ώστε να μην υπάρχει λάθος πληροφόρηση.7 Επιπλέον, με αυτόν τον τρόπο
μπορούμε να επιτύχουμε και την εξασφάλιση ενός
περιβάλλοντος που θα είναι ασφαλές για τη σωματική αλλά και ψυχική ακεραιότητα του ασθενούς.12
Όσον αφορά στην εκπαίδευση των ατόμων του περιβάλλοντος, τη μεγαλύτερη βαρύτητα έχει η εκπαίδευση της οικογένειας για την οποία θα μιλήσουμε
πιο αναλυτικά παρακάτω. Αξίζει να σημειωθεί ότι
153
τα άτομα που εμφανίζουν στερεοτυπίες αρκετές
φορές εμφανίζουν δυσκολίες και στην κοινωνική
συναλλαγή. Γι’ αυτόν τον λόγο, είναι απαραίτητη η
εκπαίδευση σε κοινωνικές δεξιότητες, η οποία θα
οδηγήσει σε μείωση και εξασθένιση των προβλημάτων συμπεριφοράς. Επιπλέον, η βελτίωση στην
κοινωνική συναλλαγή, σε συνδυασμό και με όλες τις
άλλες παραμέτρους της θεραπείας περιβάλλοντος
που προαναφέρθηκαν, συμβάλλει και στην επαγγελματική αποκατάσταση του ασθενούς.13 Επειδή η
θεραπεία των ασθενών μπορεί να διαρκέσει πολλά
χρόνια, με πιθανότατες υποτροπές και κρίσεις, είναι
μη ρεαλιστικό να περιμένουμε από έναν θεραπευτή
να συντονίζει τα πάντα. Γι’ αυτόν τον λόγο είναι απαραίτητο εκτός από τον ψυχίατρο, ο οποίος είναι και
ο κύριος συντονιστής της θεραπείας του ασθενούς
και δεν πρέπει να αλλάζει κατά τη διάρκειά της, να
υπάρχει και ένας ψυχοθεραπευτής που θα συμβάλλει στη γενικότερη υποστήριξη του ατόμου.14 Αξίζει
να τονίσουμε ότι 4 από τα 25 άρθρα που εντοπίσθηκαν, αναφέρονται στη θεραπεία περιβάλλοντος και
την εργοθεραπεία.7,12–14 Τα 2 από αυτά αφορούν σε
περιγραφές περιπτώσεων με νοητική υστέρηση ή
σύνδρομο Down και αυτισμό, και αναδεικνύουν τη
σημασία του προστατευτικού περιβάλλοντος στις
στερεοτυπίες με αυτοκαταστροφικό περιεχόμενο
αλλά και τη σχέση της κοινωνικής αλληλεπίδρασης
με τις κινητικές στερεοτυπίες.12,13 Μία εργασία είναι
θεωρητική και παρουσιάζει φαρμακευτικές και μη
παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση των στερεοτυπιών και η οποία αξιοποιήθηκε και για τη μελέτη της
θεραπείας συμπεριφοράς.7 Υπάρχει άλλη μία εργασία, η οποία είναι εκτενής ανασκόπηση του φαινομένου των στερεοτυπιών με αυτοκαταστροφικό
περιεχόμενο.14
Η θεραπεία οικογένειας ουσιαστικά ανήκει στη γενικότερη εκπαίδευση του περιβάλλοντος του ασθενούς. Εντούτοις, αποτελεί ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον
ξεχωριστό κεφάλαιο για το οποίο θα μιλήσουμε στη
συνέχεια. Η συγκεκριμένη θεραπευτική παρέμβαση εστιάζεται κυρίως, όπως προαναφέρθηκε, στην
εκπαίδευση των συγγενών πάνω στους πρακτικούς
τρόπους αντιμετώπισης των προβλημάτων του
ασθενούς.4 Ο ειδικός θα πρέπει αρχικά να ενημερώσει την οικογένεια για το τι είναι οι στερεοτυπίες,
για τους παράγοντες που μπορεί να συμβάλλουν
154
Ε. ΚΑΛΟΥΔΗ και συν
στην εμφάνισή τους (γενετικοί, νευροχημικοί κ.ά.)
αλλά και για τις συνέπειες που μπορεί να προκαλέσουν. Ωστόσο, η έμφαση θα πρέπει να δοθεί στο
γεγονός ότι οι στερεοτυπίες δεν αποτελούν, απαραίτητα, ενδείξεις ψυχολογικής ή συναισθηματικής
ασθένειας, κάτι που αποτελεί μια κοινή λανθασμένη
αντίληψη. Αξίζει να σημειωθεί, ότι οι συγγενείς των
ατόμων που εμφανίζουν στερεοτυπίες, πολύ συχνά
νιώθουν ένοχοι όταν ενημερώνονται για την πιθανή
συμμετοχή γενετικών παραγόντων στην εμφάνισή
τους και γι’ αυτόν τον λόγο ο ειδικός θα πρέπει να
εστιαστεί σε μια προσπάθεια απενοχοποίησής τους.
Επιπλέον, είναι πολύ σημαντικό ο ειδικός να ενημερώσει τους συγγενείς ότι η πορεία των στερεοτυπιών είναι αβέβαιη και μπορεί να εμφανίζονται μέσα
στον χρόνο με υφέσεις και εξάρσεις. Η πιο σημαντική, όμως, «αποστολή» του ειδικού είναι να δημιουργήσει ένα κατάλληλο οικογενειακό περιβάλλον
μέσα στο οποίο ο ασθενής θα μπορεί άνετα να εκφράζει αυτά που τον απασχολούν και που του προκαλούν δυσφορία.7 Έρευνες έχουν δείξει ότι όταν η
ενημέρωση της οικογένειας είναι σωστή, η θεραπεία των στερεοτυπιών επιτυγχάνεται πιο εύκολα.14
Σχετικά με τη θεραπεία οικογένειας, αξιοποιήθηκαν
2 άρθρα από τα 25 και τα οποία μελετήθηκαν και
παραπάνω.7,14 Το ένα είναι μια σύντομη αναφορά
στις φαρμακευτικές και μη παρεμβάσεις που εφαρμόζονται για την αντιμετώπιση των στερεοτυπιών,7
ενώ το άλλο είναι μια ανασκόπηση 73 εργασιών
σχετικών με το φαινόμενο των στερεοτυπιών με αυτοκαταστροφικό περιεχόμενο.14
Τέλος, στην αντιμετώπιση των στερεοτυπιών σημαντικό ρόλο παίζει και η ψυχοθεραπεία η οποία,
όπως προαναφέρθηκε, είναι αρχικά τουλάχιστον
υποστηρικτική και εστιάζεται στα τρέχοντα προβλήματα της ζωής του ασθενούς. 3 Πρώτο μέλημα
του ψυχοθεραπευτή είναι να συγκεντρώσει όσες περισσότερες πληροφορίες μπορεί για τα συμπτώματα τα οποία προκαλούν έκπτωση της λειτουργικότητας του ατόμου. Αυτό που πρέπει να τονίσουμε σε
αυτό το σημείο είναι ότι οι πληροφορίες, σχετικά με
τη δυσφορία που προκαλούν τα συμπτώματα στον
ασθενή, θα πρέπει να προέρχονται κυρίως από τον
ίδιο και όχι μόνο από το περιβάλλον του στο οποίο
το άτομο μπορεί να φαίνεται απλώς «ενοχλητικό».
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
Ακριβώς επειδή οι ψυχολογικοί παράγοντες μπορεί
να επιδεινώνουν τα συμπτώματα, είναι απαραίτητο
ο ειδικός να προσπαθήσει, με εκπαιδευτικές και ψυχολογικές παρεμβάσεις, να μειώσει τα συμπτώματα
αυτά σε ένα ανεκτό επίπεδο βαρύτητας.7 Η υποστηρικτική ψυχοθεραπεία μπορεί να συνδυαστεί επιτυχώς και με τη γνωσιακή ψυχοθεραπεία, στόχος της
οποίας είναι η διόρθωση των δυσπροσαρμοστικών
σκέψεων του ατόμου όπως «οι στερεοτυπίες είναι
αποδεκτές», «μέσω των στερεοτυπιών θα διώξω τα
δυσάρεστα συναισθήματά μου» ή «μόνο μέσω των
στερεοτυπιών οι άλλοι άνθρωποι θα καταλάβουν
ότι υποφέρω».15 Γενικά, σύμφωνα με αρκετές μελέτες η γνωσιακή ψυχοθεραπεία, ιδιαίτερα σε συνδυασμό με τη θεραπεία συμπεριφοράς, είναι μια πολλά υποσχόμενη θεραπεία για την αντιμετώπιση των
στερεοτυπιών και γενικότερα των «προβληματικών»
επαναλαμβανόμενων συμπεριφορών. Από τη μία
η γνωσιακή θεραπεία στοχεύει στη διόρθωση των
δυσλειτουργικών γνωσιακών σχημάτων του ατόμου
και από την άλλη η θεραπεία συμπεριφοράς στοχεύει στη διόρθωση των συνεπειών του αρνητικού τρόπου σκέψης στην καθημερινή ζωή. Παρόλ' αυτά, θα
ήταν καλό να υπάρξουν περαιτέρω έρευνες σχετικά
με την αποτελεσματικότητά της και, πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά στους παράγοντες που μπορούν να
επηρεάσουν την αποτελεσματικότητα αυτή (π.χ. ο
τύπος της στερεοτυπίας, η χρονιότητά της, άλλα συνοδά συμπτώματα κ.ά.).16 Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε ότι και η ψυχοδυναμική ψυχοθεραπεία μπορεί να
εφαρμοστεί στην περίπτωση των ατόμων που εμφανίζουν στερεοτυπίες αλλά σε μεταγενέστερο χρόνο,
όταν το άτομο θα μπορεί να σκεφτεί ψυχολογικά και
θα είναι κινητοποιημένο για αλλαγή. Στόχος της ψυχοδυναμικής ψυχοθεραπείας είναι η αποκατάσταση
ή ενίσχυση των αμυντικών μηχανισμών του Εγώ που
έχουν διαταραχθεί. Οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται στη συγκεκριμένη θεραπεία είναι η θεραπευτική συμμαχία, η εκπαίδευση, η θετική ενίσχυση, οι
συμβουλές και οι προτάσεις, η οριοθέτηση, η έμφαση στα δυνατά σημεία του ατόμου και η παρέμβαση στο περιβάλλον.14 Τα άρθρα που εντοπίσθηκαν
σχετικά με τη μελέτη των τύπων της ψυχοθεραπείας
που εφαρμόζονται για την αντιμετώπιση των στερεοτυπιών ήταν τέσσερα.7,14–16 Σε ένα υπάρχει περι-
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
Ψυχοθεραπευτικες παρεμβασεις στις στερεοτυπιες
γραφή περιπτώσεων με σοβαρά αυτοκαταστροφική
συμπεριφορά και τονίζει την αποτελεσματικότητα
της γνωσιακής-συμπεριφορικής θεραπείας στην
αντιμετώπιση του συγκεκριμένου τύπου στερεοτυπιών.16 Τα δύο από τα άρθρα αποτελούν θεωρητικές
εργασίες που αναφέρονται εκτενώς στη θεραπεία
των στερεοτυπιών (ιδιαίτερα αυτών με αυτοκαταστροφικό χαρακτήρα)7,15 και ένα αποτελεί, όπως έχει
προαναφερθεί, ανασκόπηση εργασιών σχετικών με
το φαινόμενο των στερεοτυπιών δίνοντας έμφαση
σε όλες τις παραμέτρους του.14
Συμπεράσματα
Η έρευνα στον τομέα των ψυχοθεραπευτικών παρεμβάσεων στις στερεοτυπίες αλλά και γενικότερα
στο πεδίο των στερεοτυπιών δεν έχει αναπτυχθεί
αρκετά. Γι’ αυτόν τον λόγο, δε γνωρίζουμε αρκετά
σχετικά με τις θεραπευτικές παρεμβάσεις σε αυτές
τις καταστάσεις. Θα προσπαθήσουμε, λοιπόν, στο
σημείο αυτό να τονίσουμε κάποια σημεία τα οποία
κρίνουμε ότι χρειάζονται περαιτέρω διερεύνηση.
Αρχικά, θα πρέπει να τονίσουμε ότι όλες οι ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις μπορεί να έχουν από
ελάχιστη έως μεγάλη αποτελεσματικότητα. Ωστόσο,
αξίζει να αναφερθεί ότι η αποτελεσματικότητα αυτή
θα πρέπει να αξιολογηθεί με βάση τον βαθμό απόδοσής της, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα,17 αλλά και σε συνάρτηση με τη βαρύτητα των στερεοτυπιών και τη λειτουργικότητα των
ατόμων που τις εμφανίζουν.18–20
Επιπροσθέτως, αξίζει να τονίσουμε ότι οι θεραπευτικές τεχνικές που στοχεύουν στην αντιμετώπιση των στερεοτυπιών θα πρέπει να εστιάζονται
ακριβώς στην αντικατάσταση των δυσπροσαρμοστικών συμπεριφορών με άλλες πιο προσαρμοστικές. Όχι σπάνια, αλλαγή της «προβληματικής» συμπεριφοράς δε συνοδεύεται από παράλληλη θετική
ενίσχυση μιας άλλης «φυσιολογικής» συμπεριφοράς
με αρνητικά για τη συναισθηματική διάθεση του
ατόμου αποτελέσματα (π.χ. ευερεθιστότητα, κακή
διάθεση κ.ά.).21
Ακόμη, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι σύμφωνα με
μελέτες το προσωπικό που αναλαμβάνει τη θεραπεία των ασθενών με στερεοτυπίες προτιμά πολλές
155
φορές να εφαρμόζει περιορισμούς ή φαρμακοθεραπεία, χωρίς προηγουμένως να έχει δοκιμάσει κάποια
άλλη παρέμβαση, επειδή αυτές οι λύσεις θεωρούνται πιο «διαχειρίσιμες».22,23
Επιπλέον, οι μελλοντικές έρευνες θα ήταν σκόπιμο να μελετήσουν περισσότερο τον ρόλο που διαδραματίζει η κοινωνική ενίσχυση, θετική και αρνητική, στην εμφάνιση, την επιδείνωση ή τη θεραπεία
των στερεοτυπιών, καθώς υπάρχουν περιορισμένα
ερευνητικά δεδομένα σχετικά με αυτό το θέμα. 24
Πιο συγκεκριμένα, θα ήταν χρήσιμο να μελετηθεί
κατά πόσον οι κοινωνικά επιθυμητές συμπεριφορές
που μας έχουν διδαχτεί, μπορούν να επηρεάσουν
το άτομο όταν πρέπει να «διαλέξει» ανάμεσα σε μια
τέτοια κοινωνικά επιθυμητή συμπεριφορά και σε
μια στερεοτυπία.25
Τέλος, αξίζει στο μέλλον να δοθεί ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα στις αιτίες εμφάνισης των στερεοτυπιών αλλά και στις αιτίες που κάποιες από αυτές γίνονται καταστροφικές.26 Επιπλέον, θα ήταν χρήσιμο
να υπάρξει περισσότερη έρευνα όσον αφορά στην
αναγνώριση πρόδρομων «προβληματικών» συμπεριφορών. 27,28 Με αυτόν τον τρόπο, θα μπορούσαν
οι στερεοτυπίες να τοποθετηθούν σαφέστερα στον
τομέα της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, με σκοπό την
έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπισή τους.29
Ως περιορισμούς της συγκεκριμένης εργασίας, θα
μπορούσαμε να αναφέρουμε τους εξής:
• Όλα τα άρθρα που τελικά μελετήσαμε και αξιοποιήσαμε στη συγκεκριμένη εργασία είναι σε γλώσσα
αγγλοσαξονική. Πιθανότατα, ο εμπλουτισμός της
βιβλιογραφίας και με άρθρα από την ευρύτερη διεθνή βιβλιογραφία να οδηγούσε σε ασφαλέστερα
συμπεράσματα.
• Ά λλοι περιορισμοί αφορούν τα μεθοδολογικά και
δεοντολογικά προβλήματα κάποιων εργασιών
στις οποίες στηρίχτηκε η συγκεκριμένη μελέτη,
όπως για παράδειγμα το είδος των πειραματικών
παρεμβάσεων που εφαρμόστηκαν σε κάποιες περιγραφές περιπτώσεων.
• Τέλος, αξίζει να αναφερθεί ο μικρός αριθμός ερευνητικών εργασιών, καθώς οι περισσότερες εργασίες
οι οποίες αξιοποιήθηκαν για την παρούσα μελέτη
αφορούν σε περιγραφές περιπτώσεων, θεωρητικές
εργασίες και ανασκοπήσεις.
156
Ε. ΚΑΛΟΥΔΗ και συν
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
Psychotherapeutic interventions in stereotypies
Ε. Kaloudi, C. Christodoulou, V. Kontaxakis, L. Lykouras, Μ. Livaditis
Department of Psychiatry, Democritus University of Thrace,
2nd Department of Psychiatry, "ATTIKON" Univesity General Hospital, Athens, Greece
Psychiatriki 2011, 22:148–157
Stereotypies belong to the psychomotor disorders and they are found in many different disorders.
This article refers to the international literature about the psychotherapeutic interventions in
stereotypies and reviews the psychotherapeutic techniques that are already being used for these
disorders. This study refers to four kinds of psychotherapeutic treatment: (a) Behavioral therapy,
(b) Milieu therapy which can be combined successfully with an occupational therapy, (c) Family
therapy and (d) Supportive or cognitive or dynamic psychotherapy. The method used for finding
the articles for this review was the web research. The articles found were 44 in total, but only 25
were studied extensively since they were absolutely relative to the subject of this review. 12 of
these articles were case studies, 7 theoretical papers and 5 of them were reviews. The last one was a
research epidemiological study. According to most of the articles, behavioral therapy is considered
to be the most effective psychotherapeutic treatment for attenuating stereotypies and relies on
techniques like systematic desensitization, environmental enrichment, positive reinforcement
of alternative behaviors and negative reinforcement of the “problematic” behaviors. The milieu
therapy, combined with occupational therapy, endeavours to shape an appropriate environment
where the patient can recover. Family therapy focuses on fully informing the relatives about the
nature of stereotypies. Supportive psychotherapy focuses on the current problems in the patient’s
life. The cognitive psychotherapy tries to fix the dysfunctional thoughts of the patients. Finally, the
dynamic psychotherapy is focused on the restoration or reinforcement of the patient’s defensive
mechanisms. It should be noted that there is a lack of systematic research in the field of stereotypies
in general and, especially, regarding psychotherapeutic interventions.
Key words: Stereotypies, psychotherapy, behavioral therapy
Bιβλιογραφία
1. Ο
υλής Π. Εγχειρίδιο Κλινικής Ψυχοπαθολογίας. ΒΗΤΑ Ιατρικές
Εκδόσεις, 2006:37–38
2. Ζ
ερβής Χ. Ψυχοπαθολογία του ενήλικα. Ηλεκτρονικές Τέχνες,
Αθήνα, 2003:71
3. L
emperiere T, Feline A et al. Εγχειρίδιο Ψυχιατρικής Ενηλίκων
- Στοιχεία Κοινωνικής Ψυχιατρικής και Εφαρμογές της στην
Ελλάδα-Β΄ τόμος. Υπεύθυνος έκδοσης: Π. Σακελλαρόπουλος,
Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 1995:487–488, 504–505
4. Μ
άνος Ν. Βασικά στοιχεία κλινικής ψυχιατρικής. University
Studio Press, Θεσσαλονίκη, 1997:143, 151–153, 644, 800–802,
806, 809–812, 817–820, 822–823
5. W
oods DW, Miltenberger RG. Tic disorders, trichotillomania, and
other repetitive behavior disorders: Behavioral approaches to
analysis and treatment. Boston, Kluwer Academic, 2001
8. R
app JT, Vollmer TR. Stereotypy I. A review of behavioral
assessment and treatment. Res Development Disabilities 2005,
26:527–547
9. R
app JT, Vollmer TV, Dozier CL, Peter C, Cotnoir N. Analysis
of response allocation in individuals with multiple forms of
stereotyped behavior. J Αppl Βehav Αnal 2004, 37:481–501
10. O
΄Sullivan RL, Keuthen NJ, Christenson GA, Mansueto CS, Stein
DJ, Swedo SE. Trichotillomania: Behavioral symptom or clinical
syndrome?. Am J Psychiatry 1997, 154:1442–1449
11. M
urphy G, Macdonald S, Hall S, Oliver C. Aggression and the
termination of “rituals”: a new variant of the escape function for
challenging behavior? Res Dev Disabil 2000, 21:43–59
6. S
inger HS. Motor Stereotypies. Semin Pediatr Neurol 2009,
16:77–81
12. B
orrero JC, Vollmer TR, Wright CS, Lerman DC, Kelley ME.
Further evaluation of the role of protective equipment in the
functional analysis of self-injurious behavior. J Αppl Βehav Αnal
2002, 35:69–72
7. S
hprecher D, Kurlan R. The Management of Tics. Mov Disord
2009, 24:15–24
13. L
oftin RL, Odom SL, Lantz JF. Social Interaction and Repetitive
Motor Behaviors. J Autism Dev Disord 2008, 38:1124–1135
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
Ψυχοθεραπευτικες παρεμβασεις στις στερεοτυπιες
14. F
avazza AR. The Coming of Age of Self-Mutilation. J Nerv Ment
Dis 1998, 186:259–268
15. Walsh BW, Rosen P. Self-mutilation: Theory, research and
treatment. New York, Guilford, 1988
16. Deckersbach T, Wilhelm S, Keuthen NJ, Baer L, Jenike MA.
Cognitive-behavior therapy for self-injurious skin picking: a case
series. Behav Modific 2002, 26:361–377
17. Lancioni GE, Singh NN, O’Reilly MF, Sigafoos J. An overview
of behavioral strategies for reducing hand-related stereotypies
of persons with severe to profound intellectual and multiple
disabilities: 1995–2007. Res Development Disabil 2009, 30:20–
43
18. Shore BA, Iwata BA, DeLeon IG, Kahng S, Smith RG. An analysis
of reinforcer substitutability using object manipulation and selfinjury as competing responses. J Αppl Βehav Αnalysis 1997,
30:21–41
19. Richman DM. Early intervention and prevention of self-injurious
behaviour exhibited by young children with developmental
disabilities. J Intellectu Disabil Research 2008, 52:3–17
20. M
atson JL, LoVullo SV. A review of behavioral treatments for selfinjurious behaviors of persons with autism spectrum disorders.
Behav Modific 2008, 32:61–76
157
autism: Implications for assessment and treatment. J Αppl
Βehav Αnal 2000, 33:559–571
25. F
isher WW, Lindauer SE, Alterson CJ, Thompson RH.
Assessment and treatment of destructive behavior maintained
by stereotypic object manipulation. J Αppl Βehav Αnal 1998,
31:513–527
26. S
mith RG, Churchill RM. Identification of environmental
determinants of behavior disorders through functional analysis
of precursor behaviors. J Αppl Βehav Αnal 2002, 35:125–136
27. T
hompson RH, Iwata BA. A descriptive analysis of social
consequences following problem behavior. J Αppl Βehav Αnal
2001, 34:169–178
28. V
ollmer TR, Borrero JC, Wright CS, Van Camp C, Lalli JS.
Identifying possible contigencies during descriptive analyses
of severe behavior disorders. J Αppl Βehav Αnal 2001, 34:269–
287
29. M
ahone EM, Bridges D, Prahme C, Singer HS. Repetitive arm
and hand movements (complex motor stereotypies) in children.
J Pediatr 2004, 145:391–395
21. L
ancioni GE, Singh NN, O’Reilly MF, Oliva D, Basili G. An
overview of research on increasing indices of happiness of
people with severe/profound intellectual and multiple disabilities.
Disabil Rehabilit 2005, 27:83–93
22. L
enker JA, Paquet VL. A new conceptual model for assistive
technology outcomes research and practice. Assist Technol
2004, 16:1–10
23. S
cherer MJ, Sax C, Vanbiervliet A, Cushman LA, Scherer
JV. Predictors of assistive technology use: The importance
of personal and psychosocial factors. Disabil Rehabilit 2005,
27:1321–1331
24. K
ennedy CH, Meyer KM, Knowles T, Shukla S. Analyzing the
multiple functions of stereotypical behavior for students with
Αλληλογραφία: E. Καλούδη, Ψυχολόγος, Καλαβρύτων 23, Λόφος Αξιω­
ματικών, 121 36 Περιστέρι, Αθήνα, Τηλ: +30210–57 32 756, 6942–784
768
158
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
Ειδικό άρθρο
Special article
H κλινική έκπτωση της λειτουργικότητας
των παιδιών με Διαταραχή Ελλειματικής Προσοχής
και Υπερκινητικότητας:
Προβληματική διαγνωστικών κριτηρίων
Μ. Σκουντή, Α. Μπιτζαράκη
MBS College, Nottingham Trent University, Crete, Greece
Ιατροπαιδαγωγικό Κέντρο, Βενιζέλειο Γενικό Νοσοκομείο, Ηράκλειο, Κρήτη
Ψυχιατρική 2011, 22:158–163
Σ
τη διεθνή μελέτη της διαταραχής ελλειμματικής προσοχής-υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ),
πεδίο έντονων αντιπαραθέσεων μεταξύ των ερευνητών αποτελεί ο τρόπος υπολογισμού της κλινικής έκπτωσης της λειτουργικότητας του παιδιού, που είναι απαραίτητη
σύμφωνα με το DSM-IV για τη διάγνωση της διαταραχής. Οι οδηγίες του DSM-IV είναι
ασαφείς ως προς τον προσδιορισμό της, ενώ τα ερωτηματολόγια που εκτιμούν την κλινική έκπτωση είναι ελάχιστα στον αριθμό και χρησιμοποιούνται σπανίως στην κλινική πράξη. Ο μη
υπολογισμός της έκπτωσης της λειτουργικότητας στη διάγνωση της ΔΕΠΥ έχει σοβαρές κλινικές προεκτάσεις. Αδιευκρίνιστη παραμένει μέχρι σήμερα και η σχέση των συμπτωμάτων της
ΔΕΠΥ με την κλινική έκπτωση της λειτουργικότητας, καθώς πολλά παιδιά με σαφή συμπτωματολογία ΔΕΠΥ δεν παρουσιάζουν απαραίτητα έκπτωση στη λειτουργικότητά τους. Η επίδραση
των συμπτωμάτων στη λειτουργικότητα του ατόμου είναι πιο εμφανής στους ενήλικες με ΔΕΠΥ.
Ωστόσο, τα διαγνωστικά κριτήρια απαιτούν η λειτουργική έκπτωση εξαιτίας των συμπτωμάτων
να είναι παρούσα, όπως και τα συμπτώματα, πριν την ηλικία των επτά. Συμπερασματικά, είναι
απαραίτητος ο καθορισμός ενός λειτουργικού ορισμού της κλινικής έκπτωσης και ενός κοινά
αποδεκτού κριτηρίου για την αξιολόγησή της. Οι μελλοντικές κατευθύνσεις της έρευνας θα
πρέπει επίσης να εξετάσουν αν η ηλικία έναρξης των συμπτωμάτων θα πρέπει να διαχωριστεί
από την ηλικία έναρξης της έκπτωσης της λειτουργικότητας.
Λέξεις ευρετηρίου: Διαταραχή ελλειμματικής προσοχής-υπερκινητικότητα, διάγνωση, κλινική
έκπτωση λειτουργικότητας
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
Η ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΚΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΜΕ ΔΕΠΥ
Εισαγωγή-προβληματική
διαγνωστικών κριτηρίων
Η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής-υπερκινητικότητα (ΔΕΠΥ) αποτελεί τη συνηθέστερη νευροσυμπεριφορική διαταραχή της παιδικής ηλικίας. Ο επιπολασμός της ΔΕΠΥ κυμαίνεται διεθνώς από 2,2 έως 17,8%,
αν και οι περισσότερες μελέτες συγκλίνουν σ’ ένα ποσοστό εμφάνισης της διαταραχής από 4 έως 10%.1,2
Τα κύρια συμπτώματα της ΔΕΠΥ σύμφωνα με το DSMIV, είναι η διάσπαση της προσοχής, η υπερκινητικότητα και η παρορμητικότητα. Για να τεθεί η διάγνωση της
ΔΕΠΥ, 6 έως 9 συμπτώματα υπερκινητικότητας-παρορμητικότητας ή 6 έως 9 συμπτώματα διάσπασης προσοχής ή 6 έως 9 συμπτώματα και από τις τρεις κατηγορίες
θα πρέπει να είναι παρόντα πριν την ηλικία των επτά
και να έχουν τουλάχιστον εξάμηνη παραμονή.3
Στη διάγνωση, ανάλογα με τα συμπτώματα που πληρούνται για κάθε κατηγορία, έχουμε τους εξής τρεις
τύπους της διαταραχής: ΔΕΠΥ με προεξέχοντα τον
απρόσεκτο τύπο, ΔΕΠΥ με προεξέχοντα τον υπερκινητικό-παρορμητικό τύπο και ΔΕΠΥ με συνδυασμένο
τύπο.
Επιπρόσθετα, για να τεθεί η διάγνωση της ΔΕΠΥ, τα
συμπτώματα πρέπει να προκαλούν έκπτωση της λειτουργικότητας του παιδιού σε δύο τουλάχιστον πλαίσια, όπως είναι το σπίτι και το σχολείο, και κλινικά σημαντική έκπτωση στη σχολική και κοινωνική του λειτουργικότητα. Για πρώτη φορά μάλιστα, στο DSM-IV,
θεμελιώνεται η χρήση διαφορετικών πηγών πληροφόρησης στη διαγνωστική εκτίμηση της διαταραχής.
Παρόλο που στο διαγνωστικό εγχειρίδιο τα κύρια
συμπτώματα της διαταραχής περιγράφονται διεξοδικά, οι οδηγίες του DSM-IV ως προς τον ορισμό της
λειτουργικότητας και τον τρόπο μέτρησής της παραμένουν ασαφείς.2,4–9
Στη διεθνή βιβλιογραφία, τα ερωτηματολόγια που
εκτιμούν την κλινική έκπτωση είναι ελάχιστα στον
αριθμό και χρησιμοποιούνται σπανίως στην κλινική
πράξη.5,6,8,9 Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο υπολογισμός
της κλινικής έκπτωσης της λειτουργικότητας είτε να
γίνεται με εμπειρικό και συνάμα υποκειμενικό τρόπο
στην εκάστοτε μελέτη είτε να μην επιχειρείται καθόλου.5,6
Αδιευκρίνιστη επίσης παραμένει η σχέση μεταξύ
συμπτωμάτων της ΔΕΠΥ και της έκπτωσης της λειτουργικότητας, και ως εκ τούτου, και η σχέση μετα-
159
ξύ ηλικίας έναρξης των πρώτων συμπτωμάτων και
έναρξης της έκπτωσης της λειτουργικότητας.10–14
Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι η έκπτωση της
λειτουργικότητας συνδέεται με τα συμπτώματα της
διαταραχής, αλλά αποτελεί διαφορετική κλινική
οντότητα που θα πρέπει να εκτιμάται ανεξάρτητα
στη διάγνωση της ΔΕΠΥ.5,6,15
Εν κατακλείδι, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, ο
βαθμός της έκπτωσης της λειτουργικότητας του παιδιού, αλλά και οι τομείς λειτουργικότητας που επηρεάζονται, εξαρτώνται από τον υποτύπο της διαταραχής.16–22
Έκπτωση λειτουργικότητας
και επιπολασμός ΔΕΠΥ
O υπολογισμός της κλινικής έκπτωσης της λειτουργικότητας στις διαγνωστικές προσεγγίσεις των επιδημιολογικών μελετών επηρεάζει τον επιπολασμό της
ΔΕΠΥ. Οι Görtz-Dorten και Döpfner στη μελέτη τους
σε παιδικό πληθυσμό της Γερμανίας κατέγραψαν ένα
ποσοστό εμφάνισης της διαταραχής περί το 11,5%,
το οποίο μειώθηκε στο 7,9% όταν συμπεριλήφθηκε
το κριτήριο της κλινικής έκπτωσης. Αντιστοίχως, σε
μελέτη της Ελλάδος22 ο επιπολασμός της διαταραχής
μειώθηκε από το 6% στο 5,1% όταν στη διαγνωστική
εκτίμηση συμπεριλήφθηκε το κριτήριο της κλινικής
έκπτωσης του DSM-IV. Παρόμοια αποτελέσματα καταγράφονται και στις μελέτες των Döpfner, Wolraich,
Graetz, Shaffer, Romano και Canino στις οποίες το
ποσοστό εμφάνισης της ΔΕΠΥ μειώθηκε από το 5%
στο 2,2%, από το 16,8% στο 6,8%, από το 7,5% στο
6,8% , από το 6,5% στο 5,1%, από το 4,9% στο 3,9%
και από το 9,9% στο 8,9% αντιστοίχως.1,2,19,22,28
Επιπρόσθετα, ο επιπολασμός της ΔΕΠΥ είναι μικρότερος σε μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες, όταν οι διαγνώσεις περιορίζονται στους αμιγώς συμπωματικούς
ΔΕΠΥ ασθενείς. Γενικότερα, η μείωση αυτή οφείλεται
σε μεθοδολογικά προβλήματα των υφιστάμενων μελετών και κυρίως στη μη αναπτυξιακή προσαρμογή
των διαγνωστικών κριτηρίων του DSM-IV για τις ηλικιακές αυτές ομάδες.4,5,29
Κλινική έκπτωση και διάγνωση ΔΕΠΥ
Ο υπολογισμός ή μη της κλινικής έκπτωσης της λειτουργικότητας του παιδιού στη διάγνωση της ΔΕΠΥ
έχει σοβαρές κλινικές προεκτάσεις, καθώς μπορεί
160
M. ΣKOYNTH και Α. ΜΠΙΤΖΑΡΑΚΗ
να οδηγήσει σε θετικές ψευδείς διαγνώσεις ή σε λαθεμένες αρνητικές διαγνώσεις και ευλόγως στη μη
βέλτιστη επιλογή θεραπευτικού σχήματος από τον
κλινικό.6,22,30,31
Μάλιστα, σε μια πρόσφατη μελέτη υπολογίστηκε
ότι ένα ποσοστό περί του 77% παιδιών με ΔΕΠΥ, δεν
θα είχαν λάβει ποτέ τη διάγνωση της διαταραχής αν
είχε υπολογιστεί το κριτήριο του DSM-IV για την κλινική έκπτωση.5
Αυτό που περιπλέκει ακόμα περισσότερο την υπόθεση είναι οι έντονες διαμάχες μεταξύ των κλινικών
για το πόσο ελλειμματικά πρέπει να είναι τα πεδία της
λειτουργικότητας του παιδιού ώστε να θεωρούνται
ενδεικτικά της ύπαρξης σημαντικής έκπτωσης στη
λειτουργικότητά του και να οδηγούν στη διάγνωση
της διαταραχής.5,6,22
Κλινική έκπτωση και υπότυποι της ΔΕΠΥ
Η σχετικά περιορισμένη βιβλιογραφία όσον αφορά στη σχέση μεταξύ υποτύπων της ΔΕΠΥ και της
κλινικής έκπτωσης δεν επιτρέπει την εξαγωγή ακριβών συμπερασμάτων για την κλινική έκπτωση που
παρουσιάζουν οι τρεις υπότυποι της διαταραχής. H
πλειοψηφία των επιδημιολογικών μελετών σε παιδικό
πληθυσμό συγκλίνει στο ότι ο ΔΕΠΥ-συνδυασμένος
τύπος παρουσιάζει τη μεγαλύτερη έκπτωση και στα
δυο επίπεδα λειτουργικότητας (κοινωνικό και σχολικό), ενώ ο ΔΕΠΥ-απρόσεκτος τύπος συνδέεται κυρίως
με ελλείμματα στην ακαδημαϊκή επίδοση των παιδιών. Ο ΔΕΠΥ-υπερκινητικός παρορμητικός τύπος καταγράφεται στις μελέτες ως ο σπανιότερος διαγνωσκόμενος τύπος της διαταραχής και ως ο λιγότερος
κοινωνικά και σχολικά διαταραγμένος.16,17–22,32,33
Σχέση συμπτωμάτων-έκπτωσης
λειτουργικότητας
Αδιευκρίνιστη βιβλιογραφικά παραμένει και η σχέση μεταξύ των συμπτωμάτων της ΔΕΠΥ με την έκπτωση της λειτουργικότητας. Πολλοί μάλιστα ερευνητές υποστηρίζουν ότι η έκπτωση της λειτουργικότητας φαίνεται να σχετίζεται με τα συμπτώματα της
ΔΕΠΥ, αλλά θα πρέπει να εξετάζεται ανεξάρτητα και
όχι δεσμευτικά για την επιβεβαίωση της διαταραχής
κατά τη διαγνωστική προσέγγιση.5,6,15
Η προβληματική που προκύπτει από την προσέγγιση αυτή ανάγεται στο γεγονός ότι στην ψυχιατρι-
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
κή η κλινική έκπτωση της λειτουργικότητας και όχι ο
αριθμός των συμπτωμάτων είναι ο βασικός παράγοντας επιβεβαίωσης της ύπαρξης της ίδιας της διαταραχής, ο οποίος έχει και τη μεγαλύτερη προγνωστική
αξία.7,21 Επιπροσθέτως, η επιλογή του θεραπευτικού
σχήματος (φαρμακευτικού ή μη) δεν μπορεί να αξιολογηθεί αν δεν έχει υπολογιστεί η κλινική έκπτωση
της λειτουργικότητας του παιδιού.7,27,34
Σε μεγαλύτερες άλλωστε ηλικιακές ομάδες, σε
εφήβους και ενήλικες που δεν πληρούν αμιγώς, λόγω
ηλικίας, τα συμπτώματα της διαταραχής, η εκτίμηση
της κλινικής έκπτωσης της λειτουργικότητας αποτελεί τον κριτικό παράγοντα για την επιβεβαίωση της
διάγνωσης της ΔΕΠΥ.5,34
Κοινό εύρημα επίσης πολλών επιδημιολογικών μελετών είναι ότι πολλά παιδιά με πλήρη συμπτωματολογία ΔΕΠΥ δεν παρουσιάζουν απαραίτητα και κλινική έκπτωση στη λειτουργικότητά τους.15,19,22–28 Σε
πολλές περιπτώσεις παιδιών η έκπτωση της λειτουργικότητας μπορεί να μην είναι παρούσα πριν την είσοδο του παιδιού στο δημοτικό ή πριν αυτό ενταχθεί
σε δομημένο και απαιτητικό πλαίσιο.7–9,35 Συνήθως, η
δυνατή σχέση συμπτωμάτων-έκπτωσης είναι έκδηλη μεταξύ συμπτωμάτων διάσπασης προσοχής και
έκπτωσης της σχολικής λειτουργικότητας,5,8,15 ενώ η
σχέση είναι περισσότερο δυνατή στους ενήλικες με
ΔΕΠΥ, καθώς οι τομείς της λειτουργικότητας είναι περισσότερο διευρυμένοι από τους παιδικούς.15,29
Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι το κριτήριο της
ηλικίας έναρξης των συμπτωμάτων, δηλαδή πριν τα
επτά χρόνια, δεν συνάδει με την ηλικία έναρξης της
κλινικής έκπτωσης.10–14 Ενδεικτική είναι η έρευνα των
Applegate et al10 στην οποία βρέθηκε ότι το 18% παιδιών με ΔΕΠΥ-συνδυασμένο τύπο, το 2% των παιδιών
με ΔΕΠΥ-υπερκινητικό παρορμητικό και το 43% με
ΔΕΠΥ-απρόσεκτο τύπο, εμφάνισαν κλινική έκπτωση
στη λειτουργικότητάς τους μετά την ηλικία των 7.
Συμπεράσματα-μελλοντικές κατευθύνσεις
της έρευνας
Είναι απαραίτητος ο καθορισμός ενός λειτουργικού
ορισμού της κλινικής έκπτωσης και ενός κοινά αποδεκτού κριτηρίου για την αξιολόγησή της. Χρειάζονται
διαχρονικές μελέτες για τον προσδιορισμό της αναπτυξιακής φύσης της έκπτωσης της λειτουργικότητας
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
Η ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΚΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΜΕ ΔΕΠΥ
και των παραγόντων που εμπλέκονται στην εμφάνιση
και στον τρόπο εκδήλωσης της.5,6,8,9,15,28
Διαχρονικές μελέτες είναι επίσης απαραίτητες και
για την αποσαφήνιση της σχέσης αλληλεπίδρασης
μεταξύ συμπτωμάτων της ΔΕΠΥ και έκπτωσης της
λειτουργικότητας, για το ποια δηλαδή συμπτώματα
της διαταραχής και σε ποιο βαθμό εμφανιζόμενα,
αρχίζουν να προκαλούν προβλήματα στην καθημερινή λειτουργικότητα του παιδιού. Για μια ψυχική δια­
ταραχή, η διευκρίνιση αυτή της σχέσης μεταξύ συμ­
πτωμάτων και της συνοδής έκπτωσης της λειτουργικότητας, είναι και η πιο βασική παράμετρος για την
εξακρίβωση ότι η διαταραχή είναι έγκυρη και χρήζει
θεραπείας. 31,37
Μελλοντική ερευνητική στήριξη επίσης είναι απαραίτητη για τον διαχωρισμό της ηλικίας έναρξης των
161
πρώτων συμπτωμάτων από την έναρξη της έκπτωσης της λειτουργικότητας και για τη διεύρυνση (μετά
τα επτά έτη) του κριτηρίου της ηλικίας έναρξης της
έκπτωσης της λειτουργικότητας.
Συμπερασματικά, χωρίς σαφείς διαγνωστικούς κανόνες και σαφείς τρόπους μέτρησης της έκπτωσης
της λειτουργικότητας δεν είναι δυνατή η ενσωμάτωση του κριτηρίου της κλινικής έκπτωσης στη διαγνωστική αξιολόγηση. Η μη ενσωμάτωση ωστόσο του
διαγνωστικού αυτού κριτηρίου, έχει σοβαρές κλινικές προεκτάσεις, αφενός γιατί η κλινική έκπτωση της
λειτουργικότητας είναι ο κριτικός παράγοντας για
την αξιοπιστία και την εγκυρότητα της ίδιας της διαταραχής, και αφετέρου γιατί το επίπεδο της λειτουργικότητας, και όχι το επίπεδο της συμπτωματολογίας,
είναι ενδεικτικό της πρόγνωσης της διαταραχής.
The clinical impairment of children
with Attention Deficit Hyperactivity Disorder:
Problematic of diagnostic criteria
M. Skounti, A. Bitzaraki
MBS College, Nottingham Trent University, Crete, Greece
Medical-Pedagogic Centre, Venizelion General Hospital, Heraklion, Crete, Greece
Psychiatriki 2011, 22:158–163
One important consideration in the diagnosis of Attention Deficit Hyperactivity Disorder (ADHD),
as set forth in the criterion D of DSM-IV, is the assessment of clinically significant impairment in
social and academic functioning. Despite the avowed importance in the assessment of ADHD,
there is little guidance in DSM-IV in defining impairment. Rating scales assessing impairment
are few in number and rarely used in clinical practice. Overlooking impairment in diagnostic
approaches has strong clinical implications, leading to false positive or false negative
diagnoses. The relation between impairment and symptoms remains currently undefined and
a controversial field in the ADHD literature, as many children can display the full range of ADHD
symptoms without necessarily displaying significant impairment in their functioning. The
relation between symptoms and impairment is more obvious in older children, where domains
of impairment are more expanded. This finding suggests that symptoms and impairment are
related, but yet there are distinct domains that should be measured independently to confirm
the presence of ADHD. In conclusion, an operational definition of impairment, valid measures
and diagnostic decision rules for incorporating impairment into the assessment of ADHD is
warranted. Additional research is also needed to determine whether the age of onset of
symptoms (before the age of seven) is different or should be separated from the age of onset
of impairment.
Key words: Attention deficit hyperactivity disorder, diagnosis, clinical impairment, prevalence
162
M. ΣKOYNTH και Α. ΜΠΙΤΖΑΡΑΚΗ
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
Bιβλιογραφία
1. S
kounti M, Philalithis A, Galanakis E. Variations in prevalence of
attention deficit hyperactivity disorder worldwide. Eur J Pediatr
2007, 166:117–123
18. G
aub M, Carlson C. Behavioral characteristics of DSM-IV ADHD
subtypes in a school-based population. J Abnorm Child Psychol
1997, 25:103–111
2. S
cahill L, Schwab-Stone M. Epidemiology of ADHD in schoolage children. Child Adolesc Psychiatr Clin N Am 2000, 9:541–
555
19. G
raetz BW, Sawyer MG, Hazell PL, Arney F, Baghurst P. Validity
of DSM-IV ADHD subtypes in a nationally representative sample of Australian children and adolescents. J Am Acad Child
Adolesc Psychiatry 2001, 40:1410–1417
3. A
merican Psychiatric Association. The Diagnostic and Statistical
Manual of Psychiatric Disorders. 4th ed. Washington, DC, Ame­
rican Psychiatric Association, 1994
4. B
arkley RA. Issues in diagnosis of attention deficit hyperactivity
disorder in children. Brain Dev 2003, 25:77–83
5. G
ordon M, Antshel K, Faraone S, Barkley R, Lewandowski
L, Hudziak JJ et al. Symptoms versus impairment: the case
for respecting DSM-IV’s Criterion D. J Atten Disord 2006, 465–
475
6. G
athje RA, Lewandowski LJ, Gordon M. The role of impairment
in the diagnosis of ADHD. J Atten Disord 2008, 11:529–537
7. H
ealey DM, Miller CJ, Castelli KL, Marks DJ, Halperin JM. The
impact of impairment criteria on rates of ADHD diagnoses in
preschoolers. J Abnorm Child Psychol 2008, 36:771–778
8. R
owland AS, Umbach DM, Catoe KE, Stallone L, Long S,
Rabiner D et al. Studying the epidemiology of attention deficit
hyperactivity disorder: Screening method and pilot results. Can
J Psychiatry 2001, 46:931–940
9. S
kounti M, Philalithis A, Mpitzaraki K, Vamvoukas M Galanakis
E. Attention deficit hyperactivity disorder in schoolchildren in
Crete. Acta Paed 2006, 95:658–663
10. A
pplegate B, Lahey BB, Hart EL, Biederman J, Hynd GW,
Barkley RA et al. Validity of the age-of-onset criterion for ADHD:
a report from the DSM-IV field trials. J Am Acad Child Adolesc
Psychiatry 1997, 36:1211–1221
11. W
illoughby MT, Curran PJ, Costello EJ, Angold A. Implications
of early versus late onset of attention-deficit/hyperactivity disorder symptoms. J Am Acad Child Adolesc Psychiatry 2000,
39:1512–1519
12. B
arkley RA, Biederman J. Toward a broader definition of the
age-of-onset criterion for attention-deficit hyperactivity disorder.
J Am Acad Child Adolesc Psychiatry 1997, 36:1204–1210
13. R
ohde LA, Biederman J, Zimmermann H, Schmitz M, Martins S,
Tramontina S. Exploring ADHD age-of-onset criterion in Brazilian
adolescents. Eur Child Adolesc Psychiatry 2000, 9:212–218
14. T
odd RD, Huang H, Henderson CA. Poor utility of the age of
onset criterion for DSM-IV attention deficit/hyperactivity disorder: recommendations for DSM-V and ICD-11. J Child Psychol
Psychiatry 2008, 49:942–949
15. B
arkley RA, Cunningham CE, Gordon M, Faraone SV, Lewandow­
ski L, Murphy KR. ADHD symptoms vs Impairment: Revisited.
ADHD Report 2006, 14:1–9
16. B
aumgaertel A, Wolraich ML, Dietrich M. Comparison of diagnostic criteria for attention deficit disorders in a German elementary school sample. J Am Acad Child Adolesc Psychiatry 1995,
34:629–638
17. M
ugnaini D, Masi G, Brovedani P, Chelazzi C, Marzenka M,
Roma­gnoli C et al. Teacher reports of ADHD symptoms in
Italian children at the end of first grade. Eur Psychiatry 2006,
21:419–426
20. C
arlson CL, Shin M, Booth J. The case for DSM-IV subtypes
in ADHD. MRDD Res Rev 1999, 5:199–206
21. W
illcutt EG, Carlson CL. The diagnostic validity of attention-deficit/hyperactivity disorder. Clinical Neurosc 2005, 5:219–232
22. S
kounti M, Giannoukas S, Dimitriou E, Nikolopoulou S,
Linardakis E, Philalithis A. Prevalence of attention deficit hyper­
activity disorder in schoolchildren in Athens. Social and aca­
demic impairment. ADHD Atten Def Hyp Disord, DOI: 10.1007/
s12402-010-0029-8
23. G
örtz-Dorten A, Döpfner M. Attention deficit/hyperactive disorders in children and adolescents as assessed by parents.
Z Kinder Jugendpsychiatr Psychother 2009, 37:183–94 (Article
in German)
24. D
öpfner M, Breuer D, Wille N, Erhart M, Ravens-Sieberer U
and BELLA study group. How often do children meet ICD10/DSM-IV criteria of attention deficit-/hyperactivity disorder
and hyperkinetic disorder? Parent-based prevalence rates in
a national sample-results of the BELLA study. Eur Child Adolesc
Psychiatry 2008, 174:59–70
25. W
olraich ML, Hannah JN, Baumgaertel A, Feurer ID. Examination
of DSM-IV criteria for attention deficit/hyperactivity disorder in a
county-wide sample. J Dev Behav Pediatr 1998, 19:162–168
26. S
haffer D, Fisher P, Dulcan MK, Davies M, Piacentini J, SchwabStone ME et al. The NIMH Diagnostic Interview Schedule for
Children Version 2.3 (DISC-2.3): description, acceptability, prevalence rates, and performance in the MECA Study. Methods
for the Epidemiology of Child and Adolescent Mental Disorders
Study. J Am Acad Child Adolesc Psychiatry 1996, 35:865–877
27. R
omano E, Tremblay RE, Vitaro F, Zoccolillo M, Pagani L.
Prevalence of psychiatric diagnoses and the role of perceived
impairment: findings from an adolescent community sample. J
Child Psychol Psychiatry 2001, 42:451–461
28. C
anino G, Shrout PE, Rubio-Stipec M, Bird HR, Bravo M,
Ramirez R et al. The DSM-IV rates of child and adolescent disorders in Puerto Rico: prevalence, correlates, service use, and the
effects of impairment. Arch Gen Psychiatry 2004, 61:85–93
29. B
arkley RA, Murphy KR, Fischer M. ADHD in adults. What the
science says. New York, The Guilford Press, 2008
30. F
araone SV, Sergeant J, Gillberg C, Biederman J. The worldwide prevalence of ADHD: Is it an American condition? World
Psychiatry 2003, 2:104–113
31. A
ngold A, Costello EJ, Farmer EM, Burns BJ, Erkanli A. Impaired
but undiagnosed. J Am Acad Child Adolesc Psychiatry 1999,
38:129–137
32. S
kounti M, Mpitzaraki K, Philalithis A, Galanakis E. Clinical
evaluation of children testing positive in screening tests for
attention deficit/hyperactivity disorder: A preliminary report. Eur
J Psych 2009, 23:115–120
33. A
nastopoulos AD, Shelton TL. Assessing attention deficit/ hyper­
activity disorder. New York, Kluwer Academic/Plenum Press,
2001
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
Η ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΚΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΜΕ ΔΕΠΥ
34. L
ee SS, Lahey BB, Owens EB, Hinshaw SP. Few preschool
boys and girls with ADHD are well-adjusted during adolescence.
J Abnorm Child Psychol 2008, 36:373–383
35. F
araone SV, Biederman J, Spencer T, Mick E, Murray K, Petty
C, Adamson JJ, Monuteaux MC. Diagnosing adult attention
deficit hyperactivity disorder: are late onset and subthreshold
diagnoses valid? Am J Psychiatry 2006, 163:1720–1729
36. M
cBurnett K, Pfiffner LJ, Willcutt E, Tamm L, Lerner M, Ottolini
YL, Furman MB. Experimental cross-validation of DSM-IV types
of attention deficit/hyperactivity disorder. J Am Acad Child Adolesc Psychiatry 1999, 38:17–24
163
37. C
hronis AM, Fabiano GA, Gnagy EM,Wymbs BT, BurrowsMacLean L, Pelham W. Comprehensive, sustained behavioral
and pharmacological treatment for attention-deficit/hyperactivity
disorder: A case study. Cognit Behav Pract 2001, 8:346–359
Αλληλογραφία: Μ. Σκουντή, Ρωμανού Διογένη 9, 713 05 Ηράκλειο,
Κρήτη, Τηλ.: 2810-326 828, 6392-214 222
e-mail: skountim@med.uoc.gr
164
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
Βιβλιοκριτική
Books review
Farhad Dalal
Η Ομαδική Ανάλυση μετά τον S.H. Foulkes:
Ας (ξανα)μιλήσουμε σοβαρά για την Ομάδα
Εκδ. Κανάκη – Ομαδική Ανάλυση, Αθήνα 2007
ΙSBN: 978-960-7420-93-0
Στην Ελλάδα, τις τελευταίες δεκαετίες, υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον για την ομαδική θεραπεία γενικά και για την Ομαδική Ανάλυση ειδικότερα. Παρόλ΄
αυτά, όσον αφορά στις εκδόσεις, δεν υπήρχε μέχρι
τώρα ανάλογο ενδιαφέρον για τα θεωρητικά ομαδοαναλυτικά έργα. Υπήρξαν κάποιες -λίγες- εκδόσεις, οι
οποίες όμως αφορούν γενικότερα στην ομαδική ψυχοθεραπεία. Πρόσφατα, οι εκδόσεις «Κανάκη» εγκαινίασαν τη σειρά Ομαδική Ανάλυση με το ανά χείρας
βιβλίο του F. Dalal, με προοπτική να συνεχίσουν τη
σειρά, εκδίδοντας στα ελληνικά τα πρωτότυπα έργα
του S.H. Foulkes και άλλα σύγχρονα ομαδο-αναλυτικά έργα, γεγονός που είναι ιδιαίτερα ευχάριστο γιατί
έρχεται να καλύψει ένα μεγάλο κενό στην ελληνική
ειδική βιβλιογραφία.
Είναι γνωστό πως η Ομαδική Ανάλυση γεννή­
θηκε όταν ένας κλασσικός ψυχαναλυτής, ο
Γερμανοεβραίος S.H. Foulkes (1898–1976), για πρώτη φορά το 1940 συγκέντρωσε τους ατομικούς του
ασθενείς σε μια θεραπευτική ομάδα, αναπτύσσοντας έναν νέο τύπο ψυχοδυναμικής αναλυτικής θεραπείας «της ομάδας, μέσα στην ομάδα, μέσω της
ομάδας, από την ομάδα, συμπεριλαμβανομένου
του θεραπευτή» (Foulkes 1964). Η Ομαδική Ανάλυση
όπως την εισήγαγε ο Foulkes δεν είναι μια εφαρμογή
της ψυχανάλυσης του ατόμου μέσα στην ομάδα και
δεν είναι ψυχανάλυση της ομάδας όπως προτείνει
το μοντέλο του Bion. Το ομαδο-αναλυτικό μοντέλο
του Foulkes αμφισβητεί εκ θεμελίων το γνωστό δίλημμα – σύγκρουση μεταξύ ατόμου και ομάδας και
επιχειρεί να συνάψει εν δυνάμει την Κοινωνιολογία
και την Ψυχανάλυση, με αφετηρία τους δύο θεωρητικούς τους δασκάλους, τον S. Freud και τον κοινωνιολόγο Norbert Elias. Κατά τον F. Dalal, ο Foulkes το
καταφέρνει αυτό σε κάποιο βαθμό, αφήνοντας όμως
αντιφάσεις και ανακολουθίες στο έργο του, που οδηγούν σε σύγχυση και αταξία στο θεωρητικό πεδίο της
Ομαδικής Ανάλυσης. Η σύγχυση και η αταξία οφείλονται στο ότι οι βασικές υποθέσεις της θεωρίας του S.
Freud και του N. Elias βρίσκονται σε σύγκρουση μεταξύ τους, αλλά και στο ότι ο ίδιος ο Foulkes επιμένει
στις φροϋδικές του καταβολές. Το βιβλίο του Dalal
λοιπόν, έρχεται να ξαναπιάσει τα πράγματα από την
αρχή, μια που, σύμφωνα με τον ίδιο τον Foulkes, αν
θέλουμε να μιλήσουμε σοβαρά για την ομάδα, απαιτείται η ανάπτυξη μιας νέας γλώσσας, ενός νέου τρόπου σκέψης καθώς και ένας νέος τρόπος εμπειρίας
του εαυτού και της ομάδας. Το βιβλίο, σύμφωνα με
τον συγγραφέα, έρχεται να ανταποκριθεί σε αυτό
το κάλεσμα, θέτοντας τα φιλοσοφικά και μεταψυχολογικά θεμέλια ενός ομαδο-αναλυτικού προτύπου.
«Επιχειρεί να λειτουργήσει ως αρχή μιας διεργασίας
επαναδιαπραγμάτευσης του θεωρητικού πλαισίου
της Ομαδικής Ανάλυσης, να ξεπεράσει τη σύγχυση
του Foulkes και να καταλήξει σε μια μετα-φουξιανή
περιοχή όπου μπορεί κανείς να αρχίσει να αντιμετωπίζει σοβαρά την ομάδα» (σελ. 18).
Το εγχείρημα είναι όντως τιτάνιο και εξαιρετικά
περίπλοκο, καθώς ο συγγραφέας κινείται στα δαιδαλώδη μονοπάτια της φιλοσοφίας, της επιστημολογίας, της κοινωνιολογίας, της ψυχανάλυσης, της
ομαδο-αναλυτικής θεωρίας, συνομιλεί με τις φυσικές
επιστήμες, τη βιολογία και την ιστορία, χωρίς να δειλιάσει να συμπεριλάβει στον διάλογο τη δύσκολη και
ακανθώδη περιοχή της ιδεολογίας και της πολιτικής
–πράγμα ασυνήθιστο για τα θεωρητικά κείμενα της
ψυχοθεραπείας– αλλά, αντιθέτως, επιχειρώντας να
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
αποκαλύψει τις λανθάνουσες επιδιώξεις που υπόγεια
διατρέχουν κάθε διανοητική προσπάθεια.
Το βιβλίο κινείται, από την αρχή ως το τέλος, ανάμεσα σε διχοτομήσεις. Το εσωτερικό έναντι του εξωτερικού, το έμφυτο έναντι του επίκτητου, το βιολογικό
έναντι του ψυχολογικού, το ατομικό έναντι του κοινωνικού, το αιώνιο έναντι του πεπερασμένου κ.ο.κ.,
εισάγοντας καινούργιες: ο «ριζοσπάστης» Foulkes
έναντι του «ορθόδοξου» Foulkes. Η εξονυχιστική
εξέταση αυτών των διχοτομήσεων και των συνεπειών που επιφέρει η προτεραιότητα της μιας ή της
άλλης πλευράς, αναδεικνύει τις σχέσεις εξουσίας και
το λανθάνον ιδεολογικό περιεχόμενο που αναπόφευκτα διαποτίζει κάθε προτεραιότητα και κάθε ιεράρχηση. Για την ανάδειξη ακριβώς της ιδεολογίας μέσα
σε κάθε δίλημμα και κάθε διχασμό, είναι αποφασιστική η συμβολή του N. Elias, στο έργο του οποίου γίνεται για πρώτη φορά τόσο εκτεταμένη αναφορά στην
ομαδο-αναλυτική βιβλιογραφία, όπως επισημαίνει ο
M. Pines στον πρόλογο του βιβλίου. Ο Elias με έναν
εξαιρετικά ευφυή και πρωτότυπο για την κοινωνιολογία τρόπο, υπερβαίνει τον δυϊσμό άτομο-κοινωνία,
εισάγοντας την έννοια της αλληλεξάρτησης η οποία
εμπεριέχει και τις σχέσεις εξουσίας.
Το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου ασχολείται με μια
κριτική σύνοψη των διχοτομήσεων στο έργο του S.
Freud, ώστε να κατανοηθούν καλύτερα η συμβολή
των φροϋδικών θέσεων στις απόψεις του Foulkes καθώς και μερικές ανακολουθίες στο έργο του.
Στο δεύτερο κεφάλαιο εξετάζεται κριτικά η ομαδοαναλυτική θεωρία όπως παρατίθεται στα έργα του
Foulkes. Για τον λόγο αυτό χρησιμοποιείται η διάκριση «ριζοσπάστης Foulkes» - «ορθόδοξος Foulkes» για
να διαχωρισθεί ο Foulkes που αντιμετωπίζει σοβαρά
την ομάδα και πρόσκειται στις απόψεις του Elias από
τον ατομοκεντρικό, φροϋδικό Foulkes με σκοπό να
διαλυθούν ορισμένες αντιφάσεις και συγκρούσεις.
Για να προετοιμασθεί ο αναγνώστης για τις απόψεις
του Elias στο τρίτο κεφάλαιο, γίνεται μια επισκόπηση
της θέσης του «εξωτερικού» στην ψυχαναλυτική θεωρία και των απόψεων των στρουκτουραλιστών και
των μετα-στρουκτουραλιστών για τη γλώσσα, τη δομή της σκέψης, τον λόγο και την ιδεολογία.
Στο επόμενο, τέταρτο κεφάλαιο, όπου εξετάζονται
οι βασικές ιδέες του N. Elias και το οποίο κατέχει κεν­
τρική θέση στο βιβλίο, θεμελιώνεται και ο στόχος της
εργασίας του F. Dalal, η αναδιατύπωση δηλαδή της
165
ομαδο-αναλυτικής θεωρίας με αφετηρία τις «ριζοσπαστικές» ιδέες του Foulkes. Παρ’ όλο που η εκτενής αναφορά σε κοινωνιολογικές έννοιες ξενίζει τους
ειδικούς στην ψυχοθεραπεία, ακόμα και τους ομαδικούς αναλυτές, ο συγγραφέας καταφέρνει με έναν
επιστημονικά άρτιο, σαφή και πειστικό τρόπο, να
αναδείξει τη σημασία που έχουν οι απόψεις του Elias
σχετικά με την αλληλεξάρτηση, τη γλώσσα, τη σιωπή,
τη σκέψη, τη γνώση, τις σχέσεις εξουσίας, την ιδεολογία και το στίγμα, για τη σοβαρή θεμελίωση ενός
νέου ομαδο-αναλυτικού παραδείγματος.
Το νέο αυτό ομαδο-αναλυτικό παράδειγμα, καθιστά τη σύγκρουση ομάδας-ατόμου, και μια σειρά άλλες ανάλογες διχοτομήσεις, περιττές και μετατοπίζει
τη σκέψη από τη σύγκρουση στην αμοιβαιότητα, πολιτικοποιώντας όμως για πρώτη φορά τον ψυχισμό
μέσα από την έννοια της αλληλεξάρτησης και τοποθετώντας σε κεντρική θέση τη «βρώμικη» ιδεολογία
και τις σχέσεις εξουσίας.
Στο πέμπτο κεφάλαιο του βιβλίου με τον τίτλο
«Στοιχεία μιας Μετα-Φουξιανής Ομαδο-Αναλυτικής
Θεωρίας», ο συγγραφέας προχωρεί εγγύτερα προς
τον στόχο που έχει θέσει, να διατυπώσει δηλαδή έναν
διαφορετικό λόγο και σκέψη, που να μην τοποθετεί
απευθείας και εξαρχής στο επίκεντρο την έννοια του
ατόμου και να επιχειρήσει κατόπιν να μιλήσει για την
υγεία, την ασθένεια και τη θεραπεία από την προοπτική της ομάδας.
Αυτός ο διαφορετικός λόγος, στο κλινικό πεδίο πια,
διαμορφώνει μια νέα άποψη για το κοινωνικό ασυνείδητο σε αντιδιαστολή με το πλατωνικό γιουνγκιανό
συλλογικό ασυνείδητο. Η ένταξη του κοινωνικού στη
βάση του ασυνειδήτου, δεν μπορεί παρά να υποδεικνύει έναν νέο τρόπο αντίληψης και θεραπείας που,
αναπόφευκτα, στην ατελή προσπάθειά του να είναι
όσο γίνεται πλήρης, θα πρέπει να αναζητεί και να συμπεριλαμβάνει στις παρεμβάσεις του το κοινωνικό.
Ο συγγραφέας, με έναν σύνθετο και ευφυή τρόπο, αποφεύγει εδώ τον μεγαλύτερο κίνδυνο, να καθηλωθεί δηλαδή στο κοινωνικό με έναν ντετερμινιστικό τρόπο, όπως αναλόγως καθηλώνονται πολλοί
θεραπευτές στο ατομικό, αδυνατώντας να συμπεριλάβουν, λόγω αντίστασης κατά τον Dalal, το κοινωνικό στο κλινικό τους έργο. Τραβώντας το εγχείρημά
του στα άκρα, συναντά τον μοντέρνο «ριζοσπάστη»
Foulkes στη διαπίστωση πως το άτομο και οι ομάδες
166
δεν υφίστανται ως παγιωμένες φυσικές οντότητες,
αλλά είναι πάντοτε κατασκευές σε μια αενάως ρευστή ενότητα όπου το άτομο αποτελεί ένα επίπεδο
της ομάδας.
Το βιβλίο έρχεται να ανασυνθέσει τις βάσεις της
Ομαδικής Ανάλυσης και ταυτόχρονα να διευρύνει
τους θεωρητικούς ορίζοντές της επαναδιατυπώνοντας και επανεξετάζοντας θεμελιώδη οντολογικά και
επιστημολογικά ζητήματα με έναν εμπεριστατωμένο,
πλουσιότατο, ζωντανό, σύγχρονο τρόπο. Είναι εξαιρετικά επιτυχής η επιλογή να εγκαινιάσει το συγκεκριμένο βιβλίο τη σειρά της Ομαδικής Ανάλυσης, καθώς αποτελεί πραγματικά μια πολύ καλή βάση ενός
σοβαρού διαλόγου γύρω από την ομάδα και την
ομαδική ανάλυση.
Η έκδοση είναι προσεγμένη και η μετάφραση εξαιρετική, αφού ο λόγος ρέει αβίαστα χωρίς τερατώδεις
νεολογισμούς, παρόλο που το κείμενο πραγματεύεται συνεχώς πολύ δύσκολες έννοιες από πολύ διαφορετικά επιστημονικά πεδία.
Α. Σταματάκη
Ψυχίατρος
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
F. Dalal: Taking the Group Seriously:
Towards a Post-Foulkesian Group Analytic
Theory
Kanaki Publ. Group Analysis, Athens 2008
ISBN: 978-960-7420-93-0
This is the first, translated in greek, book on groupanalytic theory, aiming to develop a new group-analytic theoretical paradigm, based on the “radical”
ideas of S.H. Foulkes and the ideas of the sociologist,
Norbert Elias. The author attempts, in five chapters,
to reword the group analytic theory, using the theory of Norbert Elias on Interdependence and Symbols.
According to F. Dalal the effort to take the group and
the group-analytic theory seriously, must be grounded on a new way of thinking, a new language and
a new way of experience of the group and the self,
which will consider that a person is a level of a group.
This, group-analytic way of thinking, imposes a new
understanding of social unconscious, which includes
inevitably ideology and power relationships.
Α. Stamataki
Psychiatrist
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
Jeremy Holmes
O John Bowlby & η θεωρία του Δεσμού
Μετάφραση: Γ. Αθανασίου, Θ. Αθανασίου
Επιμέλεια γλωσσική και επιστημονική:
Ε. Ανδριτσάνου, Γ. Ζέρβας
Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, σειρά ΜΟΝ(Ψ)ΓΡΑΦΙΕΣ,
Αθήνα 2009
ISBN: 978-960-19-0520-4
Ο τόμος αυτός ανήκει στη σειρά ΜΟΝ(Ψ)ΓΡΑΦΙΕΣ,
με διευθυντή τον Γ. Ζέρβα.
Η βιογραφία του John Bowlby (1907–1990) ενός
από τους ψυχιάτρους που σημάδεψαν τον 20ό αιώνα, γραμμένη από ένα ψυχίατρο και ψυχοθεραπευτή,
αποκτά μια ιδιαίτερη διάσταση και αποτελεί προσπάθεια σύνθεσης για όσα πρωτοποριακά έγιναν στη Μ.
Βρετανία μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και διαμόρφωσαν πολλά από τα θεμέλια της κλινικής πρακτικής
και της κλινικής έρευνας, σχεδόν ως τις μέρες μας.
Σχετικά με τις βιογραφίες, ο J. Holmes λέει «Ο βιογράφος είναι κατά μια έννοια τόσο ασθενής, όσο και
θεραπευτής σε σχέση με το πρόσωπο για το οποίο
επιλέγει να γράψει… Υπάρχει μια αναπόφευκτη θετική μεταβίβαση στο αντικείμενό μας. Πώς αλλιώς
θα μπορούσε να δικαιολογήσει κανείς τις ατελείωτες ώρες που περνούν οι βιογράφοι (και που υπερβαίνουν κατά πολύ κάθε ψυχανάλυση, οσοδήποτε
ατέρμονη) διαβάζοντας, μελετώντας, σκεπτόμενοι
το αντικείμενο τους; Οι βιογράφοι ταυτίζονται με τα
πρόσωπα που βιογραφούν, όπως οι ασθενείς ταυτίζονται με τους θεραπευτές τους… Την ίδια στιγμή οι
βιογράφοι ως «θεραπευτές» έχουν την ευκαιρία να
δουν τα πρόσωπα που βιογραφούν όπως πραγματικά είναι: αλλά μαζί με αυτό το πλεονέκτημα πρέπει
επίσης να λαμβάνουν υπόψη τις δικές τους αντι-μεταβιβαστικές τάσεις για ηδονοβλεψία, λαγνεία, φθόνο, σπίλωση και εξιδανίκευση. Οι βιογράφοι πρέπει
να προσεγγίζουν το αντικείμενο της βιογραφίας με
το ίδιο πνεύμα που οι θεραπευτές αντιμετωπίζουν
τους ασθενείς τους: συμπονετικά, χωρίς να υπερεμπλέκονται, με αντικειμενικότητα, αλλά χωρίς υπερβολική αποστασιοποίηση, με την αίσθηση της μοναδικότητας και της ιδιαιτερότητας του ατόμου, αλλά
χωρίς υπερβολική επιείκεια». Στο πνεύμα των όσων
προαναφέρονται, ο συγγραφέας μάς δίνει πολλές
πληροφορίες για την οικογενειακή ζωή του Bowlby
167
– τυπικού γόνου της εύπορης αγγλικής μεσαίας τάξης,
αλλά και για τις επιστημονικές του κατευθύνσεις. Η
επιμονή του στο στοργικό «κράτημα» των παιδιών,
ως βασικού παράγοντα στη δημιουργία «δεσμού»,
ανάγεται στα αρνητικά βιώματα από τη δική του
ανατροφή, καθώς και στην εργασία του με παραβατικούς εφήβους.
Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η παράλληλη αλλά
όχι κοινή πορεία των δύο μεγάλων της αγγλικής
ψυχιατρικής και ψυχανάλυσης, των J. Bowlby και
D. Winnicott, σε ό,τι αφορά τις απόψεις τους για τη
στοργική ανατροφή των παιδιών, αλλά και για τον
μεταβατικό χώρο, που γνωρίζουμε κυρίως από το
έργο του Winnicott.
Η θεωρία του δεσμού διαμορφώθηκε σταδιακά
από τον J. Bowlby για να καλύψει το κενό που αφήνει η ψυχαναλυτική θεωρία των ενορμήσεων και των
αντικειμενοτρόπων σχέσεων, όπως το βίωσε στη δική
του εκπαίδευση και πρακτική, σχετικά με την πρώιμη
σχέση φροντιστή (συνήθως της μητέρας) και παιδιού.
Η σοβαρή διαμάχη της βρετανικής ψυχαναλυτικής
σχολής εκείνα τα χρόνια, ανάμεσα στους οπαδούς
της M. Klein που έμεναν στις πρώιμες φαντασιώσεις
και το άγχος του βρέφους και την A. Freud που εστίαζε στην εγκατάσταση του οιδιπόδειου συμπλέγματος, άφησε για τον Bowlby ένα σημαντικό κενό το
οποίο κάλυψε με δάνειο από την ηθολογία, αναγνωρίζοντας δηλαδή στην πρόσδεση μητέρας παιδιού
ένα «πρωτογενές σύστημα κινήτρων» ανεξάρτητο
από τη σεξουαλικότητα ή την ανάγκη σίτισης. Ποτέ
δεν ήλθε σε ρήξη με την ψυχαναλυτική πρακτική,
παρά τη σταδιακή απομάκρυνσή του, ενώ στόχος
του ήταν να ανοίξει δίαυλους επικοινωνίας της ψυχαναλυτικής πρακτικής με τα νεότερα επιστημονικά
δεδομένα, τόσο από την ηθολογία, όσο και από την
κλινική έρευνα.
Επίσης ο Bowlby επανέφερε τη συζήτηση γύρω
από το ρόλο των πραγματικών τραυματικών γεγονότων (κυρίως των μακροχρόνιων αποχωρισμών
παιδιού-μητέρας) πάνω στην ψυχική λειτουργία,
εμπνέοντας πλήθος μελετών που δεν επιβεβαίωσαν
πάντα τις υποθέσεις του, καθώς η σύνδεση γεγονότος-παθολογίας δεν υπακούει σε απλουστευτικά μοντέλα. Τόσο ο ίδιος όσο και ο Winnicott επέστησαν
την προσοχή στα αρνητικά αποτελέσματα από τον
χωρισμό γονιών-παιδιών λόγω της γιγαντιαίας εκκέ-
168
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ 22 (2), 2011
νωσης παιδιών κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών
του Λονδίνου (1939–1940).
αγοραφοβίας αλλά και παθήσεων του ψυχωτικού
φάσματος.
Στις σελίδες του βιβλίου αναπτύσσονται αναλυτικά οι έννοιες που περιγράφουν τις συνάφειες του
δεσμού, όπως διαμορφώθηκαν σταδιακά από τον
Bowlby, όπως η έννοια της ασφαλούς βάσης, δηλαδή
η ατμόσφαιρα που δημιουργεί η φιγούρα πρόσδεσης για το προσδεδεμένο πρόσωπο, παρέχοντας μια
αφετηρία περιέργειας και εξερεύνησης, καθώς και
η ανάπτυξη του συστήματος πρόσδεσης. Πρόκειται
για έννοιες που η σημασία τους ξεπερνά τα πρώτα
χρόνια της ζωής, καθώς οι διαδικασίες που περιγράφουν παραμένουν ενεργές για πολύ μεγάλα διαστήματα. Περιγράφονται επίσης τα διάφορα είδη δεσμού (ασφαλής, ανασφαλής-αποφευκτικός, ανασφαλής-αμφιθυμικός, ανασφαλής-αποδιοργανωμένος)
που σχετίζονται με την περιβαλλοντική επίδραση.
Εφαρμογή των απόψεων του Bowlby αποτέλεσε και
το διαγνωστικό εργαλείο της M. Ainsworth «Συνθήκη
του ξένου».
O Bowlby ολοκλήρωσε λίγο πριν τον θάνατό του
μια βιογραφία του Δαρβίνου, η οποία, εκτός από τον
βιογραφούμενο μας δίνει πληροφορίες και για την
προσωπική και επιστημονική συγκρότηση του ίδιου
του βιογράφου.
Η θέση του J. Holmes, μάλλον εκλεκτική σε ό,τι
αφορά στις διάφορες σχολές της ψυχοθεραπείας, είναι ότι η συνεισφορά του Bowlby εμπλούτισε τόσο
την ψυχαναλυτική πρακτική όσο και τη γνωσιακή,
καθώς κάποια από τα βασικά ευρήματα μπορούν να
χρησιμοποιηθούν και από τις δύο σχολές. Ο Bowlby
χρησιμοποίησε και την έννοια της θεραπευτικής
συμμαχίας, που πρότεινε ο Ε. Zetzel το 1956. To φαινόμενο της ασφαλούς βάσης γίνεται ορατό στην ψυχοθεραπεία διά μέσου τριών συστατικών: της εναρμόνισης, την αυτοβιογραφικής ικανότητας και της
συναισθηματικής επεξεργασίας.
Η θεωρία του δεσμού μπορεί επίσης να εμπλουτίσει τη σφαιρική προσέγγιση της κατάθλιψης, της
Σε έναν τόμο 372 σελίδων επιχειρείται με επιτυχία
η πολύπλευρη παρουσίαση ενός πολύ σημαντικού
έργου που ενέπνευσε πολλούς άλλους ερευνητές, η
ανασύνθεση μιας ολόκληρης εποχής μέσα από την
παρουσίαση των διαφορετικών απόψεων, αλλά και
η ανατομία της προσωπικότητας του J. Bowlby. Ο
αναγνώστης μπορεί, λοιπόν, ανάλογα με τα ενδιαφέροντά του, να ανακαλύψει μια ολόκληρη σειρά πολύτιμων στοιχείων.
Δ.Ν. Πλουμπίδης
Αν. Καθηγητής Ψυχιατρικής
Jeremy Holmes
John Bowlby and the attachment theory
Translation: G. Athanasiou, Th. Athanasiou
Editors: E. Andritsanou, J. Zervas
Editions Ellinika Grammata, Athens 2009
ISBN: 978-960-19-0520-4
The biography and the scientific contribution
of J. Bowlby are presented and commented by his
biographer. All the aspects of the attachment theory
are presented, including the influence of Bowlby’s
approach on several clinical and research fields. A
glossary facilitates unfamiliar readers to approach
the technical terms included in the text.
D.N. Ploumpidis
Assoc. Professor of Psychiatry
Προσεχείς επιστημονικές εκδηλώσεις
Future scientific meetings
• “ WPA Regional Meeting", Yerevan, Armenia
April 14–17, 2011
Organizer: Armenian Association of Psychiatrists
Contact: Dr Armen Sophoyan
E-mail: soghoyan@yahoo.com
•2
1o Πανελλήνιο Συνέδριο Ψυχιατρικής
Ξενοδοχείο Hilton, Αθήνα
5–8 Μαΐου 2011
Οργ. Φορέας: Ελληνική Ψυχιατρική Εταιρεία
Γραμματεία ΕΨΕ: Τηλ. 210-72 14 184, 210-77 58 410
Fax: 210-72 42 032, 210-77 58 405
E-mail: Psych@psych.gr, editor@psych.gr
Οργ. Γραφείο: Frei Travel, Tel: 210-32 15 600
Fax: 210-32 19 296,
e-mail: info@frei.gr, website:www.frei.gr
• Royal Australian and New Zealand College
of Psychiatrists (RANZCP) 2011 Annual Congress,
Darwin, Northern Territory, Australia
May 22–26, 2011
Organizer: The Royal Australian
and New Zealand College of Psychiatrists (RANZCP)
Contact: Louise Hain
E-mail: Louise.Hain@ranzcp.org
Website: www.ranzcp.org
•1
0th World Congress of Biological
Psychiatry Prague, Czech Rebublic
29 May–2 June, 2011
Website: www.wbsbp-congress.org
• 3o Πανελλήνιο Ψυχιατρικό Συνέδριο στην
Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας
2–5 Ιουνίου 2011
Grecotel, Κυλλήνη Ηλείας
Οργάνωση: Ψυχιατρική Κλινική Πανεπιστημίου Πατρών
Επικοινωνία: Αν. Καθ. Φ. Γουρζής
Οργαν. Γραφείο: E-Vip Events & Congresses,
κ. Μπερεθέ Μαρία
Τηλ: 27550 22201-22124
• WPA Thematic Conference: Rethinking Quality
in Psychiatry: Education, Research, Prevention,
Diagnosis and Treatment, Istanbul, Turkey
June 9–12, 2011
Organizer: (a) Psychiatric Association of Turkey,
(b) Turkish Neuropsychiatric Association.
Contact: Dr. Levent Küey
E-mail: kueyl@superonline.com
• 24th ECNP Congress Paris, France
3–7 September 2011
Organizer: European Congress on
Neuropsychopharmacology
EChD Press office update Europe GmbH, Tigergasse 3/5
1080 Vienna, Austria
Tel.: +431/4055734-Fax:+43/1/4055734-16
e-mail: s.mak@update.europe.at
• “XV World Congress of Psychiatry",
Buenos Aires, Argentina
September 18–22, 2011
Organizers: (a) Argentina Association of Psychiatrist
(AAP), (b) Association of Argentinean Psychiatrists (APSA),
(c) Fountation for Interdisciplinary Investigation of
Communication (FINTECO)
Contact: Mariano R. Castex
E-mail: mcastex@congresosint.com.ar
Website: www.congresosint.com.ar
• II International Congress Dual Disorders
Addictive Behaviors and Other Mental Disorders,
Barcelona, Spain
October 5–8, 2011
Organizer: Sociedad Espaňola Patologia Dual (SEPD)
Collaboration: NIDA and APAL
Contact: Prof. Miguel Casas
E-mail: mcasas@vhebron.net,
Website: www.cipd2011.com
• Πανελλήνιο Συνέδριο «Διαταραχή Σωματο-ΔυσμορφοΦοβίας»
15–16 Οκτωβρίου 2011
Συνεδριακό Κέντρο Πανεπιστημίου Πατρών
Συνδιοργάνωση: Ελληνικό Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής &
Ερευνών (Ε.Κε.Ψ.Υ.Ε.) Μονάδα Γνωσιακών Ψυχοθεραπειών
& Ελληνική Εταιρεία Γνωσιακών Ψυχοθεραπειών
Επικοινωνία: Κούλης Στέφανος
Οργαν. Γραφείο: Κοινωνικός Συνεταιρισμός Περιορισμένης
Ευθύνης Κοι.Σ.Π.Ε. Ν. Αχαΐας «ΦΑΡΟΣ»
κ. Καραγεωργοπούλου Ειρήνη
Τηλ. 2610 362 949
e-mail: koispeachaias@yahoo.gr
• “ WPA Regional Meeting", Taipei, Taiwan
November 12–13, 2011
170
Organizer: Taiwanese Society of Psychiatry
Contact: Dr Chiao-Chicy Che,
E-mail: twpsyc@ms61.hinet.net
•2
nd International Congress on Neurobiology,
Psychopharmacology & Treatment guidance,
Macedonia Palace Hotel, Thessaloniki, Greece
November 24-27, 2001
Contact: Ast. Prof. Konstantinos N. Fountoulakis
Congress Secretariat: Global Events,
50A Stadiou Str 55535 Pylea,
Thessaloniki, Greece
Tel: +302310 247734-43, Fax: +302310 247746
E-mail: info@globalevents.gr
Website: www.globalevents.gr
• WPA Thematic Conference-Community Psychiatry
and Family Medicine.
Joint Promotion of Mental Health Care,
Granada, Spain
February 9–11, 2012
Organizer: (a) World Psychiatric Association,
(b) Spanish Association of Neuropsychiatry
Collaboration: (a) WONCA International and WONCA
Europe, (b) University of Granada
Contact: Dr Fransisco Torres, E-mail: ftorres@ugr.es
PSYCHIATRIKI 22 (2), 2011
• WPA Thematic Conference:
Addiction Psychiatry, Barcelona, Spain
March 29–31, 2012
Organizer: Socidrogalcohol
Contact: Julio Bobes Garcia
E-mail: (a) bobes@ctv.es, (b) bobes@uniovi.es
• 8ο Διεθνές Ψυχαναλυτικό Συμπόσιο Δελφών, Δελφοί
Ελλάς
Θέμα: «Ο πατέρας» Ιούνιος 1–4, 2012
Οργ. Γραφείου: Easy Travel
Αναγνωστοπούλου 19, 106 73 Αθήνα
Τηλ.: 210-36 15 201, 210-36 09 442, Fax: 210-36 25 572
Ε-mail: easytravel@hol.gr
Eπιστ. Γραμματεία: Ε. Βουγά,
Ψυχιατρική Κλινική Πανεπιστημίου Πατρών 265 04 ΡίοΠάτρα
Τηλ.: 2610-992996, Fax: 2610-994534
E-mail: evouga@upatras.gr
• WPA Third Thematic Conference on Legal
and Forensic Psychiatry, Madrid, Spain
June 12–14, 2013
Organizer: Spanish Society of Legal Psychiatry
Contact: Dr Alfredo Calcedo Barba
E-mail: alfredocalcedo@gmail.com
"ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ"
ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
Η ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ είναι το επίσημο όργανο της Ελληνικής Ψυχια­
τρικής Εταιρείας .εκδίδεται τέσσερεις φορές τον χρόνο και έχει
τον ίδιο σκοπό με την Εταιρεία, δηλαδή την προαγωγή της
Ψυχιατρικής Επιστήμης. Tο περιοδικό δημοσιεύει εργασίες που
αναφέρονται στους τομείς της επιδημιολογίας, ψυχοπαθολογίας, κοινωνικής ψυχιατρικής, βιολογικής ψυχιατρικής, ψυχοφαρμακολογίας, ψυχοθεραπείας, προληπτικής ψυχιατρικής. Οι
προδιαγραφές του περιοδικού ταυτίζονται με τις οδηγίες του
Διεθνούς Επιστημονικού Συμβουλίου Εκδοτών. Για την αναλυτική περιγραφή των προδιαγραφών βλ. "Uniform Requirements
for Manuscripts Submitted to Biomedical Journals" (www.
CouncilScienceEditors.gr). Άλλες πηγές: Br Med J 1991, 302:338–
341/Can Med Assoc J 1995, 152:1459–1465.
Εκτός από την έντυπη έκδοσή του, το περιοδικό διατίθεται
ελεύθερα στην ηλεκτρονική του έκδοση από τις ιστοσελίδες:
www.psych.gr ή www.betamedarts.gr
Το περιοδικό "ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ" δέχεται προς δημοσίευση εργασίες
που αφορούν πρωτότυπο υλικό που δεν έχει δημοσιευθεί προηγουμένως (εκτός σε μορφή περίληψης) ή δεν έχει υποβληθεί για
δημοσίευση κάπου αλλού.
Κατά την υποβολή της εργασίας όλοι οι συγγραφείς πρέπει να
υπογράψουν στο τυποποιημένο έντυπο υποβολής (που βρίσκεται συνημμένο σε κάθε τεύχος του περιοδικού) ότι συμφωνούν
με το περιεχόμενο και αποδέχονται την υποβαλλόμενη προς δημοσίευση εργασία και μεταβιβάζουν τα συγγραφικά δικαιώματα
στο περιοδικό "ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ". Οι συγγραφείς ακόμη, δηλώνουν
ότι: (α) δεν υπήρξε οικονομική υποστήριξη από διάφορες πηγές
(εάν υπήρξε πρέπει να δηλωθεί), (β) δεν υπήρξαν αντικρουόμενα συμφέροντα σχετικά με το υλικό της έρευνας που υπεβλήθη
προς δημοσίευση, (γ) το πρωτόκολλο της έρευνας εγκρίθηκε
από την Επιτροπή Βιοηθικής του Νοσοκομείου ή του Ιδρύματος
όπου πραγματοποιήθηκε η έρευνα σύμφωνα με τις προδιαγραφές της Διακήρυξης του Ελσίνκι (1995) όπως αναθεωρήθηκαν
στο Εδιμβούργο (2000) και (δ) ότι όλοι οι ασθενείς έδωσαν τη συγκατάθεσή τους πριν συμπεριληφθούν στην έρευνα αφού προηγουμένως ενημερώθηκαν για την ερευνητική διαδικασία.
Τα κριτήρια αποδοχής των εργασιών περιλαμβάνουν την ποιότητα
και την πρωτοτυπία της έρευνας όπως επίσης τη σημαντικότητα και
χρησιμότητα των δεδομένων στους αναγνώστες του περιοδικού.
Όλες οι εργασίες υπόκεινται σε μια αρχική εκτίμηση από τον
Εκδότη ή μέλη της Συντακτικής Επιτροπής του περιοδικού προκειμένου να εκτιμηθεί η καταλληλότητα και η ποιότητά τους. Εάν
η εργασία κριθεί καταρχήν κατάλληλη για δημοσίευση στο περιοδικό, εκτιμάται από δύο ανεξάρτητους κριτές, ειδικούς στο αντικείμενο της έρευνας. Οι κριτές δεν γνωρίζουν τους συγγραφείς
της εργασίας και παραμένουν ανώνυμοι για τους συγγραφείς.
Τα σχόλια των κριτών μαζί με τις υποδείξεις και διορθώσεις
τους αποστέλλονται στους συγγραφείς. Οι συγγραφείς ενημερώνονται εγγράφως για την τελική απόφαση της Συντακτικής
Επιτροπής του περιοδικού όταν η διαδικασία αξιολόγησης ολοκληρωθεί. Τα ονόματα των κριτών του προηγούμενου έτους εμφανίζονται στο πρώτο τεύχος του επομένου έτους. Η Συντακτική
Επιτροπή διατηρεί το δικαίωμα να κάνει φραστικές διορθώσεις
στα κείμενα προκειμένου να μειώσει ασάφειες και επαναλήψεις
και να βελτιώσει τη δυνατότητα επικοινωνίας ανάμεσα στους
συγγραφείς και τους αναγνώστες του περιοδικού.
Το περιοδικό «Ψυχιατρικη» καταχωρείται και περιλαμβάνεται
στο MEDLINE/PubMed.
ΕΙΔΗ ΑΡΘΡΩΝ
1. Άρθρα Σύνταξης: Σύντομα άρθρα γραμμένα ταυτόχρονα
στην ελληνική και αγγλική γλώσσα που αναφέρονται σε επίκαιρα θέματα ιδιαίτερης σημασίας. Γράφονται από τη Συντακτική
Επιτροπή ή μετά από πρόσκληση της Συντακτικής Επι­τροπής
(μέχρι 500 λέξεις και 5–7 βιβλιογραφικές αναφορές).
2. Ανασκοπήσεις: Ενημερωτικά άρθρα που αφορούν σε κριτική ανάλυση ψυχιατρικών θεμάτων ή θεμάτων συγγενών
προς την Ψυχιατρική Επιστήμη. Οι ανασκοπήσεις γράφονται
από έναν ή δύο συγγραφείς. Η έκτασή τους δεν πρέπει να
υπερβαίνει τις 7.500 λέξεις (25 δακτυλογραφημένες σελίδες,
διπλό διάστημα γραφομηχανής).
3. Ε
ρευνητικές εργασίες: Προοπτικές ή αναδρομικές εργασίες
που βασίζονται σε ερευνητικό πρωτόκολλο. Πρέπει οπωσδήποτε να έχει γίνει στατιστική επεξεργασία των αποτελεσμάτων. Οι ερευνητικές εργασίες δεν πρέπει να υπερβαίνουν τις
3.000 λέξεις (10 δακτυλογραφημένες σελίδες, διπλό διάστημα γραφομηχανής).
4. Σ
ύντομα άρθρα: Στην κατηγορία αυτή υπάγονται ερευνητικές εργασίες που μπορούν να καταχωρηθούν σε περιορισμένο χώρο. Η έκταση των άρθρων αυτών δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 1.500 λέξεις (5 δακτυλογραφημένες σελίδες, διπλό
διάστημα γραφομηχανής).
5. Ε
ιδικά άρθρα: Γράφονται μετά από πρόσκληση της
Συντακτικής Επιτροπής και αναφέρονται σε θέματα, με τα
οποία έχει ιδιαίτερα ασχοληθεί ο συγγραφέας π.χ. θεραπεία
συμπεριφοράς, παθολογική ζηλοτυπία, ψυχοθεραπεία μεταιχμιακών καταστάσεων (μέχρι 6.000 λέξεις).
6. Ε
νδιαφέρουσες περιπτώσεις: Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει ενδιαφέρουσες αναφορές περιπτώσεων και περιγραφές περιπτώσεων όπου εφαρμόσθηκαν νέες διαγνωστικές
ή/και θεραπευτικές μέθοδοι (μέχρι 1500 λέξεις).
7. Γενικά άρθρα: Η ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ δέχεται και άρθρα που εκφράζουν θεωρητικές απόψεις στον χώρο της Ψυχιατρικής, γνώμες
για τα συστήματα παροχής ψυχιατρικής περίθαλψης, απόψεις
για τους χώρους επαλληλίας μεταξύ Ψυχιατρικής και άλλων
επιστημών και άλλα άρθρα ανάλογου περιεχομένου. Τα άρθρα
αυτά δεν πρέπει να υπερβαίνουν τις 2.000 λέξεις (περίπου 7
δακτυλογραφημένες σελίδες). Η Συντακτική Επιτροπή μπορεί
να προτείνει τη συντόμευση των άρθρων αυτών προκειμένου
να δημοσιευθούν ως «Επιστολές προς τη Σύνταξη».
8. Επιστολές προς τη Σύνταξη: Περιλαμβάνουν σχόλια και
κρίσεις πάνω σε ήδη δημοσιευμένες εργασίες, παρατηρήσεις
σε επίκαιρα ψυχιατρικά θέματα, πρόδρομα ερευνητικά αποτελέσματα, κ.λπ. Δεν πρέπει να υπερβαίνουν τις 400 λέξεις.
9. Β
ιβλιοκριτική: Η παρουσίαση και κριτική βιβλίων γίνεται
μετά από πρόσκληση της Συντακτικής Επιτροπής (μέχρι 600
λέξεις - συνοδεύεται από σύντομη αγγλική περίληψη.
10. Άρθρα στην αγγλική γλώσσα: Η ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ θα κυκλοφορεί
στην Ελληνική γλώσσα πάντα με Αγγλική περίληψη των εργασιών. Ένα ή δύο τεύχη ετησίως θα κυκλοφορούν εξ ολοκλήρου
στην Αγγλική (με εκτεταμένη ελληνική περίληψη, 400–500
λέξεις). Στα τεύχη αυτά θα δημοσιεύονται εργασίες ξένων συναδέλφων αλλά και Ελλήνων. Οι εργασίες ελλήνων συναδέλφων μπορούν να υποβάλλονται στην Ελληνική ή την Αγγλική
γλώσσα. Όσες εργασίες προκρίνονται για δημοσίευση και
έχουν υποβληθεί στην Ελληνική γλώσσα θα μεταφράζονται
μετά από συνεργασία του περιοδικού με τους συγγραφείς.
ΥΠΟΒΟΛΗ ΕΡΓΑΣΙΩΝ
Οι εργασίες υποβάλλονται στο πρωτότυπο και σε τρία φωτο­
αντίγραφα, στη διεύθυνση:
Περιοδικό ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ
Ελληνική Ψυχιατρική Εταιρεία,
Διονυσίου Αιγινήτου 17, 115 28 Αθήνα
e-mail: editor@psych.gr
Το δακτυλογραφημένο κείμενο πρέπει να συνοδεύεται από δισκέτα Η/Υ με το κείμενο της εργασίας ή να αποστέλλεται ηλεκτρονικό αντίγραφο με e-mail. Το κείμενο πρέπει να έχει γραφεί
με επεξεργαστή συμβατό με πρόγραμμα Windows ή με οποιοδήποτε πρόγραμμα για υπολογιστή Macintosh.
Μαζί με τα υποβαλλόμενα άρθρα πρέπει να υποβάλλεται συμ­
πληρωμένο το «Συνοδευτικό έντυπο υποβολής εργασίας», υπόδειγμα του οποίου υπάρχει στο τέλος κάθε τεύχους του περιοδικού. Οι υποβαλλόμενες εργασίες χαρακτηρίζονται με κωδικό
αριθμό, που γνωστοποιείται στους συγγραφείς και ο οποίος
χρησιμοποιείται σε κάθε επικοινωνία με το περιοδικό. Τα άρθρα
γράφονται στη δημοτική γλώσσα. Η δακτυλογράφηση γίνεται
στη μία όψη του φύλλου, με διπλό διάστημα και περιθώριο τουλάχιστον 3,5 cm.
Βιβλιογραφικές παραπομπές: Αριθμούνται με αύξοντα αριθμό, ανάλογα με τη σειρά εμφάνισής τους στο κείμενο (σύστημα
Vancouver). Π.χ. Ο Birley1 βρήκε ότι..., αλλά ο Afford2 διαφώνησε...
Αναφέρονται τα ονόματα όλων των συγγραφέων. Στον βιβλιογραφικό πίνακα περιλαμβάνονται μόνον οι βιβλιο­γραφικές παραπομπές που υπάρχουν στο κείμενο. Στα άρθρα ανασκόπησης
και τα ειδικά άρθρα οι βιβλιογραφικές παραπομπές δεν πρέπει
να υπερβαίνουν τις 100, στις ερευνητικές εργασίες και τα γενικά
άρθρα τις 50, στα σύντομα άρθρα και τις ενδιαφέρουσες περιπτώσεις τις 15 και στα άρθρα σύνταξης και τις επιστολές προς
τη σύνταξη τις 5. Ο βιβλιογραφικός κατάλογος συντάσσεται με
αύξοντα αριθμό, που αντιστοιχεί στη σειρά εμφάνισης των βιβλιογραφικών παραπομπών στο κείμενο, όπως στα ακόλουθα
παραδείγματα:
1. Birley JLT, Adear P, Singer D, Rosenberg M. Electrogastrographic
studies in elderly patients. Gastroenterology 1980, 79:311–314
(Περιοδικό)
2. Alford J, Nemiah J. Peptic ulcer in childhood. In: Sodeman WA
(ed) Pathologic Physiology. Saunders, Philadelphia, 1970:457–
472 (Kεφάλαιο βιβλίου)
3. Kinden A. Stress and emotion. Springer, Berlin, 1990 (Βιβλίο)
4. Larsen E, Elliot B. Fatigue in major depression. Psychiatriki 2007,
(Suppl 1):S143–S144 (Παράρτημα περιοδικού)
Στην άνω δεξιά πλευρά της πρώτης σελίδας πρέπει να υπάρχει
ο χαρακτηρισμός κάθε άρθρου (π.χ. Ανασκόπηση, Ερευνητική
εργασία κ.λπ.).
5. Silverstone A, Leman H, Stark J. Attempted suicide by drug-overdose. Paper presented at 2nd Congress on Suicide behaviour,
4–6 May 2002. Rome, Abstracts Book, pp 212–213 (Παρουσίαση
σε Συνέδριο - Τόμος Πρακτικών)
ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΥΛΗΣ
6. H enry A, Andrews B. Critical issues for parents with mental
illness. N.Y. Centre for Mental Health Services 2001 (Cited 2
June 2005) Available from www. mentalorg/publications
(Ιστοσελίδα)
Όλες οι σελίδες αριθμούνται, αρχίζοντας από τη σελίδα τίτλου.
Σελίδα τίτλου: Περιλαμβάνει τον τίτλο του άρθρου (μέχρι 12 λέξεις), τα ονόματα των συγγραφέων στην ονομαστική, το κέντρο
προέλευσης, τη διεύθυνση και το τηλέφωνο του συγγραφέα που
θα επικοινωνεί με το περιοδικό. Στην ίδια σελίδα αναφέρονται
επίσης άτομα, οργανισμοί, ιδρύματα κ.λπ., που ενδεχομένως συνέβαλαν στην πραγματοποίηση της εργασίας.
Περίληψη: Στη δεύτερη σελίδα γράφεται η ελληνική περίληψη, (περίπου 300 λέξεις). Στην περίληψη ανακεφαλαιώνονται
τα κύρια μέρη της εργασίας. Φράσεις όπως «τα ευρήματα συζητούνται» πρέπει να αποφεύγονται. Στο τέλος της περίληψης
αναγράφονται 4–5 λέξεις ευρετηρίου.
Αγγλική περίληψη: Στην τρίτη σελίδα γράφεται η αγγλική
περίληψη, που πρέπει να έχει έκταση 400–500 λέξεων στις
ανασκοπήσεις και τις πρωτότυπες εργασίες και 300 λέξεις στις
υπόλοιπες εργασίες. Πρέπει να δίνει ουσιαστικές πληροφορίες.
Στην αρχή της αγγλικής περίληψης αναγράφονται στα Αγγλικά
τα ονόματα των συγγραφέων και ο τίτλος του άρθρου.
Κείμενο: Χωρίζεται σε κεφάλαια. Για τις ερευνητικές εργασίες είναι: Εισαγωγή, Υλικό και μέθοδος, Αποτελέσματα, Συζήτηση. Όσα
αποτελέσματα παρατίθενται στους πίνακες δεν επαναλαμβάνονται λεπτομερώς στο κείμενο.
Οι συντμήσεις των περιοδικών πρέπει να γίνονται με βάση το
Index Medicus.
Πίνακες: Γράφονται με διπλό διάστημα γραφομηχανής σε ξεχωριστή σελίδα. Αριθμούνται ανάλογα με τη σειρά εμφάνισής
τους στο κείμενο, με αραβικούς αριθμούς (πίνακας 1), ακολουθεί
σύντομη κατατοπιστική λεζάντα (π.χ. Ασθενείς που νοσηλεύθηκαν για ψευδοκύηση στο Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» κατά το
1988) και σε κάθε στήλη υπάρχει κατατοπιστική επικεφαλίδα.
Αποφεύγονται οι κάθετες γραμμές.
Εικόνες: Πρέπει να στέλνονται είτε τα πρωτότυπα των σχεδίων (με σινική μελάνη) είτε φωτογραφίες. Στο πίσω μέρος
πρέπει να αναγράφεται με μολύβι ο αριθμός της εικόνας, οι
συγγραφείς και ο τίτλος της εικόνας. Όλες οι εικόνες πρέπει να
αναφέρονται στο κείμενο και να αριθμούνται με αραβικούς
αριθμούς.
Ονοματολογία και μονάδες μέτρησης: Για λεπτομέρειες, βλ.
Ιατρική 1980, 37:139.
Διόρθωση τυπογραφικών δοκιμίων: Οι συγγραφείς είναι
υποχρεωμένοι να κάνουν μία διόρθωση των τυπογραφικών δοκιμίων. Εκτεταμένες μεταβολές δεν επιτρέπονται.
"PSYCHIATRIKI"
INSTRUCTIONS TO CONTRIBUTORS
PSYCHIATRIKI is the official journal of the Hellenic Psychiatric
Association. It is published quarterly and has the same scope
as the Hellenic Psychiatric Association, namely the advancement of Psychiatry. The journal invite contributions in the
fields of epidemiology, psychopathology, social psychiatry,
biological psychiatry, psychopharmacology, psychotherapy,
preventive psychiatry. The journal follows the standards approved by the International Council of Scientific Publishers.
For a detailed description of the specifications see "Uniform
Requirements for Manuscripts Submitted to Biomedical
Journals" (www.CouncilScienceEditors.gr). Other sources: Br
Med J 1991, 302:338–341/Can Med Assoc J 1995, 152:1459–1465.
Apart from the printed edition, the journal is freely available
in electronic version at the websites: www.psych.gr or www.
betamedarts.gr
The journal "PSYCHIATRIKI" accepts manuscripts for consideration with the understanding that they represent original
material not previously published (except in abstract form)
or submitted for publication elsewhere. All authors of a paper submitted must sign the submission form (found in all
issues of the journal) and declare that they agree with the
text of the paper, the publication in the journal and the
transfer of the copyright to the publishers. The authors also
declare that: (a) there was no source of financial support (if
any should be stated), (b) there were no conflicting interests
concerning the material submitted, (c) the protocol of the research project has been approved by the Ethics Committee
of the Hospital or the Institution within the work was undertaken according to the ethical standards laid down in the
Declaration of Helsinki (1995) as revised in Edinburgh (2000)
and (d) that the patients gave their informed consent prior to
their inclusion in the study.
The acceptance criteria for all papers are the quality and originality of the research and its significance to the journal readership. All papers submitted are first screened by the Editor
or members of the Editorial Board for suitability and quality.
If suitable, papers are then reviewed by two reviewers expert
in the field. Reviewers are blinded as to the contributors of
each paper. The reviewers remain anonymous for contributors. The comments of the reviewers along with proposed revisions or corrections are sent to the authors. The authors are
informed of the final decision of the Editorial Board after the
procedure of review is over. The names of the reviewers for
the past year appear in a list in the first issue of the next year.
The Editorial Board reserve the right to modify typescripts to
eliminate ambiguity and repetition and improve communication between authors and readers.
The Journal "PSYCHIATRIKI" is indexed and included in
MEDLINE/PubMed.
TYPES OF ARTICLES
1. E
ditorials: Short articles in both English and Greek language covering topics of particular importance, written
by members of the Editorial Board and by invited authors (up to 500 words and 5–7 references).
2. R
eview articles: Should be written by one or two authors.
They should not exceed 7,500 words.
3. Research papers: These articles must be based on a research protocol. Statistical evaluation of the findings is
essential. They should not exceed 3,000 words.
4. Brief communications: This section includes research reports which can be accommodated in a small space. They
should not exceed 1,500 words.
5. Special articles: Invited articles concerning topics of special interest (up to 6,000 words).
6. Case reports: This section includes interesting case reports and descriptions of cases where new diagnostic or/
and therapeutic methods have been applied (up to 1500
words).
7. G eneral articles: These articles may reflect opinions on
the theory and practice of Psychiatry, on the systems of
provision of psychiatric services, on matters concerning
the borderland between Psychiatry and other specialties or disciplines, etc. They should not exceed 2,000
words. The Editorial Board may suggest shortening of
these articles in order to be included in the «Letters to
the Editor» section.
8. Letters to the editor: Brief letters (maximum 400
words) will be considered for publication. These may
include comments or criticisms of articles published in
PSYCHIATRIKI, comments on current psychiatric topics of
importance, preliminary research reports.
9. B
ook review: Presentation and critical review of selected
books is carried out by the editorial board or by persons
invited by it (up to 600 words along with a short abstract
in Greek).
10. I ssues in English: The issues of PSYCHIATRIKI will be published in Greek always with an abstract in English. Once
or twice a year the issues will be published in English
(with extensive abstract in Greek, 400–500 words). In
this issue, papers by foreign and Greek writers will be
published. Papers by Greek writers could be submitted
in Greek or in English. Papers submitted in Greek that
have been chosen to publication in English will be translated with the cooperation of the Editorial Board and the
writers.
SUBMISSION
Papers either in English or in Greek are considered for publication and should be sent to:
Journal PSYCHIATRIKI
Hellenic Psychiatric Association,
17, Dionisiou Eginitou str., GR-115 28 Athens, Greece
e-mail: editor@psych.gr
The original manuscript, three copies as well as a copy on a
diskette or an electronic copy by e-mail should be submitted. The text must be written with a word processor compatible with any Windows program, or with any program for a
Macintosh computer.
The submitted manuscripts should be accompanied by the
“Submission form” accurately filled in. Submission form can
be found in every issue of the journal.
A code number to be used in further correspondence will
be assigned to all papers submitted. Manuscripts should be
typewritten, double-spaced on one side of the paper with a
margin of at least 3.5 cm. On the right upper corner of the
first page a characterization on the article should appear
(e.g., Brief Communication, Research Article).
ARRANGEMENT
All pages must be numbered, starting with the title page.
Title page: It indicates the title (which should not exceed 12
words), the names and surnames of the authors, the Institute,
Hospital, University, etc. where the work was conducted and
the address, telephone number and e-mail of the author who
will be responsible for the correspondence. In the same page
appreciation for those who have contributed to the presented work can also be included.
Communications and in Case reports, and 5 in the Editorials
and the Letters to the Editor.
The following paradigms illustrate the various reference categories:
1. Birley JLT, Adear P, Singer D, Rosenberg M. Electro­gastro­
graphic studies in elderly patients. Gastroenterology 1980,
79:311–314 (Journal Article).
2. Alford J, Nemiah J. Peptic ulcer in childhood. In: Sodeman
WA (ed) Pathologic Physiology. Saunders, Philadelphia,
1970:457–472 (Chapter in Book).
3. Kinden A. Stress and emotion. Springer, Berlin, 1990 (Book).
4. Larsen E, Elliot B. Fatigue in major depression. Psychiatriki
2007, (Suppl 1):S143–S144 (Journal Supplement)
5. Silverstone A, Leman H, Stark J. Attempted suicide by drugoverdose. Paper presented at 2nd Congress on Suicide behaviour, 4–6 May 2002, Rome, Abstracts Book, pp 212–213
(Conference Presentation - Abstract Book)
6. Henry A, Andrews B. Critical issues for parents with mental
illness. N.Y. Centre for Mental Health Services 2001 (Cited
2 June 2005) Available from www. mentalorg/publications
(Website)
Abbreviations of journals should conform to the style used
in Index Medicus; journals not indexed there should not be
abbreviated.
Tables: They must appear in a separate page, doublespaced. They must be numbered in the order in which they
are mentioned on the text, with arabic numbers (table 1). A
descriptive concise title should be included. Avoid vertical
lines.
Main part: Must be divided in sections (e.g., for the
Research Papers: Introduction, Material and method, Results,
Discussion). Results appearing in the tables should not be reported again in detail in the text.
Figures: They must be professionally prepared glossy or other camera-ready prints. They must be numbered with arabic
numbers (figure 1) in the order in which they appear in the
text. The figure number, the authors’ names, the title on the
paper and the figure title should be written with soft pencil
on the back of each figure (or on a label affixed to it). A copy
of each table and figure must be included with each copy of
the manuscript.
References: They must be identified in the text by arabic
numbers (in brackets) and must be numbered in the order
in which they are first mentioned in the text (Vancouver system), e.g. Birley1 found that... but Alford2 disagreed. Cite the
names of all authors. The list of references should include
only those publications which are cited in the text.
Symbols and abbreviations: Spell out all abbreviations
(other than those for units of measure) the first time they are
used. Follow latriki 1980, 37:139 (in Greek) or «Units, Symbols
and Abbreviations: a Guide for Biological and Medical Editors
and Authors» (3rd ed, 1977) available from the Royal Society
of Medicine of the United Kingdom.
References should not exceed 100 in the Review articles and
the Special articles, 50 in the General articles, 15 in the Brief
Proofs: Proofs will be sent to the first author of each article.
Extensive changes are not allowed in proof.
Abstract: The second page must include an informative abstract (about 300 words) as well as 4–5 key words.
ΣΥΝΟΔΕΥΤΙΚΟ ΕΝΤΥΠΟ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤO ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ"
(Υποβάλλεται μαζί με την εργασία, τρία φωτοαντίγραφα της εργασίας και την αντίστοιχη δισκέτα ή με την αποστολή ηλεκτρονικού αντιγράφου με e-mail)
• Παρακαλώ συμπληρώστε/τσεκάρετε όλα τα σημεία του εντύπου
• Είδος εργασίας (σημειώστε με Χ):
 ανασκοπηση
 ερευνητικη εργασια
 συντομο αρθρο
 ειδικο αρθρο
 γενικο αρθρο
 παρουσιαση περιπτωσεωσ
• Τίτλος εργασίας . ..........................................................................................................................................................................................
................................................................................................................................................................................................................................
• Ονοματεπώνυμα συγγραφέων ..............................................................................................................................................................
................................................................................................................................................................................................................................
................................................................................................................................................................................................................................
................................................................................................................................................................................................................................
• Φορέας ή Κέντρο (α), από το οποίο προέρχεται η εργασία . ........................................................................................................
................................................................................................................................................................................................................................
................................................................................................................................................................................................................................
• Υπεύθυνος συγγραφέας για την αλληλογραφία ..............................................................................................................................
Ονοματεπώνυμο .........................................................................................................................................................................................
Διεύθυνση .....................................................................................................................................................................................................
Τηλέφωνο ............................................................. Fax: ...................................................... E-mail: ..................................................
• Επιβεβαιώστε (σημειώστε με Χ) όλα τα παρακάτω σημεία της εργασίας μας:
 Περίληψη της εργασίας στα ελληνικά και αγγλικά, σύμφωνα με τις προδιαγραφές του περιοδικού
 4–5 λέξεις ευρετηρίου στα ελληνικά και στα αγγλικά
 Αντιστοιχία των βιβλιογραφικών αναφορών του κειμένου με τον κατάλογο της βιβλιογραφίας, που παρατίθεται στο τέλος του άρθρου
 Καταγραφή των βιβλιογραφικών αναφορών σύμφωνα με τις προδιαγραφές της «Ψυχιατρικής»
Οι συγγραφείς της εργασίας συμφωνούν με το περιεχόμενο της, τη δημοσίευσή της στο περιοδικό "Ψυχιατρική"
και τη μεταβίβαση των συγγραφικών δικαιωμάτων στο περιοδικό. Το ίδιο κείμενο δεν έχει δημοσιευθεί ούτε έχει
υποβληθεί για δημοσίευση σε άλλο περιοδικό. Οι συγγραφείς δεν έχουν αντικρουόμενα συμφέροντα σε σχέση με
το περιεχόμενο της εργασίας και δηλώνουν ότι το πρωτόκολλο της έρευνας εγκρίθηκε από την Επιτροπή Βιοηθικής
του Ιδρύματος όπου πραγματοποιήθηκε η έρευνα. Όλα τα άτομα που συμμετείχαν έδωσαν τη συγκατάθεσή τους
πριν συμπεριληφθούν στην έρευνα. Οι συγγραφείς ακόμη δηλώνουν ότι δεν υπήρξε πηγή οικονομικής υποστήριξης (εάν υπήρξε πρέπει να δηλωθεί).
Υπογραφές συγγραφέων
Ημερομηνία
SUBMISSION FORM TO ΤΗΕ JOURNAL "PSYCHIATRIKI"
(Should be submitted along with the original manuscript, three copies as well as a copy on a diskette or an electronic copy by e-mail)
• Please check (with X) and complete the following
• Type of the article:
 Review article
 Research paper
 Brief communication
 Special article
 General article
 Case report
• Title of the paper .........................................................................................................................................................................................
................................................................................................................................................................................................................................
................................................................................................................................................................................................................................
• Names and surnames of the authors ...................................................................................................................................................
................................................................................................................................................................................................................................
................................................................................................................................................................................................................................
................................................................................................................................................................................................................................
• Institute where the work was conducted . .........................................................................................................................................
................................................................................................................................................................................................................................
................................................................................................................................................................................................................................
• Author responsible for the correspondence .....................................................................................................................................
Name and surname . ..................................................................................................................................................................................
Address . .........................................................................................................................................................................................................
Tel:..................................................................... Fax: ....................................................... E-mail: .......................................................
• Please confirm and check (with X) all the following points regarding the submission of your paper:
 Abstract according to instructions to contributors
 4–5 key words
 Correspondence of the text's references to the reference list
 Recording of the references according to instructions to contributors of the journal "Psychiatriki"
The authors agree with the text of the paper the publication in the journal "Psychiatriki" and transfer the copyright to the publisher. The same paper did not publish or submitted for publication elsewhere. The authors do not
have conflicting interests concerning the material submitted and state that the protocol of the research project has
been approved by the Ethics Committee of the Institution within the work was under taken. All persons gave their
informed consent prior to their inclusion in the study. The authors also declare that there are no sources of financial
support (if any should be stated).
Authors' signature
Date